Αναφερόμενος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), που εφαρμόζει η Τράπεζα, το χαρακτήρισε επιτυχές. Ανακοίνωσε, δε, ότι θα συσταθεί μία ειδική ομάδα, προκειμένου να μελετήσει τυχόν παραμετρικές αλλαγές του προγράμματος στον βαθμό που αυτές κρίνονται απαραίτητες. Ωστόσο, η ΕΚΤ δεν προχώρησε στη χρονική επέκταση του προγράμματος, μετά τον Μάρτιο του 2017, επαναλαμβάνοντας ότι τούτο θα κριθεί εν καιρώ, υπό την προϋπόθεση ότι κρίνεται αναγκαίο.
Για την πορεία του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ διατήρησε την πρόβλεψή της για την αύξησή του στο 1,6% το 2018. Ωστόσο, για το 2017 η πρόβλεψη αναθεωρείται προς τα κάτω, συγκεκριμένα στο 1,2% από 1,3%.
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ επανέλαβε ότι η Γερμανία διαθέτει τα περιθώρια για να χαλαρώσει τη δημοσιονομική πολιτική της. Γενικότερα, υπογράμμισε ότι στην Ευρωζώνη η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να αξιοποιηθεί για την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Προσέθεσε, πάντως, ότι το «μίγμα της ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής είναι σημαντικότερο από το απόλυτο μέγεθός της», επισημαίνοντας ότι το μίγα δημοσιονομικής πολιτικής που συμβάλλει στην ανάπτυξη και είναι φιλικό προς αυτήν είναι αυτό που οι φόροι και οι δαπάνες διαμορφώνονται πιο χαμηλά από τα τρέχοντα επίπεδα, ενώ οι επενδύσεις είναι υψηλότερες.