«H απελευθέρωση, ενός επαγγέλματος το οποίο, έτσι κι αλλιώς, ήταν ανοιχτό, οδήγησε στη συρρίκνωση του δικηγορικού σώματος με άμεσες και ορατές ήδη επιπτώσεις για την κοινωνία. Γι’ αυτό είναι καιρός, η Ολομέλεια των Προέδρων του Δικηγορικού Σώματος να δράσει συλλογικά, θέτοντας την Πολιτεία προ των ευθυνών της…».
Η υποψήφια πρόεδρος για το αξίωμα του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας κ. Νικολέττα Μπασδέκη, δίνει το στίγμα των προθέσεών της, εφόσον οι συνάδελφοί της, την εμπιστευτούν με την ψήφο τους.
Μιλώντας στην «Ε», περιγράφει ως ασφυκτικό το περιβάλλον στο οποίο ασκείται σήμερα η δικηγορία, με το συνολικό πλαίσιο να επιβαρύνεται από τις «αυξημένες φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις, που διέλαθαν της προσοχής και του ενδιαφέροντος της συνδικαλιστικής ηγεσίας». Και σημειώνει: «Σήμερα είναι καθολική πια η διαπίστωση της εξόδου, μιας μεγάλης μερίδας από το δικηγορικό επάγγελμα, καθώς αδυνατεί να ανταποκριθεί στις συνεχείς οικονομικές επιβαρύνσεις, την ίδια ώρα που η προσφυγή στη Δικαιοσύνη κατέστη δυσχερής έως απρόσιτη για τον πολίτη σε περιβάλλον οικονομικής ύφεσης».
Η συνέντευξη:
* Οι Έλληνες, θεωρούνται από τους λαούς που για «ψύλλου πήδημα» προσφεύγουν στη δικαιοσύνη για να βρουν το δίκιο τους. Παράλληλα, υπάρχει μια άποψη σύμφωνα με την οποία τα προβλήματα που έφερε η οικονομική κρίση, αύξησαν αντί να μειώσουν αυτή τη ροπή προς τα ελληνικά δικαστήρια. Πρόκειται για μύθο ή πραγματικότητα;
- «Η δικομανία αποτελεί χαρακτηριστικό όλων των ανθρώπων και όχι μόνο των Ελλήνων, η δε Πολιτεία ενισχύει αυτό τον μύθο τεχνηέντως για να δικαιολογήσει τη μη επίλυση των χρόνιων προβλημάτων της Δικαιοσύνης. Τη δικομανία στηλιτεύει, ακόμα και ο Αριστοφάνης στις «Σφήκες», όπου ο Βδελυκλέων έχει φυλακίσει τον πατέρα του Φιλοκλέωνα στο σπίτι για να τον εμποδίσει να παρευρίσκεται στο δικαστήριο και, έτσι, να τον θεραπεύσει από τη δικομανία του. Ότι είναι μύθος, όταν αναφερόμαστε μόνο στους Έλληνες, προκύπτει από το γεγονός ότι σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι πολίτες προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη. Η διαφορά της πληθώρας των υποθέσεων στην Ελλάδα έγκειται στο γεγονός της αργής προόδου, της δυσλειτουργίας των θεσμών και της έλλειψης βασικών υποδομών, όπως ενδεικτικά αποτελεί το Κτηματολόγιο και το Δασολόγιο.
Παράλληλα τα δομικά προβλήματα της Πολιτείας, όπως η γραφειοκρατία και η διαφθορά εντείνουν την ανάγκη του πολίτη για προσφυγή στη Δικαιοσύνη. Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι την αύξηση της ύλης εντείνει και η υποκρυπτόμενη ευθυνοφοβία της Διοίκησης, καθώς αναγκάζει τον πολίτη να στραφεί στη Δικαιοσύνη για ασήμαντες υποθέσεις, αλλά και η δικομανία του Κράτους, όπως άλλωστε έχουν επισημάνει και οι Διοικητικοί Δικαστές, αφού το Δημόσιο εξαντλεί όλα τα ένδικα μέσα, καταλήγοντας έτσι στο μπλοκάρισμα της Δικαιοσύνης.
Επόμενο είναι, ο μύθος να μας οδηγεί σε νέο μύθο: ότι η κρίση έφερε δουλειά στους δικηγόρους. Η αλήθεια είναι ότι η οικονομική κρίση είχε αντιστρόφως ανάλογα αποτελέσματα! Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη κατέστη δυσχερής έως απρόσιτη για τον πολίτη σε περιβάλλον οικονομικής ύφεσης. Ενώ χρόνια προβλήματα των δικηγόρων ήταν ο υπερπληθωρισμός και η μείωση της δικηγορικής ύλης προστέθηκε και η αλόγιστη έως παράλογη επιβάρυνση των πολιτών, με την υπερβολική αύξηση των παραβόλων (π.χ. υποβολή εγκλήσεως, διοικητικές προσφυγές, δικαστικό ένσημο κ.λπ.) τη δε ασφυκτική αυτή κατάσταση μπορούμε όλοι μας να τη διαπιστώσουμε στα άδεια έδρανα των δικηγόρων, στην αδυναμία τους να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις, ενώ παράλληλα προσπαθούν να διεκπεραιώσουν, με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, το λειτουργηματικό τους ρόλο».
