Στενεύουν τα περιθώρια της νέας κυβέρνησης για να κλείσει νέα συμφωνία με τους δανειστές, προειδοποιεί ο οίκος και υποβαθμίζει το αξιόχρεο κατά μία βαθμίδα. Οι περιορισμοί ρευστότητας περιορίζουν την ευελιξία της Αθήνας στις διαπραγματεύσεις, τονίζει. Σε υποβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου κατά μία βαθμίδα, σε Β- από Β, προχώρησε χθες ο οίκος Standard & Poor's. Παράλληλα, διατηρεί την αξιολόγηση σε "creditwatch negative", υποδηλώνοντας ότι ενδέχεται να προχωρήσει και σε νέα κίνηση. Ο οίκος σημειώνει ότι οι περιορισμοί ρευστότητας έχουν "στενέψει" τα περιθώρια που έχει η νέα κυβέρνηση για να προχωρήσει σε συμφωνία με τους πιστωτές για ένα πρόγραμμα.
Όπως σημειώνει, τα περιορισμένα ταμειακά "μαξιλάρια" και οι επικείμενες λήξεις ομολόγων προς τον επίσημο τομέα περιορίζουν την ευελιξία της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις. Πιθανή παράταση στις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω πιέσεις ως προς την χρηματοοικονομική σταθερότητα της Ελλάδας, λόγω πιθανών εκροών καταθέσεων.
Η υποβάθμιση αντανακλά την εκτίμηση της S&P ότι οι πιέσεις στην ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών και στην οικονομία έχουν συρρικνώσει τα χρονικά περιθώρια που έχει η ελληνική κυβέρνηση για να καταλήξει σε συμφωνία σε ένα νέο πρόγραμμα με τους ξένους δανειστές. Αν και η νεοκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται στην εξουσία για λιγότερο από δύο εβδομάδες, η S&P εκτιμά ότι τα περιορισμένα «μαξιλάρια ρευστότητας» και οι επερχόμενες λήξεις ομολόγων του επίσημου τομέα περιορίζουν την διαπραγματευτική της ευελιξία. «Κατά την άποψη μας, μια διαιώνιση των συζητήσεων με τους δανειστές μπορεί να οδηγήσει σε πιέσεις στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα, με την μορφή της απόσυρσης καταθέσεων και στο δυσμενέστερο σενάριο, την επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων και την απώλεια πρόσβασης στην χρηματοδότηση από έναν ύστατο δανειστή, οδηγώντας δυνητικά στον αποκλεισμό της Ελλάδας από την Οικονομική και Νομισματική Ένωση» σημειώνει ο οίκος αξιολόγησης.
Η απόφαση της ΕΚΤ να άρει την εξαίρεση (waiver) για την καταλληλότητα των ελληνικών κρατικών ομολόγων στις πράξεις του ευρωσυστήματος, μετέφερε την ευθύνη του ύστατου δανειστή από την ΕΚΤ στην ΤτΕ, μέσω του ELA, επισημαίνει η S&P. Όπως τονίζει, οι ελληνικές τράπεζες θα είναι σε θέση να ανταλλάξουν την χρηματοδότηση από την ΕΚΤ με τον ELA, αν και η δυνατότητα αυτή υπόκειται στην τελική έγκριση από την Φρανκφούρτη. «Αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα διακόψει την παροχή ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα (και συνεπώς και στην οικονομία της) αν η δίμηνη τεχνική παράταση του προγράμματος του EFSF δεν επεκταθεί πέρα από την ημερομηνία λήξης του στις 28 Φεβρουαρίου του 2015. Στην ανακοίνωση της στις 4 Φεβρουαρίου στην οποία ανέφερε την αναστολή της εξαίρεσης για τα ελληνικά ομόλογα, η ΕΚΤ σημείωνε ότι “αυτήν την στιγμή δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί δυνατή η επιτυχημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος”» υποστηρίζει η S&P.