άρθρο 9 της οποίας αναφέρεται ρητά και ξεκάθαρα ότι το Δημόσιο συμφωνεί να τοποθετηθεί μαρμάρινη επιγραφή σε τρία σημεία του μνημείου της Ακρόπολης με τα εξής λόγια: «Ο ανελκυστήρας πλαγιάς και ο φωτισμός της Ακροπόλεως πραγματοποιήθηκαν με αποκλειστική χορηγία του Ιδρύματος Ωνάση επί υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη». Αυτό υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή της η βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ Άννα Βαγενά, επισημαίνοντας: «Από πού να το πιάσει και πού να το αφήσει κανείς. Καταρχάς, μετά την κοινωνική κατακραυγή η κυβέρνηση και η υπουργός Πολιτισμού εγκατέλειψαν αυτήν την πρωτοφανούς ματαιοδοξίας ιδέα, όχι όμως απλά και ταπεινά, αλλά διαψεύδοντας την εγκυρότητα -ή μήπως και την ύπαρξη;- της σύμβασης που οι ίδιοι έδωσαν στη δημοσιότητα και με απύθμενο θράσος κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ για fake news! Το έχω ξαναπεί, αλλά δεν σταματά να μου προκαλεί σοκ, ότι δεν έχει υπάρξει ξανά σε όλη τη Μεταπολίτευση τέτοια τυφλή υπακοή από τόσα πολλά ΜΜΕ στην κυβερνητική γραμμή, ανεξάρτητα από το πόσο ξεδιάντροπα αυτή απέχει από την αλήθεια.
Ετοιμαζόταν, επομένως, η κ. Μενδώνη να βάλει το όνομά της στο μνημείο της Ακρόπολης και όταν το θέμα πήρε δημοσιότητα το μάζεψε άρον-άρον. Η επιγραφή, βέβαια, θα τοποθετηθεί, αλλά αντί για το όνομά της θα αναφέρεται το Υπουργείο Πολιτισμού και επίσης θα παραμείνει το όνομα του χορηγού. Αλήθεια το Ίδρυμα Ωνάση έκανε τη χορηγία από αγάπη για την Ακρόπολη ή «αγόρασε» την επιγραφή με το όνομά του πάνω στο μνημείο; Σε κάθε περίπτωση, όσο και αν το Υπουργείο Πολιτισμού ισχυρίζεται ότι οι επιγραφές «σύμφωνα με τον προγραμματισμό θα αναρτηθούν εντός των επομένων ημερών», καμία επιγραφή δεν θα αναρτηθεί εάν πρώτα δεν γνωμοδοτήσει το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Και τολμούν να μιλούν αυτοί για fake news.
Αφού, λοιπόν, η κ. Μενδώνη βεβήλωσε τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, ρίχνοντας τσιμέντο και καταστρέφοντας το μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς -ποιανού η καρδιά δεν πονάει σε αυτό το θέαμα;- στη συνέχεια επιδίωξε να αποτυπωθεί το όνομά της πάνω σε αυτό για να μνημονεύονται εις το διηνεκές τα έργα επί της υπουργίας της, αυτά για τα οποία τόσοι φορείς, τόσοι πολίτες και σύσσωμη η ελληνική καλλιτεχνική κοινότητα τη λοιδορούν. Το παράδειγμα της Μελίνας Μερκούρη, που πολλοί επικαλούνται με αφορμή το όλο θέμα, δεν είναι ούτε άστοχο ούτε τυχαίο. Η Μελίνα, που όντως έμεινε στην ιστορία ως σύμβολο του πολιτισμού μας, δεν διανοήθηκε να διεκδικήσει να χαραχτεί το όνομά της στον ιερό βράχο. Δεν είχε αγωνία για την υστεροφημία της, γιατί αυτή είχε ήδη κατακτηθεί μέσα από το έργο της, μέσα από την ειλικρινή της αγάπη για τον πολιτισμό και την Ελλάδα. Μιλάμε, πραγματικά, για ασύγκριτα μεγέθη».