αμαξοστοιχιών στοίχησαν τη ζωή σε 57 ανθρώπους, ως επί το πλείστον νέα παιδιά, βυθίζοντας στο πένθος και την οδύνη τις οικογένειές τους και μαζί και όλη την Ελλάδα. Από εκείνο το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου τα τρένα σίγησαν και «πάγωσαν», όπως και οι καρδιές όλων. Τα δρομολόγια σταμάτησαν και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί άδειοι. Μόνο το προσωπικό προσερχόταν σε αυτούς, ενώ όσοι πολίτες πλησίαζαν ήταν είτε για να διεκπεραιώσουν υποχρεώσεις τους, όπως π.χ. να αλλάξουν εισιτήρια που είχαν εκδώσει, είτε για να διαμαρτυρηθούν και να εναποθέσουν τριαντάφυλλα εις μνήμην των ζωών που χάθηκαν. Δεν έλλειψαν, βέβαια, και αυτοί που δημιούργησαν επεισόδια και προκάλεσαν υλικές ζημιές στον ΟΣΕ.
Κι ενώ οι πληγές είναι ακόμη νωπές, ανοίγει η συζήτηση για «επάνοδο στην πραγματικότητα», δηλαδή την επανέναρξη των δρομολογίων, εντός των επόμενων εβδομάδων. Πρώτα, μάλιστα των εμπορικών αμαξοστοιχιών, καθώς η Κυβέρνηση δέχεται τεράστιες πιέσεις από επιχειρήσεις που διακινούν προϊόντα και τα κόστη είναι δυσθεώρητα, και σε δεύτερη φάση του προαστιακού, αφού έχουν πρώτα ολοκληρωθεί, όπως υποστηρίζουν, όλες οι απαραίτητες διεργασίες για την ασφαλή επαναλειτουργία τους. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν φαίνεται να βρίσκει ευήκοα ώτα μεταξύ των πολιτών, καθώς η πλειοψηφία τους κάνει λόγο για γρήγορη και βιαστική επαναλειτουργία, που πραγματοποιείται κάτω από ασκούμενες πιέσεις.
ΕΝΤΟΝΕΣ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ
Το σοκ στο οποίο έχει περιέλθει ολόκληρη η κοινωνία, ιδίως δε η λαρισαϊκή, που χρησιμοποιούσε το τρένο καθημερινά για τις μετακινήσεις της, είτε λόγω δουλειάς είτε λόγω σπουδών, στον Βόλο, τα Παλαιοφάρσαλα, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, είναι μεγάλο και έχει ως αποτέλεσμα να συνδεθεί στη συνείδησή τους με τον φόβο. Ποια μάνα, λοιπόν, ποιος πατέρας θα αφήσει τόσο σύντομα, όπως χαρακτηριστικά λένε, το «βλαστάρι» τους να μετακινηθεί ξανά με τον σιδηρόδρομο; Προτιμούν να τον μεταφέρουν οι ίδιοι ακόμη κι αν από τη Λάρισα σπουδάζει στην Κομοτηνή και είναι μισής μέρας ταξίδι. Αλλά και από την άλλη, ακόμη κι η ίδια η νεολαία, που χαρακτηριστικό της είναι η άγνοια κινδύνου, δεν νιώθει πια ασφαλής και δεν δέχεται αυτήν τη φορά να «σωπάσει» και να επιτρέψει «να κρυφτούν τα προβλήματα κάτω από το χαλί». Όπως και τόσοι άλλοι άνθρωποι που κάθε πρωί ξεκινούσαν για τις δουλειές τους επιβιβαζόμενοι στον σιδηρόδρομο, δεν δέχονται ότι πλέον θα αγωνιούν για το αν θα επιστρέψουν ξανά στο σπίτι και την οικογένειά τους.
Ενώ λοιπόν ο φόβος τους έχει φουντώσει κι η εμπιστοσύνη τους στους αρμόδιους έχει χαθεί μετά από όλα όσα έγιναν και βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αυτό που «ζητούν» είναι να καλυφθούν όλες οι συνθήκες ασφαλούς κυκλοφορίας του σιδηρόδρομου και να γίνει ο απαραίτητος εκσυγχρονισμός του, προτού τεθεί πάλι σε λειτουργία. Εκτιμούν δε, ότι τα προβλήματα είναι χρόνια και δεν μπορούν να λυθούν εντός είκοσι ημερών, καθιστώντας ασφαλή τη λειτουργία του. Τα παράπονα, οι διαμαρτυρίες επιβατών και εργαζομένων προς τους αρμόδιους ήταν συχνά -όπως είχε αναδείξει και η «Ε» που γίνεται δέκτης παραπόνων για καθυστερήσεις κ.λπ., αλλά λύσεις δεν δίνονταν, λύσεις που τώρα «ξαφνικά» βρέθηκαν, όπως σημειώνει συμπολίτης.
ΜΟΝΙΜΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΆ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν βλέπουν να γίνεται κάποια «ουσιαστική αλλαγή» από τα εξαγγελλόμενα μέτρα και θίγουν τα προβλήματα που προϋπήρχαν και αγνοούσαν. Το πρωταρχικό πρόβλημα, σημειώνουν, δεν είναι οι κλοπές και οι απόπειρες αφαίρεσης εξοπλισμού του σιδηρόδρομου από διάφορα σημεία του δικτύου και τα προβλήματα που αυτό επιφέρει. Είναι απλά ένα λιθαράκι στη σωρεία προβλημάτων που δεν επιλύονταν. Η μη λειτουργία συστημάτων ή ελαττωματική τους χρήση, η μη χρήση νέου σύγχρονου εξοπλισμού και η χρονοκαθυστέρηση τοποθέτησής του, η έλλειψη προσωπικού, ο συνωστισμός στα δρομολόγια και ο υπεράριθμος των θέσεων επιβιβασμός, οι χρονοκαθυστερήσεις των δρομολογίων, ακόμη και από την αφετηρία, και οι συχνές βλάβες στις μηχανές ή στο σύστημα, όπως ακούγονταν από τα μεγάφωνα, είναι λίγα μόνα από την πληθώρα ουσιωδών προβλημάτων που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης πριν τεθεί σε λειτουργία το σιδηροδρομικό δίκτυο.
Με άλλα λόγια αυτό που κοινώς όλοι και όλες ζητούν, είναι να ελεγχθούν σε βάθος όλες οι δυσλειτουργίες του σιδηροδρόμου.
Ειδικά η πλειοψηφία των Λαρισαίων μαθητών και μαθητριών, όπως και φοιτητών και φοιτητριών, ενθυμάται χαρακτηριστικά πως την καλοκαιρινή περίοδο που εφαρμόζονται τα θερινά δρομολόγια, ο συνωστισμός στις αμαξοστοιχίες με προορισμό παραθαλάσσιες περιοχές, όπως οι Νέοι Πόροι και η Λεπτοκαρυά, ήταν τόσος μεγάλος, που κυριολεκτικά ο ένας ήταν πάνω στον άλλον και σε βαθμό που ενώ φαινόταν πως δεν χωρούσε να ανέβει κανένας άλλος, όλο και προστίθενταν κάποιος. Αν είχε συμβεί τότε το μοιραίο, σημειώνει φοιτήτρια, δεν θα μιλούσαμε για απώλεια μόνο 57 ζωών, αλλά πολύ περισσότερων. Συνωστισμός, βέβαια, που δεν παρατηρείται μόνο την καλοκαιρινή περίοδο, που ως επί το πλείστον οι νέοι χρησιμοποιούν το τρένο για τα μπάνια τους ελλείψει Ι.Χ., αλλά και κατά τις εορταστικές περιόδους και εθνικές επετείους. Κάτι που, όπως αναφέρουν, δεν είναι «αποκλειστικό» πρόβλημα του τρένου, αλλά παρατηρείται και στα ΚΤΕΛ και τις αστικές συγκοινωνίες.
Όλοι έχουν να πουν από μια ιστορία για το ότι σε κάποια από τις πολλές μετακινήσεις τους από και προς τον τόπο σπουδών τους βρέθηκαν αντί να κάθονται σε θέση στα σκαλιά του λεωφορείου σε ταξίδια δύο και πλέον ωρών, λόγω αμέλειας, ασυνειδησίας, δυσλειτουργίας ή «ανοργανωσιάς» των αρμοδίων, όπως και πολλές φορές είδαν βαλίτσες να στοιβάζονται στη γαλαρία ή στα σκαλιά και στην τουαλέτα, λόγω του φόρτου των αποσκευών, αγνοώντας τον κίνδυνο που θα μπορούσαν να επιφέρουν σε ένα απότομο φρενάρισμα, λόγου χάριν, του οδηγού. Ακόμα περισσότεροι είναι αυτοί που θυμούνται να στοιβάζονται «σαν τις σαρδέλες» στις αστικές συγκοινωνίες για να μεταφερθούν στη Σχολή τους, ειδικά σε ώρες αιχμής και την περίοδο των εξεταστικών, όπου η προσέλευση των φοιτητών και φοιτητριών είναι μεγαλύτερη.
«Καταθέτοντας» όλα αυτά, αυτό που επιδιώκουν είναι ο έλεγχος όλων των μέσων μαζικής μεταφοράς, που είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία της κοινωνίας, και η αποκατάσταση των δυσλειτουργιών, προκειμένου να καταστούν ασφαλείς για τις μετακινήσεις των πολιτών, όλων των ηλικιών. Έτσι ώστε το «Ποτέ ξανά» να γίνει από λόγια πράξη και να αποφευχθούν τέτοιου είδους τραγωδίες στο μέλλον, που σήμερα στο όνομα των κερδών των εταιρειών μας κόστισαν το «λίκνο της ζωής».
Σοφία Καραΐσκου