Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Οι επιπτώσεις των πλημμυρών στα εδάφη των αγρών

*ΤΙ ΕΔΕΙΞΑΝ ΕΡΕΥΝΕΣ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΟΥ ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ» *ΣΕ ΠΟΙΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΒΟΥΝ ΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ

Δημοσίευση: 08 Νοε 2023 13:30
Δειγματοληψία επικάθησης ιζημάτων σε καλλιέργεια βάμβακος και έντονα διαβρωμένου εδάφους Δειγματοληψία επικάθησης ιζημάτων σε καλλιέργεια βάμβακος και έντονα διαβρωμένου εδάφους

Συνέντευξη στον Γιώργο Ρούστα

Τα πρώτα συμπεράσματα από τις αυτοψίες που πραγματοποίησαν 3 συνεργεία δειγματοληψιών του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών (ΙΒΚΦ) του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού «ΔΗΜΗΤΡΑ» (ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ»), τα οποία καθημερινά εκτελούσαν διαδρομές προκειμένου να καλυφθεί το σύνολο των περιοχών που επλήγησαν, συλλέγοντας 300 σύνθετα δείγματα ιζημάτων και εδάφους από περιοχές που επλήγησαν από τα πλημμυρικά φαινόμενα, παρουσιάζουν με συνέντευξή τους στην «Ε» οι ερευνητές δρ Χρήστος Νούλας (Γονιμότητα Εδαφών) και δρ Ελευθέριος Ευαγγέλου (Ποιότητα Εδάφους).

Ταυτόχρονα αναλύουν τις περιπτώσεις στις οποίες τα ιζήματα λάσπης είναι επιβλαβή για το έδαφος, παρέχοντας συμβουλές και οδηγίες προς τους παραγωγούς. Το σημαντικό είναι ότι οι απόψεις τους βασίζονται σε εργαστηριακά στοιχεία και όχι σε εκτιμήσεις.
Ποιες δράσεις ανέλαβε το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών μετά την κακοκαιρία «Daniel»;
Αμέσως μετά την εκδήλωση των πρώτων πλημμυρικών φαινομένων το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών (ΙΒΚΦ) του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού «ΔΗΜΗΤΡΑ» (ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ») εξέδωσε σχετικές οδηγίες με τις άμεσες ενέργειες, στις οποίες πρέπει να προβεί ο παραγωγός για τη διαχείριση των γεωργικών εδαφών. Οι οδηγίες αναρτήθηκαν στους ιστοχώρους του ΥΠΑΑΤ και του ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ», στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών και του ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ», και διανεμήθηκαν μέσω του ΓΕΩΤΕΕ σε όλη τη γεωπονική κοινότητα, τους συνεταιρισμούς και τους αγρότες.
Το βασικότερο είναι ότι αμέσως μετά την κακοκαιρία «Daniel» που έπληξε τη Θεσσαλία, το ΙΒΚΦ του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού «Δήμητρα» ανέλαβε τη διεξαγωγή σχετικής έρευνας προκειμένου να διαπιστωθούν οι επιπτώσεις της κακοκαιρίας στα πλημμυρισμένα εδάφη της περιοχής με στόχο την άμεση ενημέρωση των παραγωγών για τη βέλτιστη διαχείριση των εδαφών για τη νέα καλλιεργητική περίοδο και μεσοπρόθεσμα την όσο το δυνατόν ταχύτερη αποκατάσταση της γονιμότητάς τους, ώστε μπορέσουν να καλλιεργηθούν ύστερα από την αποστράγγισή τους. Για τον σκοπό αυτόν δημιουργήθηκαν 3 συνεργεία δειγματοληψιών, τα οποία καθημερινά εκτελούσαν διαδρομές προκειμένου να καλυφθεί το σύνολο των περιοχών που επλήγησαν. Συλλέξαμε 300 σύνθετα δείγματα ιζημάτων και εδάφους από περιοχές που επλήγησαν από τα πλημμυρικά φαινόμενα. Εκτός των δειγματοληψιών εδάφους και ιζημάτων τα συνεργεία πραγματοποιούσαν και αυτοψίες στις περιοχές που επισκέπτονταν προκειμένου να υπάρχει μια συνολική εικόνα για την επίδραση των φαινομένων και στις καλλιέργειες της περιοχής. Ταυτόχρονα, το διαπιστευμένο εργαστήριο αναλύσεων εδαφών φυτών και νερών του Ινστιτούτου πραγματοποιούσε με εντατικούς ρυθμούς τις απαιτούμενες εδαφολογικές αναλύσεις για να έχουμε όσο πιο σύντομα ακριβή εικόνα, κυρίως των βασικών φυσικοχημικών ιδιοτήτων των ιζημάτων λάσπης που είχαν επικαθήσει σε χιλιάδες στρέμματα εδαφών.
