Νομοθετών, που θεμελιώνουν τον διακοινοβουλευτικό διάλογο μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών βουλευτών, έχουν ιδιαίτερη προσθετική αξία στο διεθνές πεδίο, καθώς αναδεικνύουν το κοινό αξιακό υπόβαθρο και τα κοινά σημεία προβληματισμού των δυο κεντρικών δογμάτων της Χριστιανοσύνης». Τα παραπάνω τόνισε ο γενικός γραμματέας της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας (ΔΣΟ), βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, στη συνάντηση με το προεδρείο του Διεθνούς Δικτύου Καθολικών Νομοθετών (ICLN), που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης της ΔΣΟ, η οποία διεξάγεται στη Γεωργιούπολη Χανίων.
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος στην εισήγησή του επισήμανε ότι «δεν είναι η πρώτη φορά που ζητήματα που άπτονται της χριστιανικής ταυτότητας της Ευρώπης παρεισφρέουν στον Διάλογο για το Μέλλον της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η «Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης», που έλαβε χώρα το 2003, υπό την ηγεσία του πρώην Γάλλου προέδρου Giscard d’ Estaing, κατά την οποία συντάχθηκε το πρώτο Σύνταγμα της Ευρώπης, ενόψει του επικείμενου διπλασιασμού των μελών της τότε Ε.Ε. Τα πρώτα 15 σχέδια άρθρων του Συντάγματος περιείχαν αναφορές στην εθνική ταυτότητα των κρατών - μελών και στα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και τις δεσμεύσεις για κοινωνική δικαιοσύνη και περιβάλλον, όμως, καμία αναφορά δεν υπήρχε στην κρατούσα πολιτισμική – θρησκευτική ταυτότητα. Αυστριακοί, Γερμανοί, Ιταλοί, Πολωνοί και Σλοβάκοι εκπρόσωποι ευνοούσαν την αναφορά στη χριστιανική καταγωγή της Ευρώπης. Όμως, αυτή η πρόταση βρήκε αντίσταση από τα περισσότερο εκκοσμικευμένα κράτη, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ολλανδία. Κάποιοι πολιτικοί ηγέτες θεωρούσαν ότι η αναφορά στις «χριστιανικές αξίες» θα καθιστούσε δυσκολότερη την επέκταση της Ε.Ε. στο μέλλον, ώστε να συμπεριλαμβάνονται κυρίως μουσουλμανικές χώρες, όπως η Τουρκία» και πρόσθεσε ότι «κάποιοι, αφελώς αισιόδοξοι τότε, πίστεψαν ότι προκειμένου η Ευρώπη να κάνει το μεγάλο βήμα προς την Ανατολή, άξιζε τον κόπο να αποκρύψουμε, να παραβλέψουμε, να ξεχάσουμε τις χριστιανικές αξίες της Ευρώπης. Εάν, λοιπόν, η Συνθήκη της Λισσαβόνας εγκατέλειψε το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και τις αναφορές του στις αξίες της Ευρώπης, στον φετινό διάλογο για το μέλλον της Ευρώπης εκτιμούμε ότι το θέμα μπορεί να επανατεθεί με σοβαρότητα και δομημένη επιχειρηματολογία». Ο επικεφαλής της ΔΣΟ υπογράμμισε ακόμη ότι ο «διάλογος για το Μέλλον της Ευρώπης που αφορά και το Μέλλον του Κόσμου δεν πρέπει να περιοριστεί στη συμμετοχή μόνο των ευρωπαϊκών κρατών που συμμετέχουν στη θεσμική αρχιτεκτονική της Ε.Ε., αλλά πρέπει να συμμετάσχει και κάθε χώρα, κάθε κοινοβούλιο, κάθε φορέας της γεωγραφικής ενότητας που λέγεται Ευρώπη. Χωρίς αποκλεισμούς. Αν για οποιονδήποτε λόγο τα όργανα της Ε.Ε. αποκλείσουν κάποιες χώρες για δικούς τους λόγους από τον διάλογο αυτόν, τότε οι διακοινοβουλευτικές ενώσεις δύνανται να τους παρέχουν έναν ευρύ και φιλόξενο χώρο έκφρασης. Το όραμα μιας ενωμένης γεωγραφικά και πολιτισμικά Ευρώπης, είναι αναγκαίο να μην εγκαταλειφθεί, αλλά να αναδειχθεί στον υπό εξέλιξη διάλογο για το μέλλον της Ευρώπης. Αυτό εξάλλου ήταν και το όραμα των πατέρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης –μια Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια και το Βλαδιβοστόκ– βασισμένη στην κοινή χριστιανική παράδοση».