«Σήμερα απαντήσαμε στο αίτημα των πολιτών μας για μια Ευρώπη που βοηθά. Το καταφέραμε μετά από 16 ώρες συζητήσεων», δήλωσε ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο προσθέτοντας ότι τα μέτρα που συμφωνήθηκαν ήταν αδιανόητα πριν από μερικές εβδομάδες. Όπως ανέφερε, η συμφωνία στηρίζεται σε τρεις άξονες: Πρώτον, τη στήριξη των εργαζομένων με την ενίσχυση των εθνικών συστημάτων για την προστασία από την ανεργία με ένα πακέτο 100 δισ. ευρώ που θα δοθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις χώρες - μέλη. Δεύτερον, τη στήριξη των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων, με δάνεια ύψους 200 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Τρίτον, τη στήριξη των κρατών - μελών με πιστωτικές γραμμές από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας που αντιστοιχούν στο 2% του ΑΕΠ κάθε χώρας, που συνολικά θα φθάνουν τα 240 δισ. ευρώ. Οι χώρες που θα χρησιμοποιήσουν τις πιστωτικές γραμμές θα υπόκεινται στη συνήθη εποπτεία των οικονομιών τους από την Ε.Ε., ενώ ο μόνος όρος είναι ότι τα σχετικά ποσά θα πρέπει να διατεθούν μόνο για άμεσες και έμμεσες δαπάνες υγείας που σχετίζονται με τον κορωνοϊό.
Ο κ. Σεντένο είπε ότι στο Eurogroup συζητήθηκε και το σχέδιο για την ανάκαμψη των οικονομιών όταν θα έχει τελειώσει η επιδημία του κορωνοϊού, τονίζοντας ότι οι χώρες θα πρέπει να αναπτυχθούν μαζί και όχι ξεχωριστά. Όπως επισήμανε, συμφωνήθηκε η δημιουργία ενός ταμείου, που θα είναι προσωρινό και θα ενισχύσει τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν. Για το μέγεθος και τον τρόπο χρηματοδότησης του ταμείου, ο πρόεδρος του Eurogroup είπε ότι θα χρειασθεί καθοδήγηση από τους ηγέτες της Ε.Ε.. Στα επόμενα βήματα, τόνισε, ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός θα είναι κρίσιμος.
Η συμφωνία στο Eurogroup επιτεύχθηκε αφού η Γερμανία και η Γαλλία άσκησαν πίεση για να καταβληθεί τουλάχιστον εν μέρει η αντίσταση της Ολλανδίας, η οποία αξίωνε να υπάρξουν αυστηροί όροι στην κατεπείγουσα χρηματοδότηση με ευρωπαϊκές πιστώσεις στις κυβερνήσεις που τη χρειάζονται για να ξεπεράσουν τον αντίκτυπο της πανδημίας και διαβεβαίωσαν την Ιταλία πως η Ε.Ε. θα δείξει αλληλεγγύη. Μολαταύτα, η συμφωνία δεν αναφέρει ρητώς ότι θα εκδοθεί κοινό χρέος για να χρηματοδοτηθεί η ανάκαμψη - κάτι που ζητούν η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία, αλλά αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για τη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Φινλανδία και την Αυστρία. Η απόφαση για το εάν θα χρησιμοποιηθούν «καινοτόμα χρηματοδοτικά εργαλεία», διατύπωση που αναγγέλλεται κι άλλες σκληρές και τεταμένες διαπραγματεύσεις, παραπέμπεται στους ηγέτες των 27.
«Είναι σημαντικό ότι όλοι μας θα προχωρήσουμε σε μια κοινή αντίδραση, η οποία θα επιτρέψει στα κράτη μας να ξεπεράσουν τις υγειονομικές προκλήσεις, αλλά επίσης και τις οικονομικές προκλήσεις» σχολίασε ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Όλαφ Σολτς σε ανάρτησή του στο Twitter. Έπειτα από «πολύ μακρές συνομιλίες», οι 27 κατέληξαν σε «συναίνεση» ως προς το να υπάρξει «σθεναρή αντίδραση» σε αυτή την κρίση άνευ προηγουμένου, που έχει παραλύσει τη Γηραιά Ήπειρο κι έχει γονατίσει πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες, πρόσθεσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών.