Τέλος, σε συνεργασία με άλλα Ινστιτούτα του ΕΛΓΟ Δήμητρα προχωρήσαμε σε αναλύσεις των αποτελεσμάτων με τη βοήθεια της τηλεπισκόπησης.
Ποια είναι τα πρώτα συμπεράσματα από τις αυτοψίες που πραγματοποιήθηκαν;
Το βασικό συμπέρασμα από τις αυτοψίες είναι ότι διαπιστώθηκε ένα μεγάλο εύρος στην ένταση των επιπτώσεων της κακοκαιρίας που συνοψίζεται σε 3 βασικές κατηγορίες: Εναπόθεση φερτών υλικών (ιλύς, πέτρες κ.λπ.) σε παραγωγικές εκτάσεις, διάβρωση και μεταβολή της φυσικής κατάστασης (π.χ. αερισμός, σταθερότητα των συσσωματωμάτων) των γεωργικών εδαφών, ιδιαίτερα σε επικλινή και ήδη υποβαθμισμένα εδάφη και συσσώρευση και παραμονή υδάτων στους αγρούς για μέρες, με επίδραση στη χημεία, το βιολογικό δυναμικό και εν τέλει τη γονιμότητα των εδαφών.
Οι επιπτώσεις στα εδάφη των αγρών σε σχέση με κάθε μία από τις παραπάνω κατηγορίες είναι διαφορετικές ανάλογα της τοπογραφίας του αγρού και της εξέλιξης των πλημμυρικών φαινομένων. Συνεπώς, ο κάθε αγρός θα πρέπει να εξεταστεί ξεχωριστά, προκειμένου ο κάθε παραγωγός να γνωρίζει τις ενέργειες που πρέπει να κάνει για τη βέλτιστη διαχείριση του εδάφους του αγρού του. Για την επίδραση της διάβρωσης, για παράδειγμα, υπάρχουν περιπτώσεις αγρών στους οποίους δημιουργήθηκαν μικρού βάθους «αυλάκια» (αυλακωτή διάβρωση), τα οποία με την κατεργασία του εδάφους (κατά τις ισοϋψείς) αναμένεται να αποκατασταθούν, ενώ αντίθετα υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες το σύνολο του γόνιμου εδάφους του αγρού έχει χαθεί ή έχουν δημιουργηθεί «χαράδρες» βάθους αρκετών μέτρων, καταστάσεις οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθούν.
Ποιες είναι οι παράμετροι που μελετήσατε;
Όπως προαναφέραμε, συλλέχθηκαν 300 σύνθετα δείγματα ιζημάτων και εδάφους. Από τα σημεία που συλλέχθηκε ίζημα, συλλέχθηκε και εδαφικό δείγμα για να υπάρξει μια πρώτη σύγκριση των ιδιοτήτων των ιζημάτων και εκείνων των εδαφών. Το βασικότερο σαν άμεσο επόμενο βήμα είναι να συλλεχθούν εκ νέου δείγματα εδαφών μετά την ενσωμάτωση (εκεί όπου είναι εφικτό) των φερτών ιζημάτων με το έδαφος. Την περίοδο αυτήν έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση της έρευνας που αφορά κυρίως στην ανάλυση των δειγμάτων των ιζημάτων λάσπης που έχουν εναποτεθεί πάνω στους αγρούς. Έχουν μετρηθεί στο εργαστήριο και έχουν υπολογιστεί 27 φυσικοχημικές ιδιότητες που αφορούν στη δομή των ιζημάτων.
