Λάρισας είναι εκτεθειμένα σε μεγάλες πληθωριστικές πιέσεις και βρίσκονται σε απόγνωση. Μια τετραμελής οικογένεια μόνο για τις βασικές ανάγκες θέρμανσης, ηλεκτροδότησης και σίτισης, δαπανά σήμερα κατ’ ελάχιστον 800 ευρώ τον μήνα, με το 35% του ποσού αυτού να πηγαίνει σε καύσιμα, το 40% σε τρόφιμα και το υπολειπόμενο 25% σε έξοδα θέρμανσης...
Την ίδια στιγμή που η ακρίβεια καλπάζει, στα νοικοκυριά η επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης είναι ιδιαίτερα αισθητή, με αποτέλεσμα, όπως έδειξε η πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, να μην προγραμματίζουν αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.), να μην αποταμιεύουν, να ανησυχούν για την ανεργία και να τα βλέπουν «μαύρα» για το 2022. Προμηθευτές και σούπερ μάρκετ προεξοφλούν έναν νέο γύρο ανατιμήσεων σε σειρά βασικών προϊόντων διατροφής, πυροδοτούμενο αυτήν τη φορά από τα δεδομένα που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Ο νέος αυτός γύρος θα έρθει να προστεθεί σε ανατιμήσεις 8%-20% που ήδη είχαν ανακοινωθεί από τους προμηθευτές στους λιανεμπόρους προ της ρωσικής εισβολής, κάτι που πρόκειται να ασκήσει πλέον πολύ σημαντικές πιέσεις, όχι μόνο στα χαμηλά, αλλά και στα μεσαία εισοδήματα. Την ίδια ώρα, έντονη είναι η ανησυχία του επιχειρηματικού κόσμου για κάμψη της ζήτησης, ακόμη και για τα είδη σούπερ μάρκετ, τα οποία θεωρούνται σχετικά ανελαστικές δαπάνες.
Αν και οι περισσότερες πληθωριστικές πιέσεις εντοπίζονται στα είδη που έχουν ως πρώτη ύλη το αλεύρι, το καλαμπόκι, τη σόγια και τα φυτικά έλαια, η εκτόξευση της ενέργειας σε τιμές ρεκόρ θα προκαλέσει μεγάλες αυξήσεις και σε άλλα προϊόντα λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής και του μεταφορικού κόστους. Πλέον, φορείς της αγοράς αναθεωρούν τις προβλέψεις τους, που -προ της ρωσικής εισβολής- έκαναν λόγο για αποκλιμάκωση των τιμών κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2022, και εκτιμούν πως για κάποια προϊόντα, όπως στα σιτηρά, οι τιμές θα παραμείνουν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα στο σύνολο του έτους, γεγονός που προοιωνίζει νέα αύξηση στο ψωμί. Υπό αυτές τις συνθήκες και με δεδομένο ότι τα αποθέματα σιτηρών αρχίζουν να λιγοστεύουν, οι αρτοποιοί της Λάρισας πιστεύουν πως οι αλευροβιομηχανίες σύντομα θα προχωρήσουν σε αυξήσεις στην τιμή των πρώτων υλών, οπότε δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν τη διαφορά και θα αυξήσουν εκ νέου την τιμή του ψωμιού.
ΖΟΦΕΡΗ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Στο μεταξύ, τη ζοφερή πραγματικότητα που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, εν μέσω ενεργειακής κρίσης, καλπασμού του πληθωρισμού και των σφοδρών ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά και προϊόντα, αποτυπώνει ανάγλυφα έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, καθώς τα τρία από τα δέκα θεωρούν πως δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις αυτές το 2022. Η απαισιοδοξία που εκδηλώνουν τα νοικοκυριά για τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση, τροφοδοτείται κυρίως από την ακρίβεια, καθώς στο ερώτημα εάν η αύξηση των τιμών έχει επηρεάσει τα νοικοκυριά των ερωτώμενων σε βαθμό που να αναγκαστούν να μειώσουν δαπάνες για βασικές ανάγκες, το 45,3% απάντησε πολύ, το 31,6% λίγο, ενώ το 21,9% απάντησε αρνητικά. Παράλληλα, τα νοικοκυριά που δηλώνουν πως δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο το 2022 είναι αυξημένα κατά 10% σε σχέση με την έρευνα του 2020. Συγκεκριμένα περισσότερο από 1 στα 4 νοικοκυριά (27,8%) δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές ή/και ασφαλιστικές του υποχρεώσεις, ενώ το 16,8% των νοικοκυριών δήλωσε πως κάποιο μέλος του έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο (Εφορία, Ασφαλιστικά ταμεία).
