Του Χρήστου Τσαντήλα
Το... «ήμουν νιος και γέρασα», ταιριάζει γάντι στην περίπτωση του προβλήματος (που ξεκινάει πρώτα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς), του χώρου πέριξ (και έναντι) του ιερού προσκυνήματος της Αγίας Παρασκευής Τεμπών.
Από τα πλέον γνωστά στον κόσμο ολόκληρο, θρησκευτικά (και εξ αυτού τουριστικά) μέρη της Ελλάδος, παλεύει χρόνο με τον χρόνο να καταφέρει να συνεχίσει να υποδέχεται τα εκατομμύρια των επισκεπτών του, που παρότι δεινοπαθούν να σταθμεύσουν στο σημείο ελλείψει χώρου, καταφέρνουν να προσεγγίσουν ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, να ανάψουν ένα κερί και να θαυμάσουν το τοπίο. Δεν μπορούν όμως το ίδιο να θαυμάσουν και τον... ινδιάνικο οικισμό των μικρεμπόρων που στεγάζουν όγκους πραμάτειας σε παράγκες στερεωμένες από τσίγκο και παλιοσίδερα, σύρματα και καρφιά!
Για την απαράδεκτη (και πρωτόγονη) κατάσταση της ανάπτυξης εκεί ενός παρεξηγημένου εμπορίου, έχουν γίνει άπειρες συζητήσεις, που διαρκούν τώρα δεκαετίες ολόκληρες. Οι ιθύνοντες κατά περιόδους έδειχναν διάθεση για πρωτοβουλίες, σε σημείο που και ο κόσμος να πιστεύει ότι «κανείς δεν κοροϊδεύει». Αλλά κάθε φορά προέκυπτε εμπόδιο ανυπέρβλητο, το ιδιοκτησιακό. Πότε εμπλέκονταν η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου, πότε η κοινότητα Ραψάνης, πότε τα ιστορικά Αμπελάκια, τώρα ο Δήμος Τεμπών και όλοι αυτοί μαζί τα... έριχναν συνήθως στη Μητρόπολη!
Τη σκληρή λύση πάντως αρκετές φορές, έδινε ο αργυροδίνης Πηνειός, που όταν «φούσκωνε» έπαιρνε και... σήκωνε παράγκες, παγκάκια και εκθέματα όσα και αν βρίσκονταν έστω και έναν πόντο κάτω από τη στάθμη του! Στις καταστροφές αυτές, έτρεχαν οι δημοσιογράφοι, γέμιζαν τις σελίδες των εφημερίδων με τα ρεπορτάζ, παλιότερα υπήρξαν και ανθρώπινα θύματα, και τότε ξεκινούσε από την αρχή νέος γύρος συζητήσεων γύρω από το τι πρέπει να γίνει, ποιος έχει την ευθύνη, αν δικαιούνται ή όχι αποζημίωση για τα εμπορεύματά τους που έφταναν στη θάλασσα οι μικροπωλητές και ποιος μπορεί να πληρώσει για την αποκατάσταση του τοπίου.
Η κατάσταση τόσα χρόνια τώρα, βελτίωση δεν είδε, παρά μόνον στον χώρο που βρίσκεται πάνω στην εθνική οδό, όπου τοποθετήθηκαν κάγκελα για να αποφεύγονται τα ατυχήματα και να περιοριστεί η επικινδυνότητα για τους επισκέπτες. Αυτό όμως ίσως και να έφερε τη στενότητα του χώρου και να απέτρεψε εκατομμύρια διερχόμενους της εθνικής να επισκεφθούν τον χώρο, αφού δεν μπορούσαν να σταθμεύσουν.
Το ζητούμενο λοιπόν σήμερα (και είναι ευνόητο γιατί), δεν είναι άλλο από την δημιουργία περισσότερων χώρων στάθμευσης, αφού στην αναζήτηση τέτοιας λύσης «βολεύονται» όλοι. Και οι μικροπωλητές και το προσκύνημα αλλά κυρίως ο κόσμος. Τελευταία ενδιαφέρον έδειξε η δημοτική αρχή Τεμπών με τον δήμαρχο Κώστα Κολλάτο, ο οποίος έχει πρόταση, αλλά δεν μπορεί να παρέμβει αν πρώτα δεν λυθεί το ιδιοκτησιακό.
Η μετακίνηση (ξήλωμα) των παραγκών από το σημείο που βρίσκονται και η αδειοδότηση και τοποθέτησή τους κατά μήκος και στο πρανές του παραπήνειου δρόμου κάτω από τη γέφυρα (και με πρόσβαση και από τον μύλο Μαργκά) μπορεί να απελευθερώσει τον χώρο και να δημιουργήσει χώρους στάθμευσης ικανούς να ικανοποιήσουν ένα μεγάλο μέρος των επισκεπτών ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Σχετικό ενδιαφέρον έχει επιδείξει λόγω αρμοδιότητας στο πρόσφατο παρελθόν και η Αποκεντρωμένη Περιφέρεια με την κ. Πόπη Γερακούδη να προωθεί διαδικασία για λύσεις.
Τα παραπάνω σχέδια όμως δεν είναι παρά μια ακόμα πράξη στο σίριαλ «παράγκες» των Τεμπών, που περιμένει πώς και πώς την ολοκλήρωσή του. Για την ώρα πάντως η κατάσταση απέναντι από τις παράγκες, στην άλλη όχθη όπου βρίσκεται και ο Ναός, χρήζει μικροεπεμβάσεων αφού ο επισκέπτης συναντά κατεστραμμένα παγκάκια, σκουριασμένα σίδερα και πεταμένα μπάζα από μπετόν, πέτρες και κάγκελα, κατάλοιπα των πλημμυρών του ποταμού κατά τον χειμώνα. Το θέμα υποσχέθηκε να το δει ο δήμαρχος Τεμπών για να γίνει μια έστω απομάκρυνση αυτών των υλικών και μια αποκατάσταση της ομορφιάς του τοπίου που μαγεύει τους επισκέπτες. Ως τότε, το μοναδικό τοπίο και προσκύνημα της Αγίας Παρασκευής των Τεμπών θα δέχεται χειμώνα – καλοκαίρι τον τεράστιο αριθμό επισκεπτών με την υπάρχουσα υποδομή που βρίσκεται ανάμεσα στην εγκατάλειψη και στο φυσικό τοπίο.