Τι έχουν δείξει τα εργαστηριακά σας αποτελέσματα;
Υπάρχει μια σημαντική παραλλακτικότητα στις τιμές των αποτελεσμάτων για κάθε ιδιότητα, επιβεβαιώνοντας το βασικό συμπέρασμα των αυτοψιών. Τα ιζήματα διαφέρουν σημαντικά τόσο στην υφή και τα ποσοστά τους σε άμμο, άργιλο και ιλύ, όσο και στην περιεκτικότητά τους σε θρεπτικά στοιχεία. Οι διαφορές αυτές οφείλονται κυρίως στις πηγές προέλευσης και τα διαφορετικά εδάφη από τα οποία προήλθαν, καθώς και στην απόσταση που διένυσαν μέχρι την επικάθησή τους σε σχέση με το ποτάμι ή το ρέμα που πλημμύρισε. Τα πιο χονδρόκοκκα υλικά (μεγαλύτερα ποσοστά άμμου) έχουν επικαθήσει πιο σύντομα και πιο κοντά στα σημεία εκδήλωσης των πλημμυρών σε σχέση με τα αργιλώδη πιο «ελαφρά» υλικά. Σχετικά με την υφή τους, τα περισσότερα δείγματα αποτελούν αργιλώδη βαριά και μέσης σύστασης πηλώδη υλικά.
Γενικότερα, μπορούμε να πούμε ότι οι τιμές των φυσικοχημικών ιδιοτήτων των ιζημάτων βρίσκονται μέσα στα όρια των τιμών των περισσοτέρων εδαφών που απαντώνται στη Θεσσαλία. Συνοπτικά, θα λέγαμε ότι έχουν μικρό οργανικό φορτίο, μικρή αλατότητα, αλκαλική αντίδραση (pH = 7,9), με συγκεντρώσεις θρεπτικών στοιχείων και βαρέων μετάλλων που συναντούμε σε εδάφη της Θεσσαλίας.
Τα ιζήματα λάσπης είναι επιβλαβή για το έδαφος;
Τα ιζήματα λάσπης από άποψη χημικών ιδιοτήτων, δηλαδή του pH, των συγκεντρώσεων θρεπτικών στοιχείων, και των ορίων των βαρέων μετάλλων δεν φαίνεται να αποτελούν σοβαρό κίνδυνο εάν ενσωματωθούν με το έδαφος όταν μιλάμε για διαχειρίσιμους όγκους υλικών που μπορούν με κάποιο είδος κατεργασίας να ενσωματωθούν. Όμως, τα λεπτόκοκκα, από άποψη κοκκομετρικής σύστασης ιλυο-αργιλώδη υλικά των ιζημάτων με πολύ μικρό πορώδες, προσροφούν νερό που δεν αποστραγγίζει εύκολα, δημιουργώντας ανοξικές συνθήκες και σημαντική δυσκολία στη λειτουργία των ριζών, καθώς και στον αερισμό του υποκείμενου εδάφους. Ως εκ τούτου, τα υλικά αυτά θα πρέπει να ενσωματωθούν στο έδαφος προκειμένου να αναμειχθούν με τα συστατικά του για να μην αποτελούν πρόβλημα. Υπάρχουν, μάλιστα, και πολλές περιπτώσεις όπου η ενσωμάτωση του ιζήματος θα ευνοήσει τις εδαφικές ιδιότητες του αγρού, όπως η δομή του, αλλά και καθώς πολλά ιζήματα είναι δυνητικά πολύτιμες πηγές θρεπτικών στοιχείων του εδάφους μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα αζώτου (Ν), φωσφόρου (Ρ) και καλίου (Κ).
