Δύο επιλογές που θα εξετάσουν οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, είναι η επέκταση του προγράμματος κατά ένα εξάμηνο (έως το τέλος Σεπτεμβρίου 2017) με τον σημερινό ρυθμό μηνιαίων αγορών ομολόγων (ύψους 80 δισ. ευρώ) είτε κατά ένα εννεάμηνο (έως το τέλος του Δεκεμβρίου 2017) με χαμηλότερο μηνιαίο ρυθμό αγορών ( 60 δισ. ευρώ). Παράλληλα, η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει σε χαλάρωση των κριτηρίων της για την αγορά των ομολόγων, καθώς έχει περιορισθεί η δεξαμενή των επιλέξιμων για αγορά τίτλων με τα σημερινά κριτήρια.
Όποιο από τα δύο σενάρια και αν επιλέξει η ΕΚΤ, η διαφορά για τον επιπλέον όγκο των αγορών της δεν θα είναι σημαντική, καθώς στην πρώτη περίπτωση θα αγοράσει επιπλέον 480 δισ. ευρώ και στη δεύτερη 540 δις. ευρώ,. Από την αρχή του προγράμματος - τον Μάρτιο του 2015 - οι αγορές ομολόγων αναμένεται να φθάσουν τα 2,2 έως τα 2,4 τρισ. ευρώ. Ωστόσο, το ύψος των μηνιαίων αγορών έχει σημασία, καθώς μία μείωση του θα θεωρηθεί πιθανόν από την αγορά ως η αρχή μίας σταδιακής κατάργησης του QE ( tapering) με ενδεχόμενες αρνητικές αντιδράσεις στην αγορά ομολόγων. Αναλυτές σημειώνουν ότι όταν η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) ανακοίνωσε το δικό της tapering, οι αγορές αντέδρασαν με αυξήσεις των αποδόσεων των ομολόγων. Αυτό το ενδεχόμενο, σύμφωνα με κάποιους αναλυτές, θα το σταθμίσει η ΕΚΤ στην αυριανή απόφασή της.
Η πολιτική αβεβαιότητα που επικρατεί στην Ευρωζώνη, μετά το δημοψήφισμα στην Ιταλία και τις εκλογικές αναμετρήσεις σε μία σειρά από χώρες, είναι ένας άλλος παράγοντας που θα σταθμίσει η ΕΚΤ και μπορεί να συνηγορήσει υπέρ της διατήρησης των αγορών στα 80 δισ. ευρώ τον μήνα.
Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι η οικονομία της Ευρωζώνης άντεξε στο σοκ του Brexit μπορεί να είναι ένα επιχείρημα υπέρ της μείωσης των μηνιαίων αγορών, όπως και το γεγονός ότι μειώνεται το απόθεμα των επιλέξιμων τίτλων για αγορά από την ΕΚΤ. Η ανάκαμψη, ωστόσο, της οικονομίας της Ευρωζώνης είναι εύθραυστη και αυτό επίσης θα συνεκτιμηθεί από τους αξιωματούχους της κεντρικής τράπεζας.