Το τεχνικό κείμενο του επικαιροποιημένου μνημονίου που δημοσιοποίησαν οι Βρυξέλλες, αποκαλύπτει ότι ο «κόφτης» σημαδεύει ευθέως και κατά κύριο λόγο τις συντάξεις και σε δεύτερο επίπεδο τους μισθούς παρά τις όποιες διαβεβαιώσεις Τσακαλώτου ότι τελικά δεν θα χρειαστεί να εφαρμοστεί.
Σε ειδικό κεφάλαιο του μνημονίου καθορίζονται κατά περίπτωση τα ποσοστά απόδοσης των περικοπών (σε καθαρή και μικτή δημοσιονομική βάση) στην περίπτωση που την ερχόμενη άνοιξη η Eurostat κρίνει αναγκαία τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού.
Από την ανάλυση των Ευρωπαίων τεχνοκρατών προκύπτει ότι:
* Για κάθε 100 ευρώ ονομαστικής περικοπής στους μισθούς του δημόσιου τομέα το καθαρό δημοσιονομικό όφελος που προκύπτει είναι μόλις 55 ευρώ. Τα υπόλοιπα 45 ευρώ δεν συνυπολογίζονται στην εξοικονόμηση λόγω των απωλειών που έχει το κράτος από τους φόρους που αναλογούν στο κομμάτι του εισοδήματος που «κόβεται» αλλά και από την πτώση της κατανάλωσης.
Συνεπώς, για να εξοικονομηθεί 1 ευρώ από περικοπές μισθών στο Δημόσιο, θα πρέπει το κονδύλι της μισθολογικής δαπάνης να μειωθεί κατά 1,81 ευρώ.
* Αντίθετα, για κάθε 100 ευρώ ονομαστικής περικοπής στις συντάξεις, ο προϋπολογισμός εξοικονομεί 85 ευρώ αφού, σύμφωνα με τους δανειστές, χάνεται μόλις το 15% της ωφέλειας του μέτρου.
ΑΠΟΔΙΔΕΙ Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
Η περικοπή στις συντάξεις είναι δημοσιονομικά... αποδοτικότερη καθώς περικοπή ύψους 1,17 ευρώ αποφέρει εξοικονόμηση 1 ευρώ.
Μάλιστα, οι περικοπές στις συντάξεις θεωρούνται πολύ ασφαλέστερος τρόπος εξοικονόμησης ακόμη και από τις αυξήσεις στους έμμεσους φόρους (καύσιμα, ποτά και τσιγάρα) όπως συνέβη με το τελευταίο πολυνομοσχέδιο.
Για παράδειγμα, για κάθε 100 ευρώ ονομαστικής αύξησης η απόδοση των φορολογικών εισπράξεων δεν ξεπερνά τα 80,7 ευρώ. Το υπόλοιπο τμήμα αυτής της αύξησης, ήτοι 19,3 ευρώ. πάει στη φοροδιαφυγή.
ΤΟ ΕΥΡΟΣ ΑΝΟΧΗΣ
Στο κείμενο της τεχνικής συμφωνίας προσδιορίζεται και το εύρος της «ανοχής» που θα έχουν οι δανειστές στην περίπτωση που η απόκλιση από τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος (0,5% για το 2016, 1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% το 2018) είναι μικρότερη ή ίση με το 0,25% του ΑΕΠ. Σ' αυτή την περίπτωση, δεν θα λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής.
Αν όμως η απόκλιση είναι 0,26% τότε ο «κόφτης» θα μπαίνει σε οριζόντια λειτουργία σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης.
Οι περικοπές στις δαπάνες θα είναι σε συνάρτηση με το μέγεθος της απόκλισης και σε κάθε περίπτωση δεν θα ξεπερνούν το 2% του ΑΕΠ, που με τα σημερινά δεδομένα αντιστοιχεί σε εξοικονομήσεις πόρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα, οι περικοπές ανά ύψος απόκλισης έχουν ως εξής:
* Αν η απόκλιση είναι μικρότερη ή ίση με το 0,25% του ΑΕΠ, δεν θα λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής.
* Αν είναι μεταξύ 0,26% και 0,75% του ΑΕΠ, θα λαμβάνονται μέτρα ίσα με το 0,5% του ΑΕΠ.
* Αν είναι μεταξύ 0,76% και 1,25%, η προσαρμογή θα είναι στο 1% του ΑΕΠ.
* Αν είναι 1,26%-1,75%, τα μέτρα προσαρμογής θα είναι ίσα με το 1,5% του ΑΕΠ.
* Αν είναι από 1,76 έως 2,25% του ΑΕΠ, τα μέτρα θα φτάνουν στο 2% του ΑΕΠ.