Έναν χρόνο και κάτι, λοιπόν, μετράει ζωή όπως πρώτιστα το Αλκαζάρ και γενικότερα τα πάρκα στη Λάρισα. Όλα σφύζουν από ζωή και όχι μόνο τα Σαββατοκύριακα. Η πανδημία επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο ζωής των κατοίκων και έφερε στην επιφάνεια συνήθειες που ίσως θα έπρεπε να εμφανιστούν νωρίτερα. Το πρωινό τρέξιμο φερειπείν ή γενικότερα η πρωινή άσκηση που ήταν «άγνωστη» σε πολλούς. Κι αυτό είτε λόγω του φορτωμένου προγράμματός τους, είτε επειδή αφενός οι γονείς τα πρωινά του Σαββατοκύριακου προσπαθούσαν να ξεκλέψουν καμιά ώρα ύπνου ή να κάνουν «γενική» (καθαριότητα) στο σπίτι, μιας και μεσοβδόμαδα μόνο τα βασικά προλάβαιναν. Κι αφετέρου τα παιδιά ίσα που προλάβαιναν να πάρουν μία ανάσα από το διάβασμα και τις εξωσχολικές δραστηριότητες και να κοιμηθούν λίγο παραπάνω, αν δεν είχαν κάποιο μάθημα ή διαγώνισμα στο Φροντιστήριο. Έτσι με την πανδημία η άσκηση μπήκε δειλά-δειλά στη ζωή των περισσότερων, καθώς ήταν η μόνη αφορμή για να μπορέσει κανείς να ξεφύγει από τον εγκλεισμό στο σπίτι και να ανταλλάξει δύο κουβέντες με κάποιον. Χαλαρό τρέξιμο λοιπόν, περίπατος με φίλους και την οικογένεια, βόλτα τον σκύλο ή ό,τι είχε ο καθένας ήταν οι μόνες επιλογές. Οι περισσότεροι αθλητικά ντυμένοι σπεύδουν να απολαύσουν μια βόλτα μακριά από το διαμέρισμά τους. Άλλοι με έναν καφέ στο χέρι, άλλοι με μια μπύρα, ανάλογα τι ώρα θα στείλουν τον «κωδικό 6» για να βγουν τσάρκα με τους φίλους. Και κάπως έτσι ξεκίνησε το Αλκαζάρ, κι όχι μόνο, να αποτελεί κέντρο συρροής κόσμου. Κι από εκεί που μόνο οι αθλητικοί τύποι το επισκέπτονταν κατά κόρον τα πρωινά και τα απογεύματα για να αθληθούν και να κάνουν την προπόνησή τους χειμώνα καλοκαίρι, και οι περισσότεροι θυμούνταν την ύπαρξή του μόνο σε πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως για παράδειγμα σε συναυλίες όπου και έτρεχαν να παρακολουθήσουν είτε μέσα στον χώρο του Κηποθεάτρου, είτε έξω και γύρω-γύρω από αυτό, τώρα αποτελεί το «στέκι» πολλών κατοίκων, έχοντας εξορίσει τα ζευγαράκια που ψάχνουν να βρουν άλλο «καταφύγιο», μιας και αυτό «τελεί υπό κατάληψη» κι έγινε πολυσύχναστο.
Πέρα όμως από την άσκηση και το περπάτημα που «εισέβαλαν» δυναμικά στη ζωή μας, την παρθενική του εμφάνιση κάνει κι ένας νέος «θεσμός». Το πικνίκ στα πάρκα, μετά και την Καθαρά Δευτέρα που ώθησε πολλούς να υποδεχθούν τη Σαρακοστή φέτος λίγο διαφορετικά, όντας περιορισμένοι στα όρια του εκάστοτε Δήμου τους, φαίνεται ότι «ήρθε για να μείνει». Δεν είναι λίγοι αυτοί που ακόμη και πριν την Καθαρά Δευτέρα αναζήτησαν να κάνουν κάτι το διαφορετικό, μιας και ο ηλιόλουστος καιρός ευνοούσε. Έτσι ξεκίνησε σιγά-σιγά ένα νέο «έθιμο», ή καλύτερα αναβίωσε ένα παλιό, από τους νέους που επιδιώκοντας να απολαύσουν τη συντροφιά της παρέας τους κι έχοντας κουραστεί από τα επαναλαμβανόμενα lockdowns προσπαθούν να βρουν νέους τρόπους να ξεφύγουν από την καθημερινότητα του εγκλεισμού και να «ζήσουν» την κάθε τους ημέρα ξέγνοιαστα και δημιουργικά.
ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΣΤΟ ΓΡΑΣΙΔΙ
Επομένως περιδιαβαίνοντας κανείς τον Πηνειό, το Αλκαζάρ, το πάρκο του Αγίου Αντωνίου, το πάρκο Χατζηχαλάρ, κ.ά., θα δει πλήθος κόσμου πλέον να απολαμβάνει την καλοκαιρία και να ατενίζει το όμορφο τοπίο όχι από ένα παγκάκι ή πεζουλάκι, όπου συνήθιζαν να κάθονται οι περισσότεροι, αλλά από το γρασίδι. Για αυτό και άλλοι έχουν φέρει να στρώσουν κάποιο σεντόνι ή μια λεπτή κουβερτούλα, άλλοι έχουν ξεθάψει νωρίς τις ψάθες τους φέτος και δεν λείπουν και ορισμένοι, λίγο πιο πρωτότυποι, που δεν δίστασαν να αξιοποιήσουν λίγο διαφορετικά τα στρώματα γυμναστικής (ίσως ο αρχικός σκοπός τους να μην ήταν τόσο δελεαστικός). Και εφόσον μιλάμε για πικνίκ δεν θα μπορούσαν να λείπουν από το «τραπέζι» λογιών λογιών εδέσματα. Μπορεί το καλαθάκι να είναι ξεπερασμένο πια, όπως και το καρό τραπεζομάντηλο με το οποίο είναι συνδεδεμένο κατ’ εξοχήν το πικνίκ, αλλά τα ταπεράκια και οι κονσέρβες έχουν την τιμητική τους. Ταπεράκια, λοιπόν, με τυροπιτάκια, ξηροί καρποί, κονσέρβες με ντολμαδάκια, φασόλια, ψαράκια, τυροκαυτερή και άλλων ειδών σαλάτες, μαζί με αρτοποιήματα από τον φούρνο παρελαύνουν πάνω στο «τραπέζι». Μπροστάρης όλων φυσικά που δεν θα μπορούσε να λείπει το τσίπουρο ή η μπύρα. Άλλωστε όλα τα εδέσματα σκοπό έχουν να συνοδεύσουν το ποτό, παρά να γεμίσουν την κοιλιά της παρέας. Οι πιο μικροί βέβαια κοντράρουν τους φοιτητές και τους μεγαλύτερους με καφέ και σοκολάτα ή οι πιο «εξτρίμ» με μια radler ή μπύρα χωρίς αλκόολ, μιας και οι γονείς καραδοκούν, αν δεν κάθονται και οι ίδιοι με τη δική τους παρέα λίγο παραδίπλα. Και κάπως έτσι ακούγεται ξανά το γέλιο και τα παιχνίδια «πάνε και έρχονται». Τα πρωτεία τα έχουν πάρει το «πες βρες», το «βρες τη λέξη», ενώ τα μόνα που λείπουν, λόγω του κορονοϊού καθώς δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, είναι το «θάρρος ή αλήθεια» και η μπουκάλα. Για να τα αντικαταστήσουν όμως αρκεί μια μπάλα του μπάσκετ ή του ποδοσφαίρου και ένα ζευγάρι ρακέτες που έχουν αλλάξει «στέκι» κι από την ακρογιαλιά έχουν «μετακομίσει» στις όχθες του Πηνειού. Τα παιδιά φυσικά προτιμούν τα πατίνια και το ποδήλατο. Συζητήσεις και αναλύσεις της επικαιρότητας, πειράγματα και αστεία, φωτογραφίες και βιντεάκια, βρίσκονται στο επίκεντρο των δραστηριοτήτων της κάθε παρέας. Και φυσικά η έμφυτη τάση του ανθρώπου για την κοινωνικοποίησή του δεν θα μπορούσε να φρενάρει. Νέες παρέες δημιουργούνται και χτίζονται νέες φιλίες. Ενώ το φλερτ δεν θα μπορούσε να λείπει ειδικά καταμεσής της άνοιξης. Μόνο που τα μάτια είναι τα μόνα που επιδίδονται στο παιχνίδι του φλερτ, καθώς το υπόλοιπο πρόσωπο είναι καλυμμένο με τη μάσκα, κι ίσως αυτό να κάνει και το παιχνίδι πιο συναρπαστικό. Πώς άλλωστε και για πόσο να κρατηθούν οι νεανικές ψυχές μακριά η μία από την άλλη.
Εικόνες βγαλμένες από ταινίες, μια παρέα να κάθεται και να «καλοπερνάει», μια άλλη να κάνει έκπληξη στον εορτάζοντα φίλο τους με μια τούρτα για τα γενέθλιά του, μια άλλη να γιορτάζει το πτυχίο τους, μια οικογένεια παραδίπλα, ένα ζευγαράκι λίγο πιο εκεί, ένας άλλος να αράζει στην ψάθα με τον σκύλο του, μια κοπέλα να διαβάζει ένα βιβλίο, κάνουν δυναμικά τη εμφάνισή τους και φαίνεται ότι μια νέα κοινωνία γεννιέται μακριά από την οθόνη ενός υπολογιστή που τελευταία είχε κατακλύσει τη ζωή όλων, δίνοντας μια νότα αισιοδοξίας για το μέλλον.
Και μολονότι η νέα αυτή συνήθεια του πικνίκ ξεκίνησε από τους νέους έχοντας στο μυαλό τους να αράξουν με την παρέα τους, πολύ γρήγορα υιοθετήθηκε και από τις οικογένειες που βρήκαν την ευκαιρία να φέρουν τα παιδιά πιο κοντά στη φύση και να τα απομακρύνουν από τις οθόνες των κινητών και των υπολογιστών τους έστω και για λίγο. Βέβαια τι πιο καλή αφορμή για να θυμηθούν και οι ίδιοι τα νιάτα τους και τις εφηβικές παρασπονδίες τους. Θα έλεγε επομένως κανείς –με όλη την υπερβολή που μπορεί να ενυπάρχει στον παραλληλισμό - ότι ένα νέο «Central Park» γεννιέται στη Λάρισα, το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να μετονομαστεί σε «Pineios Park» και να μην έχει τίποτα να ζηλέψει από τις Χολιγουντιανές ταινίες.
Σ.Κ.