Ορκωτό Δικαστήριο (ΜΟΔ) Λάρισας η δίκη ενός 66χρονου Βολιώτη επιχειρηματία, ο οποίος παραπέμπεται κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Μία δίκη που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς πρόκειται για μία από τις ελάχιστες πανελλαδικά περιπτώσεις όπου παραπέμπεται κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία χωρίς ποτέ να έχει βρεθεί η σορός του θύματος και στη συγκεκριμένη περίπτωση, της μπαλαρίνας και ιδιοκτήτριας σχολής χορού, Ιωάννας Μαρίας Ενριέττας (Μαριέττα) Κοντούλη, η οποία το 2002 και σε ηλικία 70 ετών εξαφανίστηκε από την Αμαλιάπολη Αλμυρού Μαγνησίας και 19 χρόνια μετά η τύχη της αγνοείται.
Της γυναίκας που εξαφανίστηκε από «προσώπου γης», ενώ στο μεταξύ εκποιήθηκε μέρος της περιουσίας της, λόγους για τους οποίους το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, παραπέμπει ως κατηγορούμενο τον 66χρονο.
Το ΜΟΔ αργά χθες το απόγευμα διέκοψε τη συνεδρίασή του για τις 20 Δεκεμβρίου για να εξετάσει άλλους 5 μάρτυρες από τους 13 που παρέστησαν χθες στο Δικαστήριο της Λάρισας και παράλληλα να αποφανθεί για δύο αιτήματα για τα οποία επιφυλάχθηκε.
Το πρώτο αφορά στο εάν θα διατάξει τη βίαιη προσαγωγή των υπολοίπων που κρίνονται ουσιώδεις μάρτυρες. Το δεύτερο αφορά το αίτημα της υπεράσπισης, να διακόψει το ΜΟΔ έως ότου αποφανθεί ο Άρειος Πάγος που, αύριο Παρασκευή, εξετάζεται αναίρεση επί καταδικαστικής απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λάρισας, σύμφωνα με την οποία ο 66χρονος κρίθηκε ένοχος για ηθική αυτουργία σε πλαστογραφία (σ.σ. για την υπόθεση εκποίησης μέρους της ακίνητης περιουσίας της μπαλαρίνας).
«ΑΠΕΚΡΥΨΕ ΕΠΙΜΕΛΩΣ ΤΟ ΠΤΩΜΑ ΤΗΣ»
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου, με βούλευμά του παραπέμπει τον 66χρονο επιχειρηματία «για να δικαστεί ως υπαίτιος του ότι: Στην ευρύτερη περιοχή της Αμαλιάπολης Αλμυρού Μαγνησίας, σε μη επακριβώς προσδιορισθέν χρονικό σημείο, πάντως εντός του χρονικού διαστήματος από αρχές Οκτωβρίου 2002 και εφεξής, ενεργώντας με πρόθεση και ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, σκότωσε άλλον. Ειδικότερα, ενεργώντας με άμεσο δόλο και ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, σκότωσε την Ιωάννα-Μαρία-Ενριέττα Κοντούλη και ακολούθως απέκρυψε επιμελώς το πτώμα της, σε άγνωστο σημείο, προκειμένου με τον τρόπο αυτό να συγκαλύψει την εγκληματική πράξη του».
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου θεωρεί πως «καταφανώς και αναμφίβολα προκύπτει» ότι ο 66χρονος κατηγορούμενος «είναι το φυσικό εκείνο πρόσωπο που σκότωσε» την Κοντούλη «κατά την τελευταία εβδομάδα του μηνός Σεπτεμβρίου του έτους 2002 στην Αμαλιάπολη Ν. Μαγνησίας, και στη συνέχεια επιμελώς εξαφάνισε το πτώμα της».
Σημειώνοντας μάλιστα πως «το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει διαπιστωθεί ο τρόπος και το μέσο με το οποίο τελέστηκε η πράξη της ανθρωποκτονίας από τον κατηγορούμενο» σε βάρος της μπαλαρίνας, «καθώς και ότι μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί η σορός της, ουδεμία αμφιβολία γεννούν ως προς το ότι πρόκειται για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε βάρος της και ως προς την ταυτότητα του δράστη αυτής».
«ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ»
Υπενθυμίζεται πως στο πολυσέλιδο Βούλευμα γίνεται αναλυτική αναφορά στα γεγονότα από το ραντεβού με τη δικηγόρο, στο οποίο δεν πήγε ποτέ η Κοντούλη, έχοντας ανακαλύψει τις μεταβολές στην περιουσία της, στα όσα κατήγγειλε η ετεροθαλής αδελφή της, την εισαγγελική παρέμβαση που απέδειξε στη συνέχεια τα όσα αναφέρθηκαν ή δηλώθηκαν σε βάρος της μπαλαρίνας προκειμένου να πειστούν οι διωκτικές αρχές ότι βρίσκεται εν ζωή και πως οικειοθελώς έφυγε από την Αμαλιάπολη. Έτσι την εμφάνισαν να αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα, πως έφυγε στο εξωτερικό μισθώνοντας διαμέρισμα στο Λονδίνο, πως νοσηλεύθηκε στην Αθήνα κ.λπ. «Πρόκειται, για ένα οργανωμένο εγκληματικό σχέδιο του κατηγορουμένου» υπογραμμίζει το Βούλευμα, «το οποίο είχε θέσει ο ίδιος σε εφαρμογή».
«Αντιθέτως» προστίθεται στο Βούλευμα «μετά βεβαιότητας εδράζεται η δικανική πεποίθηση ότι ισχυρότατο κίνητρο για να αφαιρέσει τη ζωή της με πρόθεση και μάλιστα σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, είχε αποκλειστικά ο κατηγορούμενος», «ειδικά από τη στιγμή που, όπως προέκυψε από τα στοιχεία της δικογραφίας, διαπίστωσε ότι» η μπαλαρίνα «είχε πλέον καταλάβει τα σχέδιά του να σφετεριστεί την περιουσία της, αφού η ίδια σε μεταξύ τους φιλονικίες ακόμη και δημοσίως τον μεμφόταν για αυτή του τη συμπεριφορά και δράση, και επιπλέον, από τη στιγμή που πληροφορήθηκε ότι η Κοντούλη είχε καταστήσει» φίλους της «κοινωνούς του προβλήματός της».
Το Βούλευμα υπογραμμίζει επίσης «την εξαιρετική επιμέλεια με την οποία» ο κατηγορούμενος «απέκρυψε και «εξαφάνισε» το πτώμα της θανατωθείσας Κοντούλη, αφετέρου με τη διασπορά ψευδών ειδήσεων ότι δήθεν είχε μεταβεί στο εξωτερικό για την αντιμετώπιση θεμάτων υγείας που είχε, αλλά και με τη μεθοδευμένη κατασκευή και χρήση σωρείας πλαστών εγγράφων, τόσο δημόσιων συμβολαιογραφικών εγγράφων, όσο και ιδιωτικών επιστολών που δήθεν η θανατωθείσα Κοντούλη απέστειλε στον ίδιο, ακόμη και για χρόνια μετά, αποσκοπώντας να παραπλανήσει τις διοικητικές Αρχές (Φορολογική Αρχή και Ασφαλιστικό Συνταξιοδοτικό Φορέα) και τις δικαστικές Αρχές, προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε την ανωτέρω πράξη και μάλιστα σε απόλυτα ήρεμη ψυχική κατάσταση, με ψυχραιμία και μεθοδικότητα».
Στους οκτώ πρώτους μάρτυρες που κατέθεσαν χθες, περιλαμβάνονται η ετεροθαλής αδελφή (σ.σ. της μπαλαρίνας) και ο σύζυγός της, σύζυγος εξαδέλφου της θανούσης, ένας υπάλληλος του ΚΕΠ και ένας υπάλληλος του ΟΓΑ, ένα συνταξιούχος δικηγόρος, ένας γεωπόνος όπως και ένας γείτονας.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