Οι δύο «σκληροί κακοποιοί» όπως χαρακτηρίζονται, από την ΕΛ.ΑΣ., εξέτιαν την ποινή τους στην Κασσαβέτεια όπου απασχολούνταν στο ποιμνιοστάσιο των αγροτικών φυλακών, με την απόδρασή τους να γίνεται αντιληπτή το βράδυ της περασμένης Πέμπτης 2 Ιανουαρίου καθώς δεν επέστρεψαν στον θάλαμό τους, ενώ μέχρι τότε φέρεται πως δεν είχαν δώσει καμία αφορμή, με τον ένα μάλιστα εκ των δύο δραπετών να έχει επιστρέψει στην Κασσαβέτεια στις 29 Δεκεμβρίου 2024 έπειτα από ολιγοήμερη άδεια.
Οι δύο δραπέτες είχαν καταδικαστεί σε ποινές πολυετούς κάθειρξης με αφορμή ανθρωποκτονίες και ληστείες που είχαν διαπράξει σε διάφορες περιοχές της Αθήνας, όπως με πολυετή κάθειρξη είχαν καταδικαστεί και για τη ληστεία σε βάρος Λαρισαίου επιχειρηματία, ληστεία που διακρίθηκε για τη βιαιότητά της – σύμφωνα και με τις καταθέσεις μαρτύρων στο Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας - με χαρακτηριστική την άσκηση ψυχολογικής βίας ακόμη και σε βάρος του μικρότερου και 10χρονου παιδιού της οικογένειας, το οποίο δεν δίστασαν να απειλήσουν με πιστόλι. Με απώτερο σκοπό να αποσπάσουν χρηματικό ποσό που φέρεται να αποτέλεσε το κίνητρο της ληστείας και άγνωστο πώς, φέρεται επίσης να γνώριζαν πως υπήρχε εκείνο το βράδυ στο σπίτι του επιχειρηματία.
ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ
Τρεις εκ των δραστών, φορώντας ολοπρόσωπες κουκούλες και γάντια και φέροντας όλοι τους πιστόλια, τα ξημερώματα της 13ης Αυγούστου 2018, αναρριχήθηκαν στο παράθυρο του μπάνιου, στον δεύτερο όροφο και εισέβαλαν στο σπίτι του επιχειρηματία την ώρα που αυτός και η οικογένειά του κοιμόταν.
Χτυπώντας τα θύματά τους, απέσπασαν τα χρήματα για να αποχωρήσουν λίγο μετά τις 4 τα ξημερώματα κλειδώνοντας την οικογένεια σε ένα υπνοδωμάτιο και οδηγώντας ένα αυτοκίνητο του επιχειρηματία το οποίο εγκατέλειψαν σε αγροτική περιοχή.
Ο 41χρονος ταυτοποιήθηκε από γενετικό υλικό που βρέθηκε στο κατσαβίδι με το οποίο φέρεται να διέρρηξαν το παράθυρο, ενώ ο δεύτερος ταυτοποιήθηκε από δερματοστιξία (τατουάζ). Μετά από πολύμηνη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας μεταξύ άλλων στην Αθήνα, συνελήφθησαν τρεις συνεργοί τους επίσης υπήκοοι Αλβανίας.
Οι άλλοι δύο (σ.σ. και δραπέτες πλέον) μετά και την έκδοση ενταλμάτων συνελήφθησαν στην Εγνατία οδό, ενώ επέστρεφαν στην Ελλάδα όπου «πέρασαν» παράνομα, ενώ κατά τον έλεγχο αστυνομικών που τους παρακολουθούσαν στη διαδρομή είναι χαρακτηριστικό πως επέδειξαν πλαστογραφημένες ελληνικές αστυνομικές ταυτότητε, δελτία ταυτότητας αλλοδαπού και αλβανικά διαβατήρια.
Οι εφιαλτικές στιγμές που έζησε η οικογένεια του Λαρισαίου επιχειρηματία αναβίωσαν στο Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας, όπου στους δύο δραπέτες επιβλήθηκαν ποινές πολυετούς κάθειρξης.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