Σύμφωνα με την IBHS, η ενίσχυση αυτή αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στο πετρέλαιο θέρμανσης, η κατανάλωση του οποίου αυξήθηκε απότομα κατά 43,3%, στους 1,39 εκατ. τόνους (+420.000 τόνοι), λόγω της μείωσης του Ε.Φ.Κ. στα τέλη του 2014. Η πωληθείσα ποσότητα πετρελαίου κίνησης συνέχισε την ανοδική πορεία των προηγούμενων δύο ετών, καταγράφοντας αύξηση 2,9%, στους 2,52 εκατ. τόνους, με την αγορά να έχει ευνοηθεί από την άρση της απαγόρευσης της πετρελαιοκίνησης σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αντιθέτως, η κατανάλωση βενζίνης μειώθηκε περαιτέρω στους 2,46 εκατ. τόνους, υποχωρώντας κατά 2,6% έναντι του 2014.
Όπως επισημαίνει ο Αλέξης Νικολαΐδης, Economic Research & Sectorial Studies Senior Analyst, παρά το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε το 2015, η εγχώρια ζήτηση καυσίμων αυξήθηκε περαιτέρω, γεγονός που προήλθε από την άνοδο που σημειώθηκε στο πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ θετική παράμετρο αποτέλεσε και η σημαντική υποχώρηση των διεθνών τιμών του Brent. Υπενθυμίζεται ότι από το 2010 και μετά πραγματοποιήθηκαν διαδοχικές αυξήσεις σε Φ.Π.Α. και Ε.Φ.Κ. στα καύσιμα με σκοπό την ενίσχυση των δημοσίων εσόδων. Σύμφωνα με την IBHS, οι επιβαρύνσεις αυτές, σε συνδυασμό με την ανοδική πορεία των διεθνών τιμών του Brent, οδήγησαν στη σταδιακή άνοδο των εγχώριων λιανικών τιμών έως και το 2013. Ωστόσο την τελευταία διετία παρατηρείται αποκλιμάκωση λόγω της σημαντικής υποχώρησης που καταγράφεται στις τιμές του αργού.
Αναφορικά με τη βενζίνη, παρά την πτώση των τιμών, η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί μια από τις ακριβότερες χώρες της Ε.Ε. λόγω των φόρων (στις αρχές Μαίου αποτελούσαν το 67,6% της λιανικής τιμής).
Σύμφωνα με την Μαρία Μεταξογένη, Διευθύνουσα Σύμβουλο της IBHS, «Η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για περαιτέρω ανάκαμψη στην αγορά καυσίμων. Η κατανάλωση ωστόσο θα τονωθεί και με την υλοποίηση παρεμβάσεων για τη φορολογική ελάφρυνση των καταναλωτών, ώστε να υποχωρήσουν οι τιμές λιανικής, ιδίως στη βενζίνη».
Στη μελέτη της IBHS αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 15 επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα βασικά βασικά συμπεράσματα, ο κύκλος εργασιών του δείγματος το 2014 υποχώρησε περαιτέρω κατά 2,7% στα 9,76 δισ. ευρώ, τα συνολικά ΚΠΤΦΑ ενισχύθηκαν κατά 26,5%, στα 85,49 εκατ. ευρώ, ενώ οι προ φόρων ζημιές περιορίστηκαν στα 62,41 εκατ. ευρώ από 79,43 εκατ. ευρώ το 2013. Τα περιθώρια ΚΠΤΦΑ και ΚΠΦ παρέμειναν στο 0,8% και -0,2% αντίστοιχα ενώ η κεφαλαιακή μόχλευση βελτιώθηκε σε 3,3 προς 1, παραμένοντας ωστόσο υψηλή.