Του Γιώργου Νούλη
Τη δυνατότητα υπαγωγής περισσότερων Λαρισαίων δανειοληπτών στο νέο αναθεωρημένο νόμο Κατσέλη, όπως αυτός ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2016, θα επιφέρει η αλλαγή στις αντικειμενικές αξίες.
Με δεδομένο ότι στο νόμο 4346/2015 που επέφερε αλλαγές στον νόμο Κατσέλη ορίζεται ρητά ότι η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας, που προστατεύεται από τον πλειστηριασμό δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ (στην περίπτωση των ευάλωτων οικονομικά ομάδων) ή των 180.000 ευρώ (στην περίπτωση των μεσαίων εισοδημάτων) κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης, όσοι μέχρι πρότινος δεν πληρούσαν το κριτήριο αυτό, θα μπορούν τώρα να κάνουν αίτηση υπαγωγής.
ΤΟ ΙΝΚΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
Η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών τιμών, σύμφωνα με τον νομικό σύμβουλο του ΙΝΚΑ Θεσσαλίας κ. Αγγελο Γιουρέλη, έχει επίσης και μία ακόμη παράμετρο για τους δανειολήπτες που είχαν κάνει αίτηση πριν από την εφαρμογή του νέου νόμου. Το δικαστήριο όταν θα δικαστεί η αίτηση θα πρέπει να λάβει υπόψη του τις νέες αντικειμενικές, οπότε τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά θα τύχουν μικρότερης διαγραφής απαιτήσεων.
"Και αυτό γιατί όπως εξηγεί ο παλαιός νόμος προβλέπει ότι το δικαστήριο μπορεί να ρυθμίζει απαιτήσεις σε συνολικό ποσό που μπορεί να ανέρχεται και στο 80% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Με τη μείωση της αντικειμενικής αξίας, που αποτελεί το ποσό αναφοράς, θεωρητικά μπορεί να είναι μικρότερο το ύψος των χρεών που θα ρυθμισθεί ή το ποσό του δανείου που θα διαγραφεί σε σύγκριση με το αν λαμβανόταν υπόψη η παλαιά αντικειμενική αξία".
Εννοείται βεβαίως ότι οι νέες αντικειμενικές θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και για όσους δανειολήπτες είχαν κάνει αίτηση υπαγωγής στον νόμο πριν από την 1/1/2016 αλλά μετά τις 21/5/2015, ημερομηνία από την οποία ισχύουν αναδρομικά οι νέες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων…
ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΣΗΜΕΡΑ
Θυμίζουμε πως με το νέο αναθεωρημένο νόμο Κατσέλη, που ισχύει από την 1/1/206:
Η δικαστική προστασία με βάση την οποία θα ρυθμίζονται η οφειλή και η δόση του δανείου, παρέχεται σε δύο κατηγορίες δανειοληπτών:
* Η πρώτη είναι αυτή με βάση την οποία η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας είναι έως 120.000 ευρώ (για τον άγαμο) προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο και κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα. Οι οφειλέτες αυτής της κατηγορίας πρέπει να έχουν εισόδημα που είναι ίσο ή υπολείπεται των ευλόγων δαπανών διαβίωσης (όπως αυτές διαμορφώνονται στην τέταρτη ομάδα δαπανών, δηλαδή την ομάδα που περιλαμβάνει και τις δαπάνες για αναψυχή, ταξίδια κ.λπ.). Με βάση τις εύλογες δαπάνες του 2014, αυτό αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα έως 8.180 ευρώ για ένα άτομο, 13.917 ευρώ για δύο άτομα, 17.278 για δύο άτομα και ένα τέκνο και 20.639 ευρώ για τετραμελή οικογένεια.
Ο δανειολήπτης αυτής της κατηγορίας θα πληρώνει την αξία του ακινήτου του μέχρι 20 έτη (κατ’ εξαίρεση 35 έτη) με μηνιαίες έντοκες καταβολές. Η αξία του ακινήτου είναι αυτή που θα προέκυπτε αν πήγαινε σε πλειστηριασμό το ακίνητο και συνεπώς όσα έπαιρναν οι πιστωτές θα τα πάρουν και τώρα αλλά με μηνιαίες καταβολές. Η αξία αυτή αποτελεί τη βάση υπολογισμού για τις πληρωμές. Ο νόμος που ψηφίστηκε προβλέπει επίσης ότι εάν το εισόδημα του δανειολήπτη δεν επαρκεί, θα συμμετάσχει το Δημόσιο, που θα αναλάβει την αποπληρωμή της δόσης τουλάχιστον για το 2016.
* Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτή που ο δανειολήπτης έχει ακίνητο αντικειμενικής αξίας έως 180.000 ευρώ εάν είναι άγαμος, 220.000 ευρώ εάν είναι έγγαμος, προσαυξημένο κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα. Αντίστοιχα το εισόδημα που υπολογίζεται και πάλι με βάση τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, ορίζεται στα 13.906 ευρώ για ένα άτομο, στα 23.659 ευρώ για δύο άτομα και για κάθε παιδί έως τρία παιδιά 5.714 ευρώ. Αυτός θα πληρώνει για είκοσι χρόνια (κατ’ εξαίρεση για 35), μια δόση που θα υπολογιστεί όπως υπολογίζεται η αξία στην παραπάνω κατηγορία. Σε αυτήν την κατηγορία, το Δημόσιο δεν συμμετέχει ακόμα και αν ο δανειολήπτης δεν μπορεί να πληρώσει τις μηνιαίες δόσεις.
Και στις δύο περιπτώσεις, το ποσό που απομένει ως διαφορά μεταξύ του δανείου που πήρε και της ρευστοποιήσιμης αξίας του ακινήτου, θα διαγραφεί στο τέλος της περιόδου, δηλαδή της εικοσαετίας.