Ποια πρέπει να είναι η διαχείριση των ιζημάτων λάσπης που έχουν επικαθήσει στους αγρούς;
Tο πιο σημαντικό στοιχείο που καθορίζει τον τρόπο διαχείρισης των ιζημάτων στους αγρούς είναι ο συνολικός τους όγκος που θα καθορίσει τη δομή του εδάφους μετά την ενσωμάτωση. Αν και έχει μετρηθεί έως και 110 εκ. ύψος ιζήματος στους αγρούς, ο μέσος όρος του ύψους είναι τα 10,4 εκ. Το 84% των αγρών της δειγματοληψίας έχει ύψος μικρότερο των 10 εκ. και το 64% μικρότερο των 5 εκ. Στους περισσότερους αγρούς, με ύψος ιζήματος μικρότερο από 15-20 εκ., φαίνεται να είναι δυνατή η ενσωμάτωση χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Όταν, όμως, το ύψος του ιζήματος αυξάνει πάνω από 20 εκ., αναμένεται σημαντική επίδραση με την ενσωμάτωση στην ποιότητα του εδάφους και θα πρέπει κατά περίπτωση να αναζητηθούν τρόποι αποκατάστασης των εδαφών αυτών.
Ένα πρώτο μέτρο που θα πρέπει να εξεταστεί για παράδειγμα είναι η δυνατότητα μείωσης του ύψους ιζήματος αν ισοπεδωθεί το υλικό σε όλη την έκταση του αγρού. Τα εδάφη θα πρέπει να έχουν στεγνώσει επαρκώς και να έχουν στραγγίσει προκειμένου να καλλιεργηθούν χωρίς προβλήματα. Έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο που ενώ το επιφανειακό ίζημα δείχνει εντελώς στεγνό, το υποκείμενο έδαφος να κρατά πολύ υγρασία. Συνεπώς, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην υγρασία του εδάφους κάτω από το ίζημα προκειμένου να γίνει οποιαδήποτε εργασία κατεργασίας, ώστε να αποφευχθεί η συμπίεση του εδάφους που θα δημιουργήσει προβλήματα μειωμένης παραγωγής στις επερχόμενες καλλιεργητικές περιόδους.
Τα εδάφη που έχουν κατακλυστεί με νερό για πολλές μέρες;
Εάν παραμείνουν τα νερά για μεγάλο χρονικό διάστημα, θα αλλάξει πιθανότατα η χημική κατάσταση και η γονιμότητα των εδαφών σε σχέση με την προγενέστερη κατάσταση. Η περιεκτικότητα του εδάφους σε νερό επηρεάζει το pH, τη διάχυση διαλυτών ουσιών και αερίων και τη διαθεσιμότητα θρεπτικών ουσιών. Για τα εδάφη που έχουν παραμείνει κατακλυζόμενα με νερό για αρκετές ημέρες είναι σίγουρο ότι θα πρέπει να αλλάξει η «παραδοσιακή» λιπαντική αγωγή που ακολουθούν πολλοί παραγωγοί, εφαρμόζοντας συγκεκριμένες ποσότητες λιπασμάτων σε κάθε αγρό και θα πρέπει να αναθεωρηθεί μετά από πρόταση λίπανσης από ειδικούς μετά τη σωστή δειγματοληψία και την ανάλυση του εδάφους για κάθε καλλιέργεια.
Ποια είναι τα επόμενα στάδια της έρευνάς σας;
Τα επόμενα στάδια της έρευνας περιλαμβάνουν στοχευμένες δειγματοληψίες σε περιοχές που έχουν συγκεκριμένα προβλήματα, όπως έντονες διαβρώσεις, και στις περιοχές που έχει πραγματοποιηθεί η ενσωμάτωσή μεγάλου όγκου ιζήματος προκειμένου να αποτιμηθεί η επίδρασή του στην ποιότητα και παραγωγικότητα του εδάφους. Τα αποτελέσματα θα ενσωματωθούν στη γεωχωρική βάση του Ινστιτούτου και θα αναλυθούν περαιτέρω και με τη συνεργασία συναδέλφων από άλλα Ινστιτούτα του ΕΛΓΟ Δήμητρα, με τη βοήθεια εργαλείων τηλεπισκόπησης. Τέλος, για τις περιπτώσεις των εδαφών που έχουν πληγεί σοβαρά, θα εξεταστούν συγκεκριμένα μέτρα αποκατάστασης κατά περίπτωση μετά από σχετική έρευνα και επικοινωνία με συναδέλφους τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Gallery άρθρου