Μέσα σε λίγα λεπτά όλα μπερδεμένα. Το σοκ της πρώτης στιγμής, η άγνοια, η «έκρηξη», οι απειλές και στο τέλος ανακούφιση. Ευχαριστίες και συγγνώμες...
Στο κτίριο του ΕΚΑΒ ο Γιάννης, ο Πέτρος, ο Δημήτρης, η Νατάσα, ο Χάρης, ο Άγγελος, ο Ηλίας, ο Λάζαρος, ο Αναστάσιος, η Σοφία, είναι μερικοί εκ των εργαζομένων που χρόνια τώρα δίνουν μια καθημερινή μάχη. Με τον χρόνο, τις ελλείψεις, τους κινδύνους των δρόμων και φυσικά την αγωνία του κόσμου, που καμιά φορά γίνεται επιθετικός...
«Μας βρίζουν στο τηλέφωνο, μας επιτίθενται ακόμη και όταν πάμε στο σημείο» εξηγούν και θυμούνται όχι και λίγα περιστατικά. «Η μέθη είναι δύσκολο πράγμα. Η αγωνία για έναν δικό σου άνθρωπο επίσης μεγάλη. Η αντίληψη του χρόνου χάνεται και όλοι κάπου θέλουν να ξεσπάσουν για κάτι που τους συνέβη». Και ξεσπάν στους διασώστες συνήθως.
«Τις περισσότερες φορές μας ζητούν συγγνώμη όταν ηρεμήσουν και όλα καλά...».
Οι διασώστες δεν έχουν ψυχολογική υποστήριξη από πουθενά. Από περιστατικό που τελειώνει, πάνε σε περιστατικό που ξεκινάει. Δίχως ανάσα, δίχως σκέψη, χωρίς προετοιμασία. Με την καρδιά τους και το ένστικτο.
«Δουλεύουμε 4 βάρδιες και ζητάμε εδώ και χρόνια μερικά άτομα για να καλύψουμε τις ανάγκες όπως πρέπει». Τα τελευταία χρόνια λόγω της πανδημίας δεν είχαν άδειες. Κι εκεί που άρχισαν τα κρούσματα του κορονοϊού να μειώνονται, η δουλειά όλως περιέργως στο ΕΚΑΒ δεν είχε ανάλογη πορεία.
«Με το που έφυγε η πανδημία, τα περιστατικά έγιναν ακόμα περισσότερα. Τροχαία και καρδιολογικά πήραν την ανηφόρα και τα τηλέφωνα άρχισαν να χτυπούν πάλι σαν τρελά».
Στο τηλεφωνικό κέντρο οι εργαζόμενοι ακούνε ό,τι περίεργο μπορεί να σκεφτεί κανείς.
«Υπάρχει άνθρωπος που πήρε να ρωτήσει για την ώρα που πρέπει να πάρει το χάπι. Παιδιά που καλούν για φάρσα, αλλά και άνθρωποι μονάχοι που δεν ξέρουν πού να απευθυνθούν για να δώσουν λύση σε κάποιο ιατρικό τους ζήτημα...».
Πριν προλάβουν να αφήσουν το ακουστικό κάτω, το «ντριννν» ξαναηχεί. Άνθρωποι απ’ όλη τη Θεσσαλία εξυπηρετούνται από εκεί.
«Οι τηλεφωνητές προσπαθούν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα να εκτιμήσουν την κατάσταση. Όλοι ζητούν γρήγορα γιατί πεθαίνουν. Κάποιοι απ’ αυτούς όντως πεθαίνουν...» περιγράφει μια τηλεφωνήτρια. Ο ρόλος τους είναι να το εκτιμήσουν όσο πιο καλά γίνεται.
Στο πάρκινγκ μόλις πάρκαρε ένα ασθενοφόρο που γύρισε από περιστατικό. Μέτριο το χαρακτηρίζουν σε βαθμό δυσκολίας. Πίνουν λίγο νερό να χαλαρώσουν και εξηγούν πως «όταν περνάμε το κόκκινο παρανομούμε, όμως το κάνουμε βάζοντας πάνω απ’ όλα την ανθρωπιά. Το μισό λεπτό είναι χρόνος».
Τα τελευταία χρόνια εξηγούν πως έχει αλλάξει η συμπεριφορά των οδηγών. Παλιά σταματούσαν και μπλόκαραν χωρίς να το θέλουν. «Να κοιτάζουνε τους καθρέπτες όταν ακούν ή βλέπουν φάρο» δίνουν μια συμβουλή.
Μιλούν για τις δυσκολίες του κέντρου, τους στενούς δρόμους, τις δύσκολες γωνίες με τα παρκαρισμένα Ι.Χ., τα τραπεζοκαθίσματα και τις τέντες. Πράγματα που ζούνε εκείνοι.
Κι από δύσκολες ημέρες; «Τα Σάββατα και γενικά όταν υπάρχουν έξοδοι και υπάρχει αλκοόλ» λένε, και ακούγεται φυσιολογικό. Όμως δεν είναι μόνο το αλκοόλ. Είναι κι αυτό το φαγητό... «Το Πάσχα για παράδειγμα από το βράδυ της Ανάστασης μέχρι και την Κυριακή το απόγευμα, τα περισσότερα περιστατικά σχετίζονται με το απότομο φαγητό. Νωρίτερα μετράμε τις λιποθυμίες από τη νηστεία...».
Στο μικρό τους σαλόνι υπάρχει μια τηλεόραση. Εκεί και μερικά καθίσματα όπου συγκεντρώνονται κάθε τόσο για να συζητούν. Για το ποδόσφαιρο, τον καιρό, τις διακοπές, τα ρούχα. Οτιδήποτε τους κάνει να χαλαρώσουν λιγάκι. Όπως τους ταιριάζει ως ανθρώπους. Να αποσυμπιεστούν λιγάκι από τις έντονες στιγμές.
«Στην καμπίνα ο διασώστης είναι μόνος του. Αυτός και ο ασθενής. Με μοναδικό σκοπό να τον προστατέψει και να του δώσει την πρώτη ελπίδα».
Αυτή της διατήρησης στη ζωή. Σπουδαίο πράμα...
Του Κώστα Γκιάστα