Ειδικότερα, αναφερόμενος στα συμπεράσματα του συνεδρίου ο δήμαρχος σημείωσε: «Η τοπική αυτοδιοίκηση βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο, έχοντας να αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα από τη μία πλευρά και τις προκλήσεις του αύριο από την άλλη, στις οποίες ο θεσμός οφείλει να ανταποκριθεί, διασφαλίζοντας τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα για τους πολίτες. Προφανώς και δεν αποτελεί προτεραιότητα για την Τοπική Αυτοδιοίκηση ένα νέο εκλογικό σύστημα. Ιδιαίτερα μάλιστα, έναν μόλις χρόνο μετά τη διενέργεια των αυτοδιοικητικών εκλογών, με ένα διαφορετικό σύστημα από αυτό που ίσχυσε για τις προηγούμενες εκλογές. Τα όσα ανακοινώθηκαν από την πλευρά του υπουργείου, δημιούργησαν ένα προβληματισμό, αποτελούν όμως ένα πεδίο δράσεων και προτάσεων που θα διαβουλευτούμε το επόμενο διάστημα, καθώς η ΚΕΔΕ είναι συνδιαμορφωτής και μέσω των επιτροπών της θα συμμετέχει ενεργά στη διαβούλευση για το νέο κώδικα της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Για την ΚΕΔΕ, προτεραιότητα είναι η υλοποίηση μιας ουσιαστικής μεταρρύθμισης στο μοντέλο λειτουργίας μεταξύ Κράτους και Αυτοδιοίκησης, εντός του 2025. Είναι σημαντικό να γίνει ένα ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων, να ρυθμιστεί η χρηματοδότηση με ξεκάθαρους όρους, να φτάσουμε στο τέλος της περιόδου όπου η αυτοδιοίκηση μετατρέπεται σε επαίτη της κάθε κυβέρνησης για αυτά που δικαιούται, να ρυθμίσουμε τις διαδικασίες που αναβαθμίζουν τη σχέση των πολιτών με τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς μέσα από τη συμμετοχή, τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και τον έλεγχο των όποιων αποφάσεων». Στο μεταξύ, ο κ. Μαμάκος, αναφέρθηκε συνολικά, στο όραμα της ΚΕΔΕ για την αυτοδιοίκηση του 2030 που θέτει ως προτεραιότητες τηn επανεκκίνηση της αυτοδιοίκησης Α’ Βαθμού και τη συνδιαμόρφωση ενός οδικού χάρτη που θα προκρίνει:
- Την κατάρτιση του νέου Κώδικα και της Χάρτας της Αυτοδιοίκησης, που θα στηρίζεται στην Αποκέντρωση, με ξεκάθαρες αρμοδιότητες για κάθε θεσμό του κράτους.
- Την κατακόρυφη αύξηση των πόρων της Αυτοδιοίκησης, με περαιτέρω αύξηση των ΚΑΠ, με εφαρμογή όσων προβλέπει το Σύνταγμα της χώρας και ο ν.3852, για Δήμους που θα διαθέτουν λειτουργική αυτοτέλεια και οικονομική ανεξαρτησία και θα υποστηρίζονται από επαρκείς, θεσμοθετημένους πόρους.
- Την ενίσχυση των Δήμων με νέο προσωπικό, προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν στις αρμοδιότητές τους.
- Την ουσιαστική θεσμική και οικονομική αναβάθμιση της καταστατικής θέσης του αιρετού πολιτικού προσωπικού των ΟΤΑ.
- Την αξιοποίηση των μεγάλων ευκαιριών που δημιουργούν οι τεχνολογικές εξελίξεις και η τεχνητή νοημοσύνη.
- Την ανάδειξη του ισχυρού ρόλου των Δήμων στη διαχείριση των μεγάλων ζητημάτων, όπως οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης, τα ανοικτά κοινωνικά ζητήματα (ασφάλεια, στέγαση, φτώχεια), η ενεργειακή αυτάρκεια, η διαχείριση των υδάτων, κλπ .
- Την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των Δήμων, ανεξαρτήτως μεγέθους, με έμφαση στους μικρούς νησιωτικούς και μικρούς ορεινούς Δήμους.
- Την περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας σε όλα τα στάδια διαμόρφωσης και εφαρμογής των αποφάσεων και πολιτικών που αφορούν τη λειτουργία των δήμων, καθώς και στη διαρκή δημόσια λογοδοσία στους πολίτες, για τα πεπραγμένα τους.
- Την αναβάθμιση του αναπτυξιακού τους αποτυπώματος, προκειμένου να αποτελούν ισχυρό μοχλό ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών, αλλά και πολλαπλασιαστή ισχύος στην εθνική προσπάθεια για αναπτυξιακή επανεκκίνηση της χώρας.
- Την ανάγκη να ανταποκριθούν στις σύγχρονες προκλήσεις για πόλεις ψηφιακές, «έξυπνες», «πράσινες» , βιώσιμες και ανθεκτικές στις απειλές της κλιματικής κρίσης.
«Σε κάθε περίπτωση, θα παρακολουθούμε στενά την εξέλιξη της διαδικασίας για τη διαμόρφωση του νέου θεσμικού πλαισίου, διεκδικώντας σθεναρά την αποδοχή των θέσεων που η αυτοδιοίκηση έχει διαμορφώσει αυτά τα χρόνια» κατέληξε.
ΝΑΤΑΣΑ ΠΟΛΥΓΕΝΗ