Λίγα λεπτά πριν μπει η άνοιξη, ο Μάρτιος ξημέρωσε με βαρυχειμωνιά. Μια βαρυχειμωνιά που δε λέει να φύγει απ’ την ψυχή… και πώς να φύγει, αφού ο εφιάλτης είναι εδώ και υπενθυμίζει πόσο μικροί και αδύναμοι είμαστε… Αυτά τα συναισθήματα, του πόνου που έγινε οργή, της θλίψης, του τρόμου, αλλά και το τι συνέβη εκείνες τις κρίσιμες ώρες αποπειράται να καταγράψει ο Λαρισαίος σκηνοθέτης Σεραφείμ Ντούσιας στο ντοκιμαντέρ του «28.02.23 23:22», που πρόκειται να δημοσιευθεί στο CNN Greece την ερχόμενη Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου.
Ο ίδιος μιλώντας στην «Ε» διευκρινίζει ευθύς εξαρχής ότι πρόθεσή του δεν ήταν να φτιάξει ένα ντοκιμαντέρ που θα αναζητά φταίχτες ή θα προσπαθεί να ξετυλίξει το κουβάρι των ευθυνών, αλλά μια βαθιά επιθυμία, μια εσωτερική του ανάγκη, τον ώθησε στο να μιλήσει με τους ανθρώπους που θέλησαν να μοιραστούν την ιστορία τους, τα συναισθήματά τους ή απλά να διηγηθούν τα γεγονότα εκείνης της νύχτας, όπως τα έζησαν ο καθένας από το δικό του μετερίζι.
«Δύσκολο θέμα. Άπιαστο θέμα. Υπάρχουν φορές που δεν υπάρχει λόγος να μιλάμε. Είναι αυτές οι φορές που ο πόνος, η θλίψη, η οργή, το γιατί… πνίγουν κάθε σκέψη.
Το 2003 ήμουν μαθητής Λυκείου και θυμάμαι να στέκομαι μπροστά από την τηλεόραση παρακολουθώντας έκτακτα δελτία ειδήσεων να περιγράφουν την τραγωδία που είχε συμβεί στην Κοιλάδα των Τεμπών, με τους 49 μαθητές που επέστρεφαν από την εκδρομή τους. Τότε, 21 παιδιά έχασαν τη ζωή τους. Θυμάμαι τους γονείς μου να παρακολουθούν ειδήσεις και να σφίγγουν τα χέρια τους.
20 χρόνια μετά, κρατώντας το ίδιο σημείο, έχοντας πλέον τη θέση των γονιών μου -ως πατέρας- δύο αμαξοστοιχίες συγκρούονται. Σιωπή.
Θυμάμαι να μπαίνω στο αυτοκίνητο και να φτάνω στο γραφείο. Τα μηνύματα… οι ειδήσεις… βομβάρδιζαν το κινητό μου. Ήταν άλλη μία από αυτές τις στιγμές, που πολίτες κάθε ηλικίας σωπαίνουν. Ο καθένας βάζει στη θέση αυτών των αδικοχαμένων ανθρώπων τον εαυτό του. Η σκέψη όλων στους γονείς και συγγενείς των θυμάτων. Παγώνουν τα πάντα. Δεν ακούς γέλια, δεν μπορείς να συζητήσεις για δουλειά, δεν σε νοιάζει αν θα φας ή αν θα πιεις νερό… Προσπαθείς μονάχα να κατανοήσεις τι έχει συμβεί. Θυμάμαι τρόμαζα και μόνο στη σκέψη ότι σε λίγες ώρες θα έπρεπε να γυρίσω στο σπίτι και να αντικρίσω το κοριτσάκι μας. Αυτό το συναίσθημα κράτησε μέρες. Πότε έκλαιγες, πότε γελούσες αμήχανα. Η επιθυμία μου να μιλήσω με τους γονείς μου και με φίλους στη Λάρισα ήταν έντονη. Ένιωθα ότι η Λάρισα, για κάποιον λόγο, πρωταγωνιστεί για άλλη μια φορά σε τίτλους κακών μαντάτων. Περίπου στα μέσα του 2023, αποφασίζουμε σαν όμιλος -DPG Digital Media Group- να κάνουμε ένα οδοιπορικό για να συναντήσουμε ανθρώπους που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έγιναν πρωταγωνιστές σε ακόμα μια μαύρη σελίδα της χώρας μας. Η δημοσιογραφική έρευνα ξεκίνησε έχοντας ως κατεύθυνση ότι δεν πάμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι των ευθυνών. Δεν ήταν αυτός ο στόχος μας. Αλλά και να ήταν, ας μη γελιόμαστε, στην Ελλάδα ζούμε. Ποτέ δεν υπάρχει κανένα κουβάρι και καμία ευθύνη για τίποτα. Θέλαμε απλά να ακούσουμε τις αφηγήσεις όσων ανθρώπων δέχτηκαν να μας μιλήσουν. Όσων ανθρώπων δηλαδή ήθελαν να μοιραστούν τη δική τους ιστορία, από το δικό τους μετερίζι» αποκαλύπτει.
