πέρα από τις τροποποιήσεις για το βαρύτερο του νομοθετικού πλαισίου. Δεν υπάρχουν άλλες ουσιαστικές ενέργειες από την πολιτεία που να βοηθούν να περιοριστεί το φαινόμενο συνολικά. Βοηθούν μόνο στο να βγει το φαινόμενο από το γήπεδο και να πάει στη γειτονιά...».
Έτσι περιγράφει τις πρώτες του σκέψεις για το περιστατικό που έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο και δεν είναι άλλο από τη δολοφονία του Άλκη στη Θεσσαλονίκη, ο πρόεδρος του Κέντρου Μελέτης Εγκλήματος, κ. Διονύσης Χιόνης στην «Ε» κληθείς να μιλήσει γενικότερα για το ζήτημα της οπαδικής βίας.
Ο κ. Χιόνης δικηγόρος Αρείου Πάγου με ειδίκευση στην Εγκληματολογία τόνισε συμπερασματικά πως για να δοθεί μια ουσιαστική λύση στο ζήτημα θα πρέπει να υπάρξει ένωση δυνάμεων με οδηγό την πολιτεία. Μίλησε για το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της υπόθεσης, για το νεαρό της ηλικίας των δραστών – θύματος, για την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, αλλά και το πρώτο μήνυμα των γονιών του Άλκη. Η συζήτηση είναι η εξής:
*Πώς σχολιάζετε το γεγονός πως από τα μέχρι στιγμής δεδομένα και οι θύτες είναι νέα παιδιά;
-Γενικότερα σε τέτοιες περιπτώσεις τα πρόσωπα που έχουν εμπλακεί σε επεισόδια χουλιγκανισμού τόσο μέσα στα γήπεδα όσο και έξω από αυτά, τόσο οι δράστες όσο και τα θύματα είναι νέοι άνθρωποι ως επί το πλείστον. Το προφίλ των δραστών που σχετίζονται με τέτοιου είδους εγκλήματα έχει να κάνει με νέους και πολύ συχνά με ανήλικους.
*Τι το ιδιαίτερο έχει αυτή η περίπτωση από τη δική σας σκοπιά; Έχει συγκλονίσει την Ελλάδα και απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τα ΜΜΕ, αλλά και μερικά του εξωτερικού.
-Μία δολοφονία είναι ούτως ή άλλως πάντα σοκαριστική και προκαλεί το ενδιαφέρον των ΜΜΕ. Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν είχαμε να κάνουμε με μια σύγκρουση στρατών – οπαδών. Μιλάμε για ένα θύμα που ήταν αμέτοχο σε τέτοια περιστατικά. Ήταν ένας νέος άνθρωπος που «άραζε» με τους φίλους του, τον ρώτησαν τι ομάδα είναι και έγινε θύμα ανθρωποκτονίας επειδή απάντησε αυτό που αγαπούσε. Αυτό είναι σοκαριστικό.
Υπάρχει μια χρονική εγγύτητα με την προηγούμενη ανθρωποκτονία του Μπόσκο του Βούλγαρου πάλι στη Θεσσαλονίκη. Από το 1983 έχουμε περιστατικά στην Ελλάδα από τα οποία χάνουν άνθρωποι τη ζωής τους εξαιτίας της οπαδικής βίας, άμεσα ή έμμεσα. Σπάνιες όμως είναι οι περιπτώσεις που σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα έχουμε συνεχόμενα περιστατικά. Επίσης σημαντικό στοιχείο του εγκλήματος είναι πως υπάρχουν πολλοί εμπλεκόμενοι. Τέλος να μην ξεχνάμε πως και η δυναμική των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι μεγάλη και συμβάλλει στο να διατηρείται αμείωτο το ενδιαφέρον του κόσμου γύρω από τις εξελίξεις που είναι ραγδαίες.
