χρειάζεται να είμαστε προετοιμασμένοι. Δεν περιμένουμε να ξημερώσει μια ιδανική επαναστατική μέρα», τόνισε η Μαρία Γαβαλά, μιλώντας σε εκδήλωση του ΚΚΕ στο Φρούριο για τα 150 χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα. Μετά την ομιλία ακολούθησε συζήτηση που ανέδειξε το μεγάλο ενδιαφέρον του κόσμου, αφού κράτησε μέχρι αργά το βράδυ.
Η ομιλήτρια, μέλος της ΚΕ και γραμματέας της Επιτροπής Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Το ΚΚΕ έχει ισχυρές ιστορικές παρακαταθήκες. Δεν χάθηκε η συνέχεια της πείρας, άντεξε, έκανε νέα βήματα μπροστά, στη μελέτη και ανάπτυξη της θεωρίας, της επεξεργασίας της επαναστατικής στρατηγικής μέσα στις νέες συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες στον 21ο αιώνα, μελετώντας βαθιά και πατώντας σταθερά στη συσσωρευμένη πείρα των 102 χρόνων του. Μελέτησε κι έβγαλε συμπεράσματα από την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης µε επίκεντρο κυρίως την ΕΣΣΔ, ανίχνευσε τις αιτίες της αντεπαναστατικής ανατροπής. Οι αδυναμίες της Κομμούνας, όπως τις χαρακτήρισαν οι κλασικοί του μαρξισμού, έδειξαν ότι κάθε ανολοκλήρωτο βήμα στην πορεία της ταξικής σύγκρουσης ισοδυναμεί με ήττα για το επαναστατικό κίνημα και τον αγώνα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Όπως έγραφε ο Λένιν, το πρώτο λάθος της Κομμούνας ήταν ότι δεν ξεκίνησε την «απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών» και δεν κατέλαβε ιδρύματα, όπως η Τράπεζα της Γαλλίας.Το μεγάλο δίδαγμα είναι, όπως έγραψε ο Μαρξ, ότι «η εργατική τάξη δεν μπορεί να κατακτήσει την έτοιμη κρατική μηχανή και να τη βάλει σε κίνηση για τους δικούς της σκοπούς». Πρέπει, όπως υπογράμμισε και ο Λένιν, «να συντρίψει, να τσακίσει την «έτοιμη κρατική μηχανή» και να μην περιοριστεί στην απλή κατάληψή της». Ένα συμπέρασμα, που επιβεβαιώθηκε τόσο με τη θετική πείρα της επιτυχούς έκβασης των σοσιαλιστικών επαναστάσεων στον 20ό αιώνα, όσο και με την αρνητική εμπειρία της οπορτουνιστικής υποχώρησης από την επαναστατική στρατηγική, με τη συμμετοχή κομμουνιστικών κομμάτων σε αστικές σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις και την υιοθέτηση του λεγόμενου «ειρηνικού κοινοβουλευτικού δρόμου» μετάβασης στο σοσιαλισμό.»
Και η Μαρία Γαβαλά συνέχισε: «Ο πολιτικός συσχετισμός στο εσωτερικό της Κομμούνας, με τις αντιφατικές πολιτικές επιδιώξεις και ιδεολογικές αντιλήψεις διαφόρων πολιτικών ρευμάτων, όπως ριζοσπαστών δημοκρατών με γιακωβίνικες παραδόσεις, ομάδων μπλανκιστών, οπαδών του Προυντόν και του Μπακούνιν, που αντανακλούσε και το κοινωνικό υπόβαθρο της Γαλλίας εκείνης της εποχής, δημιούργησε το έδαφος, το οποίο ήταν υπεύθυνο για πολλά από τα λάθη και τις «αδυναμίες» της, που συνέβαλαν και στην τελική της ήττα. Ξεχώρισε η δράση Κομμουνάρων που ήταν οπαδοί του Μαρξ ή που βρίσκονταν κοντά στο μαρξισμό, που συνέβαλαν στο επαναστατικό περιεχόμενο εκείνων των ημερών, χωρίς να είναι δυνατό να αναιρεθούν οι παραπάνω καθυστερήσεις και αδυναμίες, οι οποίες εδράζονταν στο δοσμένο για εκείνη την εποχή επίπεδο ανάπτυξης των υλικών προϋποθέσεων. Ο Ένγκελς είπε ότι «η πολιτική που πρέπει να εφαρμόσουμε είναι η πολιτική του προλεταριάτου. Το κόμμα των εργατών δεν πρέπει να βρίσκεται στην ουρά οποιουδήποτε αστικού κόμματος, αλλά πρέπει πάντα να υπάρχει σαν αυτόνομο κόμμα που έχει τη δική του πολιτική και επιδιώκει τους δικούς τους σκοπούς». Φάνηκε μέσα από αυτήν την αρνητική πείρα εκείνων των ηρωικών ημερών η σημασία της ύπαρξης οργανωμένης πρωτοπορίας του εργατικού κινήματος. Η ύπαρξη δηλαδή κομμουνιστικού κόμματος, όπως έδειξε και η πείρα της Οκτωβριανής Επανάστασης, που, έχοντας επεξεργασμένη επαναστατική στρατηγική και Πρόγραμμα, να διασφαλίζει την πολιτική αυτοτέλεια του αγώνα της εργατικής τάξης, την αποφυγή στον εγκλωβισμό στα διλήμματα και τους σκοπούς της αστικής τάξης καθώς και τη στοχοπροσηλωμένη δράση για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.
Αυτό το διαχρονικό συμπέρασμα, που δεν κυριάρχησε σε όλες τις μεγάλες ταξικές συγκρούσεις του 20ού αιώνα, αποκτά ιδιαίτερη σημασία σήμερα που επιδιώκεται η πολύμορφη ενσωμάτωση του εργατικού - λαϊκού κινήματος στους σκοπούς της αστικής τάξης μέσα από κελεύσματα της κυβέρνησης της ΝΔ και των αστικών κομμάτων για «εθνική ομοψυχία», για συστράτευση στην αντιμετώπιση της εξελισσόμενης καπιταλιστικής κρίσης υπέρ του κεφαλαίου και στους στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης έπειτα από αυτήν, για υιοθέτηση της σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής της πράσινης και της ψηφιακής οικονομίας και συνολικότερα της διαχείρισης του καπιταλισμού, όπως προβάλλεται από τον ΣΥΡΙΖΑ, για «κοινή δράση» στο όνομα του «αντινεοφιλελεύθερου», του «αντιδεξιού» ή του «αντιφασιστικού» μετώπου.
Ο μόνος ταξικός αντίπαλος του συστήματος είναι το ΚΚΕ. Σήμερα σε συνθήκες εξαιρετικά αντίξοες, ανοίγουμε χαραμάδες, στον απόηχο του Συνεδρίου μας, που δεν είναι μια εσωτερική μας υπόθεση, στεκόμαστε αισιόδοξοι, με ψηλά ακόμη μια φορά τον πήχη. Λέμε και δείχνουμε ότι :«το ΚΚΕ θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, ώστε οι καθημερινοί αγώνες να οδηγούν στην ενίσχυση του ταξικά προσανατολισμένου εργατικού κινήματος, σε μαζική συμμετοχή στα εργατικά σωματεία, στους φορείς των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών, των αγροτών, του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος, των μαθητών, των φοιτητών. Να δυναμώνει η κοινή δράση, η κοινωνική συμμαχία σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, η σύγκρουση με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, να ανοίγει ο δρόμος για την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Αυτός ο αγώνας θα οδηγήσει στη μεγάλη νίκη αύριο».