κατάργηση της μονιμότητας υπαλλήλων σε ΔΕΚΟ και οργανισμούς που ιδιωτικοποιούνται (μέσω μετατροπής συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου), επανεξέταση του 13ου και του 14ου μισθού στη βάση της προαιρετικής και όχι υποχρεωτικής καταβολής τους και ανατροπές στο καθεστώς των απολύσεων, των υπερωριών και στα συνδικαλιστικά προνόμια φέρνουν οι αλλαγές στα εργασιακά που μπαίνουν στην τελική ευθεία τον Οκτώβριο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Ελεύθερου Τύπου το μικτό σύστημα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού προκρίνεται και από μέλη της επιτροπής για τα εργασιακά, που θα παραδώσει πόρισμα στο τέλος του μήνα, αλλά υποβοηθείται και από το υπουργείο Εργασίας ως εναλλακτική διέξοδος στη νομοθετημένη πρόβλεψη να καθορίζει το βασικό μισθό το κράτος.
Το σύστημα αυτό μοιάζει με το βρετανικό μοντέλο που καθορίζει ένα εύρος εξέλιξης του κατώτατου μισθού, προς τα πάνω ή και προς τα κάτω, εντός του οποίου θα μπορούν να διαπραγματεύονται εργοδότες και εργαζόμενοι μέσα από τις οργανώσεις τους. Και αυτό γιατί είναι δεδομένη η άρνηση των δανειστών να επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στο επίπεδο που ήταν προ Μνημονίου και επίσης είναι δεδομένο ότι δεν υφίσταται θέμα επαναφοράς της επεκτασιμότητας και της υποχρεωτικότητας των συλλογικών συμβάσεων για τους εργοδότες που δεν εκπροσωπούνται στις διαπραγματεύσεις.
Ανάμεσα στις προτάσεις, που μελετά και το υπουργείο Εργασίας, είναι και η νομοθέτηση της μείωσης των ωρών εργασίας, ώστε, αντί οι εργαζόμενοι να υπογράφουν συμβάσεις εκ περιτροπής απασχόλησης (δουλειά για 2 ή 3 μέρες την εβδομάδα), να επιτραπεί με νόμο η εργασία για λίγες ώρες κάθε μέρα χωρίς σύμβαση μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας. Στην ουσία προτείνονται μισθοί με την ώρα και όχι με το μήνα.
Το μικτό σύστημα, όπως παρατήρησαν αρμόδιες πηγές στην εφημερίδα, θα λειτουργεί με επιστημονικά δεδομένα (ανεργία, πορεία οικονομίας και κλάδων, ευρωπαϊκές τάσεις κ.λπ.) και θα καθορίζει τα όρια μέσα στα οποία θα μπορούν να συζητούν οι κοινωνικοί εταίροι για τον κατώτατο μισθό. Το εύρος, για παράδειγμα, των διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό μπορεί να είναι είτε μέχρι 2%, 3% αύξηση είτε και μέχρι 2%, 3% μείωση ανάλογα με συνθήκες οικονομίας. Η επιτροπή, για παράδειγμα, θα μπορεί να κρίνει ότι ο μισθός των 586 ευρώ δεν θα μπορεί να μειωθεί κάτω από τα 560 ευρώ, όπως και ότι δεν θα μπορεί να αυξηθεί πάνω από τα 600 ευρώ.