*Ο ένας φέρεται πως προσπάθησε να πάρει εκδίκηση για προηγούμενα χτυπήματα, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά. Τώρα ίσως υπάρξουν αντίποινα. Πώς κλείνει ένας τέτοιος κύκλος αίματος; Η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας μπορεί να παίξει ρόλο;
-Πολύ φοβάμαι πως η στάση της κοινής γνώμης δεν αρκεί για να αλλάξει όλο αυτό που ζούμε. Είναι πολύ θετικό πως υπάρχουν μηνύματα συμπαράστασης και ταυτόχρονα αποστροφής γι’ αυτό που συνέβη, όμως αν δεν παρέμβει η πολιτεία για να λάβει μέρα και να συντονίσει κι άλλους φορείς που μπορούν να δώσουν λύση σ’ αυτό, όπως είναι σύνδεσμοι, ΠΑΕ, ΚΑΕ δεν θα δοθεί λύση και τέλος. Επί της ουσίας δηλαδή θα πρέπει να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι πολλοί διαφορετικοί παράγοντες. Πολύ φοβάμαι όμως πως και πάλι δεν θα γίνει. Έχουμε δει να οργανώνονται επιτροπές με διάφορους «σοφούς», αυστηροποιήσεις του νομικού πλαισίου, συλλήψεις, καταδίκες, αλλά δεν λύθηκε το θέμα αφού είναι υποκριτική καμιά φορά και η στάση των εμπλεκόμενων, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τις ομάδες.
Επιστήμονες όπως εγκληματολόγοι, κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι θα πρέπει να συνδράμουν και αυτοί στην όποια προσπάθεια γίνει για να υπάρχει αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου.
Κράτος, ομάδες, φίλαθλοι, οπαδοί, σύνδεσμοι, ο τύπος και οι επιστήμονες θα πρέπει να φτιάξουν ένα ρεαλιστικό σχέδιο καταπολέμησης της ακραίας βίας.
*Σας θυμίζει κάτι από το παρελθόν;
-Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό, ούτε και πρώτη φορά που άνθρωπος αμέτοχος θυματοποιείται και χάνει τη ζωή του για λόγους οπαδικής βίας. Το 2008 στην Αθήνα είχαμε ένα περιστατικό πολύ όμοιο με αυτό. Τρεις άνθρωποι μετά από έναν τελικό Κυπέλλου που έχασε η ομάδα τους, βγήκαν στην Αθήνα με το αυτοκίνητο ψάχνοντας οπαδούς της αντίπαλης ομάδας. Δεν βρήκαν και άρχισαν να πηγαίνουν σε καφετέριες. Βρήκαν κάποιον που απάντησε κάτι που δεν ήταν αρεστό σ’ αυτούς. Ο ένας έμεινε στο ΙΧ με αναμμένη τη μηχανή. Ένας εκ των δύο έβγαλε μαχαίρι και του επιτέθηκε στο θώρακα με αποτέλεσμα να πεθάνει. Ο άλλος είχε πτυσσόμενο γκλοπ και απειλούσε όποιον είχε πρόθεση να αμυνθεί για λογαριασμό του θύματος. Η υπόθεση αυτή έφτασε στα δικαστήρια και βγήκε και απόφαση του Αρείου Πάγου αμετάκλητη πια καταδίκη τους, σχεδόν δέκα χρόνια μετά. Η περιγραφή πλέον υπάρχει και σε δικαστικές αποφάσεις. Είναι κάτι που έχει ξαναγίνει και σίγουρα θα ξαναγίνει στο μέλλον.
*Η πρώτη τοποθέτηση των γονέων του θύματος αποτελεί ένα ενθαρρυντικό κομμάτι στην ιστορία;
-Χτυπάει το πρόβλημα στην καρδιά του. Αυτό είναι το πρόβλημα και βασανίζει την ελληνική κοινωνία. Ένα από τα αίτια είναι κι αυτό. Η στάση τους εμένα ως γονέα και επιστήμονα με συγκλόνισε. Είναι ενθαρρυντικό.
Τι είναι το Κέντρο Μελέτης Εγκλήματος
Το Κέντρο Μελέτης Εγκλήματος, σύμφωνα με τον κ. Χιόνη, είναι ένας ανεξάρτητος επιστημονικός φορέας ο οποίος ασχολείται με θέματα που αφορούν στην εγκληματολογία και το εγκληματικό φαινόμενο γενικώς. «Στον φορέα αυτό συμμετέχουν άνθρωποι που έχουν εξειδίκευση στην εγκληματολογία από διάφορα πεδία, νομικά, κοινωνιολογικά, ψυχολογικά, δικαστική ψυχολογία, αλλά και άνθρωποι που ενδιαφέρονται να μάθουν πράγματα για το φαινόμενο, είτε είναι φοιτητές, είτε άνθρωποι που έχουν σπουδές και δεν άπτονται του αντικειμένου και θέλουν να συμμετέχουν στις δράσεις μας» τονίζει.