* Τελικά έχουμε να κάνουμε με ένα επάγγελμα σε κρίση το οποίο η οικονομική δυσπραγία απλά επιδείνωσε; Διότι από τη μια γίνεται λόγος για δικηγορικό πληθωρισμό με συνέπεια πολλοί δικηγόροι να αλλάζουν επάγγελμα, όταν από την άλλη «επιβάλλεται» η απελευθέρωσή του. Πώς συμβιβάζονται αυτά τα δύο;
- «Η έξοδος του δικηγόρου παλιά, από το δικηγορικό επάγγελμα, αποτελούσε ενδεχόμενο επαγγελματικής αναζήτησης- εξέλιξης. Πλέον οδηγείται μεγάλη μερίδα αναγκαστικά στην έξοδο και στην ανεργία.
Με την έλευση των δανειστών τέθηκε ως πρωταρχικό ζήτημα η απελευθέρωση του επαγγέλματος του δικηγόρου . Ενός επαγγέλματος, που ουσιαστικά δεν υπήρξε ποτέ «κλειστό». Απεναντίας ο απόφοιτος της Νομικής Σχολής μπορούσε να γίνει δικηγόρος. Δημιουργήθηκαν όμως νέα δεδομένα με την ίδρυση διατοπικών εταιριών και με τη διαπραγμάτευση εκ μέρους μεγάλων εταιριών της ελάχιστης αμοιβής του νομικού συμπαραστάτη.
Οι δικηγόροι και ειδικά οι νέοι δικηγόροι, ενώ είχαν να παλέψουν με τον υπερπληθωρισμό και τη συνεχή υφαρπαγή της ύλης τους και με υπομονή και επιμονή αναμένανε να αποδώσει ο καρπός του μόχθου τους, ήρθαν αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες καταστάσεις χωρίς ευοίωνες προοπτικές.
Κατά τα πρόσφατα στοιχεία άνω των 50 παραστάσεων ετησίως στα δικαστήρια, είχαν 130 δικηγόροι στον Δικηγορικό Σύλλογο Λάρισας σε σύνολο 798 μελών. Παρατηρείται αυξητικά διαγραφή των δικηγόρων κάτω των 40 ετών, ο δε αριθμός αγγίζει τους 25-30 ετησίως μόνο στη Λάρισα. Τα στοιχεία είναι απογοητευτικά και αποθαρρυντικά για κάθε νέο με διάθεση και προσδοκίες.
Οι αριθμοί καταμαρτυρούν τις συνέπειες της «απελευθέρωσης» στη δικηγορία, καθώς συνδυάστηκε με πληθώρα αντιδικηγορικών μέτρων με το πρόσχημα της «απελευθέρωσης»: κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης δικηγόρου στα συμβόλαια, με επαπειλούμενη ανασφάλεια στις συναλλαγές, επιβολή ΦΠΑ με ιδιαίτερα αυξημένο συντελεστή στην παροχή νομικής υπηρεσίας με αποτέλεσμα τη συνεχή οικονομική εξόντωση του κλάδου, την αποδυνάμωση των διανεμητικών λογαριασμών, που στηρίζονται στις εισφορές των δικηγόρων στο κοινό ταμείο. Όλα αυτά δημιούργησαν ένα ασφυκτικό περιβάλλον άσκησης της δικηγορίας, το οποίο επιτάθηκε με τις συνεχώς αυξημένες φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις, που διέλαθαν της προσοχής και τους ενδιαφέροντος της συνδικαλιστικής ηγεσίας.
Και φτάνουμε στο σήμερα και στην καθολική διαπίστωση της εξόδου από το επάγγελμα που καθίσταται βίαιη και αναπόφευκτη για μεγάλη μερίδα των δικηγόρων είτε νέων είτε παλιότερων υπό τον πελέκι των οικονομικών μέτρων και τη συνεχή επαπειλή οικονομικών επιβαρύνσεων, στα οποία αδυνατεί να ανταποκριθεί σχεδόν το σύνολο του δικηγορικού σώματος.
Ο χρόνος διαπίστωσης των προβλημάτων εξαντλήθηκε. Η επίλυσή τους και οι προτάσεις τίθενται πλέον σε επίπεδο Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, η οποία και πρέπει να δράσει συλλογικά για να θέσει την Πολιτεία προ των ευθυνών της, καθώς η απελευθέρωση, ενός επαγγέλματος που ήταν ανοιχτό έτσι και αλλιώς, οδήγησε στη συρρίκνωση του δικηγορικού σώματος με άμεσες και ορατές ήδη επιπτώσεις για τη κοινωνία».