Αξίζει να σημειωθεί ότι περισσότερα από 5 στα 10 νοικοκυριά (50,9%) περιόρισαν πέρυσι τις δαπάνες τους για εξόδους (εστιατόρια, καφέ, σινεμά κ.λπ.). Το 45,1% των νοικοκυριών ξόδεψαν λιγότερα για ταξίδια, ενώ το 43,3% περιόρισε τις δαπάνες για ένδυση-υπόδηση.
Από την άλλη πλευρά, καταγράφεται εκτίναξη του ποσοστού των νοικοκυριών που αύξησαν τις δαπάνες τους για την κάλυψη βασικών αναγκών, προφανώς λόγω της ακρίβειας των τελευταίων μηνών. Ειδικότερα το 65,1% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού, το 52,8% για είδη διατροφής, το 51,9% για θέρμανση και το 34,7% για υγεία και φάρμακα. Γενικά, οι συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν το 2021 σε σχέση με το 2020 κατά 12% (μεσοσταθμικά).
Περισσότερα από 3 στα 10 (31,2%) νοικοκυριά καθυστέρησαν να αναζητήσουν την κατάλληλη θεραπεία για κάποιο ιατρικό πρόβλημα, 2 στα 10 καθυστερούν να πληρώσουν το ηλεκτρικό ρεύμα και περισσότερο από 1 στα 10 (12,5%) καθυστερεί την πληρωμή λογαριασμών θέρμανσης. Οι αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν για σχεδόν 1 στα 2 νοικοκυριά (49,8%) την κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημά τους και ακολουθούν οι αυξήσεις στα τρόφιμα (21,4%), στη βενζίνη (12,4%) και στο πετρέλαιο θέρμανσης (9,3%).
ΟΙ ΝΕΕΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ
Πάντως εντός της εβδομάδας θα ανακοινωθούν από την Κυβέρνηση τα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας που πυροδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Πρόκειται για τις επιδοτήσεις των λογαριασμών αερίου που θα αφορούν τις καταναλώσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων για Μάρτιο και Απρίλιο. Τα ποσά των ενισχύσεων για νοικοκυριά κι επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις προαναγγελίες, θα παραμένουν στα ίδια επίπεδα με εκείνα του Φεβρουαρίου, καθώς η τιμή χονδρεμπορικής ρεύματος του προηγούμενου μήνα είχε κλειδώσει στα 211,71 ευρώ/MWh, ελαφρώς χαμηλότερη σε σχέση με τον Ιανουάριο (235 ευρώ/MWh). Σχεδόν στα ίδια επίπεδα θα παραμείνουν κι εκείνες των λογαριασμών ρεύματος των επιχειρήσεων και φυσικού αερίου για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Για τις επιδοτήσεις του Απριλίου όμως, υπάρχει πρόθεση να είναι σημαντικά υψηλότερες τόσο για τους οικιακούς καταναλωτές όσο και του φυσικού αερίου. Οι πρώτες πληροφορίες θέλουν η μέση ενίσχυση για ένα νοικοκυριό που καταναλώνει 300 kWh τον μήνα να διαμορφώνεται στα 52 με 53 ευρώ από 39 ευρώ τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο. Δεδομένη θεωρείται και η υψηλότερη ενίσχυση, πάνω από τα 65 ευρώ/MWh η επιδότηση για τις επιχειρήσεις, έστω και αν οι βιομηχανικοί σύνδεσμοι θεωρούν ότι δεν τους καλύπτει.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