Ζητώντας από τον Σεραφείμ Ντούσια να περιγράψει καρέ-καρέ τη δημιουργία του ντοκιμαντέρ, ανέφερε πως: «Τέλη Ιανουαρίου 2024, ξεκινάμε το οδοιπορικό με πρώτο σταθμό τη Θεσσαλονίκη. Φτάσαμε στην Κτηνιατρική Σχολή, όπου είχαμε ραντεβού με ένα ζευγάρι που έχασαν το παιδί τους. Έρχεται ο πατέρας και μας παίρνει από την είσοδο. Ήρεμος άνθρωπος. Ψύχραιμος. Μας κατευθύνει στο γραφείο του, όπου εκεί μας περίμενε η σύζυγός του. Νομίζω ότι δεν θα ξεχάσω πότε το βλέμμα της. Κενό. Μία μάνα που τα μάτια της είχαν στερέψει. Το έβλεπες. Έβλεπες το βλέμμα της. Δεν ξέραμε αν έπρεπε με κάποιον τρόπο να ελαφρύνουμε το κλίμα, γιατί σίγουρα η συνέντευξη που θα ακολουθούσε θα ήταν ακόμα πιο δύσκολη. Εκείνη την ημέρα στη Θεσσαλονίκη πραγματοποιήσαμε 4 συνεντεύξεις, με τελευταία την κυρία Καρυστιανού. Ήταν ακριβώς το προηγούμενο βράδυ πριν μιλήσει στη Βουλή. Με την κάθε πρόταση που έλεγε, δημιουργούσε νέες απορίες και κενά. Το «γιατί;» μεγάλωνε με κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα της. Αφού ολοκληρώθηκε και η τελευταία συνέντευξη, ξεκινήσαμε (περίπου 23:30) από Θεσσαλονίκη για Λάρισα. Έχοντας όλη αυτήν την πληροφορία στο κεφάλι μου, έκανα κάτι που νομίζω κάνει ο καθένας μας. Προσπαθούσα να φέρω τον εαυτό μου στη θέση αυτών των ανθρώπων. Όταν τα αυτοκίνητά μας έφτασαν στο ύψος που έγινε το τραγικό δυστύχημα -περίπου 00:30 ήταν-, ένιωσα το απόλυτο κενό. Ξαφνικά οι φωνές των γονιών που κυριαρχούσαν στη σκέψη μου σώπασαν. Έξω δεν έβλεπες τίποτα. Παντού σκοτάδι. Το κρύο σε τρυπούσε. Το μυαλό μου προσπαθούσε να κάνει εικόνα εκείνες τις πρώτες στιγμές της 28ης Φεβρουαρίου του 2023 στις 23:22. Το μόνο που θα έβλεπαν εκείνοι οι άνθρωποι… ήταν φλόγες. Το μόνο που θα άκουγαν… ήταν φωνές και ουρλιαχτά. Αυτό προσπαθούσαν να μας περιγράψουν και οι πρώτοι αστυνομικοί που έφτασαν στο σημείο, κατά τη διάρκεια της συνέντευξής τους.
