Τα «αρνητικά σημεία» του νόμου για την επανεκκίνηση της οικονομίας επισημαίνει η Εθνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας σε ενημερωτικό έγγραφό της. Σε σχετικό έγγραφο, αναγνωρίζεται ότι οι νέες ρυθμίσεις αναμένεται να ανακουφίσουν εκατομμύρια πολιτών ενώ ταυτόχρονα εκτιμάται πως θα βελτιώσουν, τουλάχιστον έως ένα βαθμό, την υφιστάμενη και κοινώς αποδεκτή δυσλειτουργία της αγοράς. Όμως σημειώνεται ότι υπάρχουν και αρνητικές επιδράσεις στην προώθηση του εγχώριου επιχειρείν. Αναλυτικά ως αρνητικές διατάξεις - εκκρεμότητες της ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στο Δημόσιο αναφέρονται από την ΕΣΕΕ τα εξής:
* Η μη επιβάρυνση των μηνιαίων δόσεων με τόκους θα έπρεπε να ισχύει για ποσά οφειλών έως τις 15.000 ευρώ, σε σχέση με τις 5.000 ευρώ που προβλέπεται στο νομοσχέδιο - Ενδείκνυται η διεύρυνση του συγκεκριμένου ποσού.
* Μη πρόβλεψη επιβράβευσης των συνεπών φορολογουμένων μέσω π.χ. πρόβλεψης ενός ποσοστού απομείωσης (παροχής bonus) του επικείμενου προς βεβαίωση, για το οικονομικό έτος 2015, φόρου εισοδήματος.
* Πλήρης απουσία θέσπισης εισοδηματικών κριτηρίων, όσον αφορά στο ανώτατο ποσό οφειλής που καλείται να καταβάλλει ο υπόχρεος. Θα έπρεπε να αποτελεί βασική προτεραιότητα η κατοχύρωση ρήτρας εξάντλησης των υποχρεώσεων των φορολογουμένων μέχρι συγκεκριμένου ποσοστού επί του μηνιαίου εισοδήματός τους (20% ή 30%).
• Η επιβολή προληπτικού φόρου 26% στις συναλλαγές των επιχειρήσεων με μη συνεργάσιμα κράτη ή με κράτη που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς (φορολογικός συντελεστής χαμηλότερος του 13%) συνιστά μία διάταξη, η οποία επιδεινώνει περαιτέρω την ήδη συρρικνωμένη ταμειακή ρευστότητα των επιχειρήσεων και δε συνάδει με το πνεύμα ανάκαμψης και ανάπτυξης του εγχώριου επιχειρείν.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΦΕΙΛΕΤΕΣ ΤΟΥ ΟΑΕΕ
Για τους οφειλέτες ΟΑΕΕ, ως αρνητικές διατάξεις - εκκρεμότητες της ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία αναφέρονται τα εξής:
* Το ύψος της κατώτερης δόσης ανέρχεται εν τέλει στα 50 ευρώ και όχι στα 20 ευρώ που υπήρχε στις αρχικές αναγγελίες της Κυβέρνησης, στα μέσα του προηγούμενου Φεβρουαρίου.
* Δεν προβλέπεται δυνατότητα επανένταξης για εκείνους που θα απολέσουν τη ρύθμιση σε περιπτώσεις ασθενείας ή θανάτου (για τους κληρονόμους) του ασφαλισμένου.
* Η δυνατότητα υπαγωγής των ασφαλισμένων στον ΟΑΕΕ σε έως και 3 χαμηλότερες κατηγορίες, ικανοποιεί εν μέρει το αίτημα της ΕΣΕΕ, καθώς η πρόταση του φορέα συνοψίζονταν στη δυνατότητα επιλογής μετάταξης σε έως 2+2 χαμηλότερες ασφαλιστικές κλάσεις.
* Σε συνάφεια με την προηγούμενη παρατήρηση, πρέπει να τονιστεί το γεγονός πως ενώ στους εν ενεργεία ασφαλισμένους δίνεται το δικαίωμα της μετάταξης σε έως και 3 χαμηλότερες κλάσεις, η εν λόγω επιλογή δεν είναι διαθέσιμη για τους ασφαλισμένους που έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών και θέλουν να συνεχίσουν να είναι ασφαλισμένοι στο ταμείο επιλέγοντας να έχουν προαιρετική ασφάλιση.
* Δεν εισακούστηκε η προσφάτως κατατεθείσα πρόταση της Συνομοσπονδίας για επανενεργοποίηση των περίπου 240.000 ανενεργών οφειλετών του ταμείου, μέσω της υπαγωγής τους στη χαμηλότερη ασφαλιστική κατηγορία με την ταυτόχρονη υποχρέωση καταβολής των τρεχουσών εισφορών.
* Στο νόμο δε γίνεται καμία αναφορά ως προς την καθιέρωση μίας «πραγματικής» κεφαλαιοποίησης των μέχρι σήμερα - ληξιπρόθεσμων οφειλών των ασφαλισμένων, η οποία θα περιλαμβάνει και οφειλές που υπερβαίνουν τα 20.000 ευρώ (κύρια οφειλή + προσαυξήσεις).
* Αρνητική εντύπωση προκαλεί η κατάργηση της παραγράφου 4, του άρθρου 55 του Ν.4310/2014, που περιγράφεται στο άρθρο 34 του νόμου. Η κατάργηση της συγκεκριμένης παραγράφου ανατρέπει στην ουσία τη συμφωνία μεταξύ των δύο μερών και ορίζει το ύψος των προς καταβολή ασφαλιστικών εισφορών των μισθών υπερημερίας με βάση την απόφαση που θα ληφθεί από το δικαστήριο. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, σε αυτή την περίπτωση ελλοχεύει ο κίνδυνος υπέρμετρης επιβάρυνσης του εργοδότη (επιχειρηματία), από τη στιγμή που δύναται να επιδικαστούν ποσά που υπερβαίνουν τις νόμιμες απαιτήσεις του εργαζομένου, σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου.
Η επιφύλαξη κοινής μεταχείρισης από την πλευρά του Κράτους μεταξύ επιχειρήσεων πολύ μικρού, μικρού και μεσαίου μεγέθους από τη μία και μεγαλύτερων επιχειρηματικών μονάδων από την άλλη, δεν προσιδιάζει στο αίσθημα δικαιοσύνης που επιθυμεί να εμφυσήσει η νέα Κυβέρνηση.