* Ποιες είναι οι θέσεις της υποψήφιας προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας, αφενός μεν για τα προβλήματα του κλάδου της, αφετέρου όμως και για μια σειρά κοινωνικά ζητήματα, όπως είναι οι κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί, τα «κόκκινα δάνεια» και οι συλλήψεις μεγάλων αλλά και μικροοφειλετών για χρέη και εισφορές;
- «Η Πολιτεία σε κάθε δικηγορική δράση προσπάθησε να καλλιεργήσει κλίμα στοχοποίησης των δικηγόρων, δίχως να αναδεικνύεται η συνεχής αγωνία και επιμονή τους στη χρόνια παράθεση των προβλημάτων του κλάδου και της Δικαιοσύνης. Τα προβλήματα αυτά συνεχώς προτάσσονταν ως συνολικά αιτήματα της κοινωνίας. Ο δικηγόρος από τη φύση του επαγγέλματός του είναι υπέρμαχος της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ειρήνης και της κοινωνικής δικαιοσύνης και θα πρέπει να αγωνίζεται εναντίον οποιασδήποτε μορφής αυταρχικής εξουσίας και παραβιάσεως των συνταγματικών ελευθεριών. Θα συνεχίσει να ασκεί τον θεσμικό του ρόλο δίπλα σε κάθε πολίτη ενάντια σε όποια μορφή καταπίεσης ή καταπάτησης των ατομικών δικαιωμάτων. Παράλληλα θα σταθεί αρωγός στην Πολιτεία στα πλαίσια του συμβουλευτικού ρόλου της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων στη διαμόρφωση νομοθετημάτων που να εξαλείφουν την κοινωνική αδικία και να διασφαλίζουν την πρακτική εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, σε όλα τα ζητήματα που ταλανίζουν τον πολίτη αναφορικά με τις κατασχέσεις, τους πλειστηριασμούς, την υπερχρέωση της ελληνικής οικογένειας .
Οι κατασχέσεις, οι πλειστηριασμοί , τα «κόκκινα δάνεια» ανέτρεψαν τα κοινωνικά δεδομένα. Με τη βίαια αλλαγή των εργασιακών σχέσεων και τη δραματική μείωση μισθών και συντάξεων, ανατράπηκαν τα οικονομικά δεδομένα της ελληνικής οικογένειας. Αυτό είχε ως άμεση συνέπεια τη μη δυνατότητα εξυπηρετήσεως των δανείων και κυρίως αυτών που αφορά την πρώτη κατοικία. Θεωρώ ότι πρέπει να είναι σε πρώτη προτεραιότητα εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας η προστασία της πρώτης κατοικίας, με ευνοϊκά νομοθετικά μέτρα, ικανά να ανατρέψουν αδικίες και κοινωνικές εκρήξεις».
* Στο νομικό και συνταγματικό πεδίο, τα τελευταία 4 χρόνια έχουμε μια πραγματική «κοσμογονία», από άποψη «παραγωγής» νομοθετημάτων των οποίων η αντισυνταγματικότητα συχνά είναι εξώφθαλμη. Ποια είναι η άποψη της νομικού Νικολέττας Μπασδέκη, σε ζητήματα που άπτονται και της ποιότητας της σημερινής δημοκρατίας, όπως είναι οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, η κρατική βία και αυθαιρεσία –όταν και όπου αυτή ασκείται-, οι εκπτώσεις στο κοινωνικό κράτος κ.ο.κ.;
- «Η έλευση της Τρόικας, οδήγησε σε σειρά νομοθετημάτων πρωτόγνωρων για τη χώρα μας. Στη συνέχεια αυτών ήρθαν οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, στις οποίες είμαι αντίθετη, αφού δεν φιλτράρονται από τη νομοθετική εξουσία. Είμαι αντίθετη στην κρατική βία και αυθαιρεσία, όταν και όπου αυτή εμφανίζεται. Η καταπάτηση βασικών αρχών προστασίας του πολίτη και η έκπτωση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων αυτού από οποιαδήποτε μορφή εξουσίας με βρίσκει εντελώς αντίθετη. Επανειλημμένα τοποθετήθηκα ενάντια στην πολυνομία γιατί οδηγεί στην αυθαιρεσία. Η έλλειψη κωδικοποίησης της νομοθεσίας οδηγεί σε ανασφάλεια δικαίου. Οι εκπτώσεις στο κοινωνικό κράτος προκαλούν εκρήξεις και αποδομούν τον κοινωνικό ιστό. Η Δημοκρατία δεν έχει εγχειρίδιο χρήσης αλλά απαιτεί εκτεταμένη συναίνεση. Η θέση του νομικού είναι ιδιαίτερα σημαντική στην εποχή των Μνημονίων καθώς έρχεται αντιμέτωπος με ζητήματα αντισυνταγματικότητας και απαιτεί την επαγρύπνηση αλλά και την αφύπνιση του σώματος για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Δημήτρης Χατζηευθυμίου