τελευταία 12 χρόνια έχουν γίνει πάνω από 40 σχετικές νομοθετικές παρεμβάσεις και κάποιες από αυτές έχουν συμβάλλει στη βελτίωση του πλαισίου.
Ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι τα «κόκκινα δάνεια» αγγίζουν τα 100 δισ. ευρώ και τα μεγάλα και μικρά λουκέτα συνεχίζουν να απειλούν την αγορά, καθώς τα 2/3 των επιχειρήσεων της χώρας βρίσκονται σε ζώνη οριακής επιβίωσης και το 1/4 των επιχειρήσεων σε σοβαρό κίνδυνο. Οι προτάσεις του Συνδέσμου είναι:
- Απομάκρυνση σημαντικών φορολογικών εμποδίων. Θα πρέπει όταν διαγράφεται μία απαίτηση από προμηθευτή, να του επιστρέφεται ο ΦΠΑ και ο φόρος εισοδήματος που αναλογεί, οι ζημιές από τις διαγραφές να συμψηφίζονται με μελλοντικά κέρδη για τουλάχιστον 10 χρόνια και ο οφειλέτης να μην φορολογείται για το διαγραφόμενο ποσό.
- Συμμετοχή του κράτους με διαγραφές κεφαλαίου σε όλες τις διαδικασίες πτώχευσης. Το κράτος έχει υποσχεθεί να συμμετέχει με διαγραφές κεφαλαίου μόνο σε μία διαδικασία, του λεγόμενου «εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων». Θα έπρεπε να έχει την ίδια στάση και σε όλες τις συμφωνίες εξυγίανσης. Τονίζεται, ωστόσο, ότι «χωρίς μία σαφή εγκύκλιο δεν θα υπάρχει κινητοποίηση των στελεχών του Δημοσίου».
- Εξορθολογισμός της αλληλέγγυας ευθύνης. Το κράτος θα πρέπει να θεωρεί διοικητές επιχειρήσεων αλληλέγγυα υπόχρεους μόνο όταν αποδεικνύεται δόλος και να μην αναζητά αδιάκριτα ποινικές ευθύνες.
- Κατοχύρωση πραγματικής «δεύτερης ευκαιρίας» στην άδολη πτώχευση. Για να γίνει αυτό θα πρέπει η απαλλαγή από χρέη να είναι πράγματι αυτόματη, να αφορά και χρέη προς το Δημόσιο, καθώς και διοικητές επιχειρήσεων και να μην θέτει σοβαρούς περιορισμούς άσκησης οικονομικής δραστηριότητας στο μέλλον.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο ΣΕΒ σε ειδική έκθεση, στη χώρα μας μία πτώχευση ολοκληρώνεται κατά προσέγγιση σε 3,5 χρόνια και καταφέρνει να διασώσει μόλις το 35% της αξίας της επιχείρησης, όταν στις ώριμες οικονομίες της Ευρωζώνης αυτό το ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ 80-90% και η πτώχευση πραγματοποιείται σε 1-1,5 χρόνο.