προ των πυλών. Όσο ο υδράργυρος σκαρφαλώνει ψηλότερα τόσο δυσκολότερη θα γίνεται η κατάσταση για πολλές κατηγορίες εργαζομένων που αψηφούν -αναγκαστικά- τις υψηλές θερμοκρασίες, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν τον επιούσιο. Είναι οι άνθρωποι που η θερμοκρασία του εργασιακού τους χώρου, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να είναι όση είναι η θερμοκρασία περιβάλλοντος, αλλά υπάρχουν και εργαζόμενοι που μπορεί να δουλεύουν σε ακόμα πιο ακραίες θερμοκρασίες, όπως οι ψήστες. Το μεροκάματο για κάποιους το καλοκαίρι βγαίνει πραγματικά με πολύ ιδρώτα, οι περισσότεροι εκ των οποίων όταν ερωτώνται παραδέχονται ότι η δυσφορία τους είναι μεγαλύτερη αυτήν την εποχή, ωστόσο πολλοί είναι κι εκείνοι που λένε ότι το έχουν συνηθίσει. Όπως ο 47χρονος Γιώργος από την Άρτα, για παράδειγμα, που βρέθηκε στις οικοδομές πριν από 20 χρόνια, όταν το επιχειρηματικό του εγχείρημα ναυάγησε. «Είχα κάνει ένα δικό μου μαγαζί, αλλά δεν πήγε καλά. Ευτυχώς το έκλεισα πριν πιάσω πάτο. Ήρθα Λάρισα και έπρεπε να βρω κάτι να κάνω. Από οικοδομή ήξερα γιατί έβγαινα από παιδί μαζί με τον πατέρα μου. Στην αρχή έκανα μεροκάματα από δω και εκεί. Τώρα δουλεύω σταθερά με συνεργείο. Η ζέστη δεν με ενοχλεί, ο χειμώνας είναι πιο δύσκολος. Έχω συνηθίσει και συνήθως μετά τις 3 δεν δουλεύουμε. Σπάνια πια. Εάν είσαι υγιής, τρως σωστά, ενυδατώνεσαι και προσέχεις να φοράς καπέλο πάντα και κατάλληλα ρούχα, αντέχεις. Δεν μπορούν όλοι να είναι σε γραφείο με κλιματισμό. Κάνω τον σταυρό μου που έχω δουλειά και μπορώ να εξασφαλίσω τα απαραίτητα για το σπίτι μου. Οι εποχές είναι δύσκολες» λέει και αποχωρεί γρήγορα, καθώς του φωνάζει ένας συνάδελφος να ανέβει πιο ψηλά. Σαν τον Γιώργο υπάρχουν πολλοί και σε άλλα πόστα. Οικοδόμοι, εργαζόμενοι σε ψησταριές, αγρότες, μικροπωλητές σε λαϊκές, οδηγοί ταξί, σερβιτόροι που δουλεύουν σε beach bar, μάγειρες, εποχικοί πυροσβέστες, ο κλάδος του τουρισμού γενικότερα, είναι μερικά από τα επαγγέλματα που ο βαθμός δυσκολίας ανεβαίνει κατά πολύ την καλοκαιρινή σεζόν. Είναι οι εργαζόμενοι παντός καιρού και όχι μόνο του καλοκαιριού.
Ο Σωτήρης είναι φοιτητής και σερβιτόρος σε beach bar. Δεν γύρισε όμως στην Αθήνα για το καλοκαίρι, καθώς φοβάται να μη χάσει τη δουλειά του και τα οικονομικά της οικογένειας είναι δύσκολα. «Σίγουρα κάποιες μέρες θα ξεκλέψω για διακοπές, αλλά δεν με ενοχλεί να δουλεύω παρότι ήξερα ότι το καλοκαίρι είναι δύσκολο. Είναι το τρίτο καλοκαίρι που περνάω δουλεύοντας, αλλά περισσότερο σκάω με την αγένεια παρά με τη ζέστη. Αν η ζέστη γίνει αφόρητη, ρίχνω μια βουτιά και τα ξεχνάω όλα. Κάθε δουλειά έχει τα δικά της και ο καθένας έχει να αντιμετωπίσει ανάλογες δυσκολίες» λέει γελώντας. Πάντως, η Λάρισα είναι μια πόλη που, όπου και αν δουλεύεις, θα έρθεις αντιμέτωπος με τη ζέστη. Άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια από τις θερμότερες πόλεις της Ελλάδος, που ο καύσωνας την προτιμά ιδιαίτερα. Όταν λοιπόν συμβαίνει, και συμβαίνει κάθε καλοκαίρι, να έχουμε παρατεταμένα κύματα καύσωνα, τότε επιχειρήσεις και επαγγελματίες προσαρμόζονται ανάλογα για να το αντιμετωπίσουν. Άλλες διακόπτουν το ντελίβερι τις μεσημεριανές ώρες, κυρίως σε καφέ, άλλοι μειώνουν τις ώρες απασχόλησης των εργαζομένων και αν δεν μπορεί να γίνει τίποτα από αυτά, τότε και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι προσπαθούν να βρουν λύσεις να προστατευτούν. Για παράδειγμα, πολλοί οδηγοί ταξί μετακομίζουν σε πιάτσες όπου μπορεί να υπάρχουν δέντρα για να έχουν σκιά ή απλά παραμένουν μέσα στο όχημα με αναμμένη τη μηχανή όλη την ώρα για να λειτουργεί ο κλιματισμός.
ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΜΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΝΗΣΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
Με αφορμή λοιπόν το γεγονός ότι για τις επόμενες ημέρες οι μετεωρολόγοι προειδοποιούν για υψηλές θερμοκρασίας, το Υπουργείο Εργασίας και η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) εξέδωσαν οδηγίες για την αντιμετώπιση της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων, λόγω υψηλών θερμοκρασιών. Συγκεκριμένα:
- Οι ομάδες με υψηλό κίνδυνο για την υγεία τους από τις υψηλές θερμοκρασίες είναι οι καρδιοπαθείς, οι πνευμονοπαθείς, οι πάσχοντες από χρόνια νοσήματα (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, διαταραχές αρτηριακής πίεσης κ.ο.κ.), οι λαμβάνοντες συγκεκριμένα φάρμακα (π.χ. ινσουλίνη, αντιδιαβητικά, διουρητικά, αντιχολιεργικά κ.ο.κ.), οι γυναίκες κατά την κύηση, καθώς επίσης και τα άτομα που εργάζονται σε ζεστό περιβάλλον. Η ένταξη των εργαζομένων στις παραπάνω ομάδες γίνεται από τον ιατρό εργασίας της επιχείρησης ή, στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η απασχόληση ιατρού εργασίας, με ιατρική βεβαίωση που προσκομίζει ο ίδιος ο εργαζόμενος.
- Τα απαιτούμενα τεχνικά μέτρα, που πρέπει κατά περίπτωση να λαμβάνονται από τους εργοδότες, αφορούν σε μετρήσεις της θερμοκρασίας και της σχετικής υγρασίας στους χώρους εργασίας και σε παρεμβάσεις στα δομικά στοιχεία των κτιρίων, σε τμήματα της παραγωγικής διαδικασίας και στην απαιτούμενη προσαρμογή του μικροκλίματος του εργασιακού χώρου.
- Τα απαιτούμενα οργανωτικά μέτρα αφορούν κυρίως στη χορήγηση διαλειμμάτων κατάλληλης διάρκειας και σε κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο για τον χρόνο ανάπαυσης για τη μείωση της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων σε περίοδο καύσωνα, την παροχή πόσιμου νερού σε θερμοκρασία 10-15 βαθμών C, τον προγραμματισμό των εργασιών, που συνεπάγονται υψηλή θερμική καταπόνηση των εργαζομένων σε ώρες εκτός θερμοκρασιακών αιχμών και τη σύνταξη σχεδίου αντιμετώπισης της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων, τη χορήγηση στους εργαζόμενους κατάλληλων μέτρων ατομικής προστασίας, την οργάνωση υποδομής πρώτων βοηθειών και αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων.
Ειδικότερα δε για τις υπαίθριες εργασίες και τις εργασίες σε εξωτερικούς χώρους, προβλέπεται επιπλέον η χορήγηση και χρήση κατάλληλου καλύμματος κεφαλής, η διαμόρφωση σκιερού μέρους για τα διαλείμματα, η κατασκευή στεγάστρων και ο προγραμματισμός των εργασιών, ώστε οι κοπιαστικότερες να γίνονται στις ώρες που η θερμοκρασία είναι χαμηλότερη, μείωση ή/και παύση των εργασιών κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ των ωρών 12:00-16:00.
Αναφορικά με την παραμονή σε χώρους που κλιματίζονται και ειδικότερα κατά το χρονικό διάστημα που παραμένει υψηλή η διακινδύνευση από την πανδημία του κορονοϊού, πρέπει να λαμβάνονται συστηματικά και να τηρούνται τα ειδικότερα μέτρα για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας από ιογενείς και άλλες λοιμώξεις κατά τη χρήση κλιματιστικών μονάδων, με σκοπό τη σωστή λειτουργία των κλιματιστικών εγκαταστάσεων και την αποφυγή δημιουργίας εστιών μόλυνσης και από άλλους μικροοργανισμούς.