Η Ευρώπη «έδειξε ότι μπορεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων», να αντιμετωπίσει «αυτή την κρίση», διαβεβαίωσε με τη σειρά του ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μπρουνό Λεμέρ, εξαίροντας αυτό που χαρακτήρισε ως το μεγαλύτερο σχέδιο στήριξης της οικονομικής ανάκαμψης στην ιστορία της Ε.Ε..
Μέσω Twitter, ο Ιταλός υπουργός εξήρε τη «φιλόδοξη πρόταση» που εγκρίθηκε στο συμβούλιο, προσθέτοντας ότι η χώρα του «έδωσε μάχη» για να διαμορφωθεί. «Τα ευρωομόλογα τέθηκαν στο τραπέζι, οι όροι (για την εξασφάλιση χρηματοδότησης κρατών από πλευράς) του ΕΜΣ αποσύρθηκαν από το τραπέζι» έγραψε ο Γκουαλτιέρι. Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζουζέπε Κόντε προειδοποίησε σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε νωρίτερα χθες, ώρες πριν από το συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών, ότι διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αν δεν αναληφθεί δράση για να ξεπεραστεί ο αντίκτυπος της πανδημίας του κορωνοϊού.
Επί εβδομάδες, οι χώρες μέλη δυσκολεύονται να υιοθετήσουν ενωμένη στάση μπροστά στην πανδημία, συγκρούονται για τα κεφάλαια που θα διατεθούν, για τον νοσοκομειακό εξοπλισμό, για τα μέσα προστασίας και τα φάρμακα, για τους περιορισμούς στα σύνορα, για το εμπόριο. Μολονότι ο Μπρουνό Λεμέρ όπως και ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι βλέπουν στη χθεσινή απόφαση το άνοιγμα του δρόμου για την έκδοση ευρωομολόγων, ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών Βόπκε Χούξτρα διατράνωσε το ακριβώς αντίθετο.
«Εναντιωνόμαστε, και θα συνεχίσουμε να εναντιωνόμαστε, στα ευρωομόλογα. Θεωρούμε ότι αυτή η ιδέα δεν θα βοηθήσει ούτε την Ευρώπη, ούτε την Ολλανδία μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο Χούξτρα μετά το πέρας του συμβουλίου των υπουργών.
Η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ συζήτησε νωρίτερα χθες τηλεφωνικά με τον Κόντε και με τον πρωθυπουργό της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε, ανοίγοντας τον δρόμο για τη συνεννόηση στο συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών, που πλέον υπόκειται στην έγκριση του ευρωπαϊκού συμβουλίου τις επόμενες ημέρες.
Η Μέρκελ σημείωσε πως συμφώνησε με τον Κόντε πως υπάρχει «επείγουσα ανάγκη για αλληλεγγύη στην Ευρώπη, η οποία ζει μια από τις πιο δύσκολες ώρες της, αν όχι την πιο δύσκολη». Η καγκελάριος της Γερμανίας κατέστησε για νιοστή φορά σαφές ότι το Βερολίνο δεν θα δεχθεί αμοιβαιοποίηση χρέους, πάντως επέμεινε πως υπάρχουν άλλα, επαρκή κατ’ αυτήν, χρηματοοικονομικά εργαλεία.
Οι συνομιλίες για το ζήτημα ανάμεσα στον δημοσιονομικά συντηρητικό ευρωπαϊκό βορρά και τον χρεωμένο νότο είναι εξαιρετικά τεταμένες ως τώρα. Το πακέτο που συμφωνήθηκε χθες ανεβάζει τη συνολική δημοσιονομική αντίδραση της Ε.Ε. στα 3,2 τρισεκατομμύρια, το μεγαλύτερο ποσό που έχει συμφωνηθεί να διατεθεί για την αντιμετώπιση του αντίκτυπου της πανδημίας του κορονοϊού στον πλανήτη. Ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες για το πώς η Ευρώπη θα ανακάμψει και θα αρχίσει να αναπτύσσεται, με τον επίτροπο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι να δηλώνει πως τα κεφάλαια για το πρόγραμμα στήριξης των ευρωπαϊκών οικονομιών θα μπορούσαν να ενταχθούν στο επόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) της περιόδου 2021-2027.
Η καταρχήν συμφωνία καταγράφηκε την ημέρα που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε ότι η πανδημία του κορωνοϊού θα μπορούσε να προκαλέσει «τις χειρότερες οικονομικές συνέπειες από τη Μεγάλη Ύφεση» του 1929.
Πηγή naftemporiki.gr