Υποδομές, αντιπλημμυρικά έργα, ολόκληρη η οργάνωση και διαχείριση του πρωτογενούς τομέα παραγωγής στη Θεσσαλία, βρίσκονται υπό αναθεώρηση, την ώρα που οι πληγέντες, οι άνθρωποι της καθημερινότητας, που έχασαν σπίτια, περιουσίες, παραγωγές και επιχειρήσεις συνεχίζουν τον αγώνα τους για να ορθοποδήσουν απευθύνοντας συνεχείς εκκλήσεις για στήριξη από την Πολιτεία.
Μια τέτοια διάσταση είχε και η πρόσκληση για μια επίσκεψη σε δενδροκαλλιέργεια με ολοκληρωτική καταστροφή, όχι στους γειτονικούς δήμους με τις τεράστιες παραγωγές, αλλά στα περίχωρα της Λάρισας, σε περιοχές γνωστές σε όλους, παρότι ελάχιστοι τις έχουν επισκεφθεί. Η αποδοχή της πρόσκλησης μάς έφερε πίσω από τις Εργατικές Κατοικίες στο Κιόσκι, δίπλα στο ανάχωμα, το οποίο έσπασε την περίοδο των πλημμυρών, με τις εικόνες να εμφανίζονται συγκλονιστικές και να δικαιώνουν τον Μάκη Κοτρώτσιο, που ανέλαβε την ξενάγηση στο κατεστραμμένο χωράφι των 10 και πλέον στρεμμάτων με τις ροδακινιές και νεκταρινιές της οικογενειακής καλλιέργειας. Εξαφανισμένοι δρόμοι και χωράφια, κατεστραμμένα κτίσματα και πομόνες, παντού μπάζα, φερτά υλικά και άμμος, που έχουν αντικαταστήσει τα γόνιμα εδάφη συνθέτουν έναν «κρανίου τόπο», που συμπληρώνεται από το αλλόκοτο χωράφι των 850 δέντρων -άλλα ξεριζώθηκαν και μετακινήθηκαν, άλλα χώθηκαν στη μεταφερθείσα άμμο και άλλα έμειναν στη θέση τους με απλωμένες στα κλαδιά πλαστικές σακούλες και απορρίμματα!
Είναι από τις περιπτώσεις εκείνες που τα λόγια και οι λέξεις αδυνατούν να περιγράψουν το μέγεθος της καταστροφής, μια καταστροφή που αποδέχτηκαν χωρίς καμία επιφύλαξη οι εκτιμητές του ΕΛΓΑ και της Κρατικής Αρωγής. «Τους είπα ότι εδώ έγινε η καταστροφή του Νώε» αναφέρει ο Μάκης, για να μεταφέρει την αφοπλιστική απάντηση της εκτιμήτριας «Λάθος, από την καταστροφή του Νώε κάτι έμεινε, εδώ δεν έμεινε τίποτα!»
Ο συνομιλητής εξιστορεί τα γεγονότα του προηγούμενου Σεπτέμβρη, επιχειρεί να ερμηνεύσει το σπάσιμο του συγκεκριμένου αναχώματος και την πλημμύρα ολόκληρης της περιοχής μέχρι τις Εργατικές Κατοικίες, μιλά για τα διπλανά χωράφια που ...εξαφανίστηκαν (!), αλλά και για το αδιανόητο μέγεθος της καταστροφής στη δική του δενδροκαλλιέργεια. Ο ίδιος αποφεύγει την οικονομική αποτίμηση της ζημιάς. Τι να υπολογίσει άλλωστε, τους 50 χιλιάδες τόνους ροδάκινα και νεκταρίνια που βρίσκονταν στο στάδιο της συγκομιδής και τους παρέσυραν τα νερά, το κόστος της αποκατάστασης, την αγορά νέων δέντρων, το μηδενικό εισόδημα και τα λειτουργικά έξοδα της πρώτης πενταετίας μέχρι να καταστούν τα δέντρα παραγωγικά και πόσα άλλα απρόβλεπτα...
Μόνο για να απομακρυνθούν τα μπάζα και τα φερτά υλικά, να ξεριζωθούν τα δέντρα και να μετακινηθεί η άμμος χρειάζονται 25-30 χιλιάδες ευρώ, δεν είναι εύκολο να διατεθούν αυτά τα χρήματα, την ώρα που οι υποχρεώσεις τρέχουν.
Όσο ο φωτογραφικός φακός απαθανατίζει απόκοσμες εικόνες, ο Μάκης χάνεται στις σκέψεις του. Κοιτάζει το χωράφι του, τη θαμμένη στην άμμο περίφραξη των δύο μέτρων, τα δέντρα και τα αρδευτικά λάστιχα, και θυμάται με πόσο κόπο τα έστρωσε και τα ρύθμισε για να δουλεύουν σωστά, να μην έχουν διαρροές. «Έρχομαι και με πιάνει το παράπονο, δεν μπορείς να βλέπεις να καταστρέφεται με αυτόν τον τρόπο ο αγώνας μιας ολόκληρης ζωής...» λέει, για να συμπληρώσει ότι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο αποφεύγει τις επισκέψεις στο χωράφι. Άλλωστε νιώθει αδύναμος πλέον να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, να παρέμβει για να το επαναφέρει και να το κάνει ξανά παραγωγικό. Με την απογοήτευση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του περνά ακόμα και η σκέψη για την εγκατάλειψη της καλλιέργειάς του. Θα μπορούσε ίσως να προσπαθήσει ξανά παρά τα χρόνια του εάν θα τον στήριζε η Πολιτεία των τόσων υποσχέσεων, αλλά αυτή η στήριξη ακόμα δεν έχει φθάσει. Άλλωστε, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, κανείς δεν μιλά πλέον για την καταστροφή, ιδιαίτερα στο Κιόσκι.