Ο διοικητής του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, ο τότε Δήμαρχος της πόλης, ο διευθύνων σύμβουλος της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», η συντονίστρια του ΕΚΑΒ που έτυχε να έχει βάρδια εκείνο το βράδυ, ένας εκ των γιατρών του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, κατάφεραν -ο καθένας από τη σκοπιά του- να μας σκιαγραφήσουν τα όσα συνέβησαν το πρώτο 24ωρο. Στις δύο μέρες που έμεινε το συνεργείο στη Λάρισα, χρειάστηκε να επισκεφτούμε το σημείο του δυστυχήματος 3-4 φορές. Κάθε φορά που πηγαίναμε, σκεφτόμουν πόσο δύσκολο ήταν να προσεγγίσουν όλα αυτά τα οχήματα το σημείο από τον παράδρομο της Παλιάς Εθνικής Οδού. Όταν επιστρέφαμε στη βάση μας, σκεφτόμουν ότι το πατρικό μου είναι δίπλα στις γραμμές του τρένου. Τι θα γινόταν, άραγε, αν η σύγκρουση γινόταν λίγο νωρίτερα, μέσα στην πόλη; Μετά σκεφτόμουν τον πατέρα μου που όταν ήμουν μικρός και περνούσαμε με το αυτοκίνητο τις ράγες του τρένου – τη στιγμή που οι μπάρες ήταν ανεβασμένες, κοιτούσε αριστερά και δεξιά και εγώ τον ρωτούσα «γιατί κοιτάς αν έρχεται τρένο, αφού ο άνθρωπος έχει σηκωμένες τις μπάρες». Η απάντηση που έπαιρνα ήταν «ακριβώς για αυτό πρέπει να κοιτάς πάντα αν έρχεται τρένο».
Όσο πλησιάζουν οι μέρες που θα δημοσιευθεί η συγκεκριμένη παραγωγή στο CNN Greece, ο Σεραφείμ εκμυστηρεύεται ότι βλέπουν ξανά και ξανά το υλικό. «Ακούμε διαρκώς τις συνεντεύξεις, προσπαθώντας να είμαστε σωστοί απέναντι στους ανθρώπους που μας εμπιστεύτηκαν τα λόγια τους. Πού καταλήγουμε; Δεκάδες νέοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εκείνη τη νύχτα και εκατοντάδες άλλοι έχασαν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο. Αν δεν είσαι ένας από αυτούς και τυχαίνει να διαβάζεις τώρα αυτή τη συνέντευξη, θα αλλάξει κάτι στη ζωή σου; Όχι. Θα γυρίσεις στην επόμενη σελίδα και θα πας τη ζωή σου παρακάτω. Όπως, άλλωστε, αναγκάστηκαν να κάνουν και οι γονείς των παιδιών που χάθηκαν το 2003… Ασχέτως αν μια φλόγα θα καίει πάντα μέσα τους. Ο Σόλων είχε πει: «Οι νόμοι μοιάζουν με τον ιστό της αράχνης: αν πέσει πάνω του κάτι ελαφρό και αδύναμο, το συγκρατεί, αν όμως πρόκειται για κάτι μεγαλύτερο, σκίζει τον ιστό και φεύγει».
«Η Ελλάδα οφείλει στα παιδιά της να κάνει αυτόν τον ιστό ακλόνητο. Οι γονείς πρέπει να μιλήσουν, πρέπει να εξηγήσουν στα παιδιά τους τι έγινε. Τους το οφείλουν. Τα παιδιά είναι το μέλλον, άρα αυτά που έχουν την εξουσία» λέει. Τόσο απλά, τόσο αληθινά… τόσο συγκλονιστικά.
*Η φωτογράφηση έγινε από τον Λευτέρη Παρτσάλη.