Συμπύκνωνε με απόλυτη επιτυχία το κλίμα της εποχής ή για να ακριβολογούμε την «τρέλα» μιας ολόκληρης γενιάς. Η μανία για μια κασέτα ήταν τέτοια που πυροδότησε την έκρηξη καταστημάτων ενοικίασης σε όλη την Ελλάδα.
Στη Λάρισα υπήρχε περίοδος που καταγράφηκαν πάνω από 35 καταστήματα. Τόσο στο κέντρο όσο και σε διάφορες περιοχές της πόλης. Σε κάθε γειτονιά και ένα. Εκείνη την εποχή ήταν που πήρε και το θάρρος να ανοίξει κάτι «δικό του» ο Νίκος Βαλιάκος και αυτές τις ημέρες μετά από 35 χρόνια συνεχούς λειτουργίας αποφάσισε να βάλει ένα τέλος.
Να πατήσει «stop» και αφού πουλήσει το μεγαλύτερο μέρος από το απόθεμά του να αποχωρήσει, παίρνοντας μαζί του μια ολόκληρη εποχή, αφού πρόκειται για το τελευταίο κλασσικό βίντεο κλαμπ της πόλης.
Πριν το κάνει όμως, του ζητήσαμε να πατήσει ένα «Rewind» και να μας πάει λίγο πίσω. Σ’ εκείνες τις ωραίες εποχές, γεμάτες αισιοδοξία και οικονομική άνθιση. «Ξεκινήσαμε το 1986, στην αρχή ήμουν στη γωνία των οδών Ηπείρου και Σμολένσκυ. Τότε δούλευα ως επιθεωρητής πωλήσεων στην εταιρεία Πετρόπουλος που είχε γεωργικά μηχανήματα». Από ένα άσχετο αντικείμενο αποφάσισε να κάνει κάτι μόνος τους. Είχε κάποια χρήματα στην άκρη και ρίσκαρε.
«Έβλεπα πως υπήρχε μεγάλη κίνηση και ξεκίνησα με την αγορά των 1.200 βιντεοκασετών» θυμάται και συνεχίζει «Είχαμε τόση κίνηση που ερχόταν Σάββατο και δεν είχαμε να δώσουμε. Περιμέναμε μόνο τις επιστροφές». Ράμπο, Ρόκι, Καζίνο, Νονός ήταν ταινίες που δεν προλάβαιναν να δούνε στο μαγαζί. Μα και ελληνικές παραγωγές. Ψάλτης, Μουστάκας, Τσάκωνας και όλη η «παρέα» της εποχής. «Όταν έβγαινε ο Ψάλτης αγοράζαμε 15 ταινίες για να έχουμε και πάλι δεν μας έφταναν. Για δύο μήνες δεν έβρισκες κασέτα». Μέχρι το 1991 πήγαιναν «σφαίρα» όπως λέει, κάπου εκεί όμως μπήκαν στην εξίσωση και τα ιδιωτικά κανάλια που άλλαξαν τις ισορροπίες.
«Από τότε που ήρθαν τα ιδιωτικά κανάλια, έπεσε η δουλειά. Ήμασταν 36 καταστήματα στη Λάρισα και μείναμε ξαφνικά 6. Από το 1997 -1998 όμως άρχισε να μπαίνει το DVD και βελτιώθηκε η κατάσταση. Αυξήθηκαν ξανά για λίγο τα καταστήματα και φτάνουμε στο 2010. Από τότε ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση...». Ήταν που το διαδίκτυο άρχισε να σαρώνει τα πάντα και συγκεκριμένα οι παράνομες πλατφόρμες που τα έδιναν «τζάμπα και μαύρα», όπως τονίζει. «Παρ’ όλα αυτά το μαγαζί έβγαζε μεροκάματο. Δεν μπήκαμε ποτέ μέσα», είναι και που ο γιος Θάνος, δουλεύει στα κτηματομεσιτικά και πλέον χρόνος δεν υπήρχε.
Θα κλείσει μέχρι εξαντλήσεως 70-80% του εμπορεύματος. Dvd που είναι αγορασμένα με 40-50 ευρώ πουλιούνται πλέον για μερικά ευρώ.
Καθώς εξυπηρετεί τους τελευταίους του πελάτες, ο κ. Βαλιάκος αναπολεί τους παλιούς συναδέλφους. Τα αδέρφια Βούντα, Ταξιάρχη και Δημήτρη, τον Δημήτρη Νταμπούρα, τον Γιάννη Τσιούφα και δεκάδες άλλους με τους οποίους είχε άριστη σχέση και αγαστή συνεργασία. «Έχετε μήπως το Αλαλούμ; Το Λύκειο Θηλέων;». Παρεμβάλλεται η φωνή ενός πελάτη. Συστήνεται ως μηχανικός κινηματογράφου που εργαζόταν στα Ster, το Βικτώρια, το Χατζηγιάννειο και αλλού.
«Μου αρέσει να έχω στο σπίτι μου ταινίες. Δεν θέλω το διαδίκτυο γιατί προτιμώ να το έχω με το εξώφυλλο όπως και τον δίσκο» λέει και αγοράζει 15 ταινίες μαζί. Οι συλλέκτες πλέον παίρνουν τη σκυτάλη...