πολιτική ηγεσία και τους υπηκόους ήταν τα ίδια σε Δύση και Ανατολή ή διέφεραν; Σε αυτά και σε πολλά άλλα ερωτήματα απαντά το νέο πόνημα του Υφηγητή Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας της Πολιτικής Σκέψης σε Πανεπιστήμια του Ελσίνκι, Βασίλη Σύρου, το οποίο τιτλολοφορείται «Μεσαιωνική Ισλαμική Πολιτική Σκέψη και Σύγχρονη Ηγεσία» (Πρόλογος: Cary J. Nederman, μετ. Ν. Ταγκούλης) και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαζήση (2020).
Το ανά χείρας μικρό (σσ. 135) και άρα εύχρηστο εγχειρίδιο μάς παρέχει ένα πλήθος από εν πολλοίς άγνωστες, αλλά καθ’ όλα ενδιαφέρουσες, πληροφορίες για το περιεχόμενο του έργου ορισμένων συμβούλων σε μουσουλμάνους ηγεμόνες του παρελθόντος. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο είδος γραμματείας, στο οποίο οι πολύπειροι αυλικοί περιγράφουν τη «συνταγή μιας επιτυχημένης ηγεσίας» ή, ισοδύναμα, επεξηγούν τους λόγους για τους οποίους ο επικεφαλής μιας πολιτείας μπορεί να αποτύχει στο έργο του. Εμείς βέβαια είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι με τον «Ηγεμόνα» του Ν. Μακιαβέλλι, ή ενδεχομένως την αντίστοιχη «Επιστολήν προς Βούλγαρον ηγεμόνα» του Μ. Φωτίου. Από το έργο του Β. Σύρου μαθαίνουμε, ωστόσο, ότι το συγκεκριμένο είδος ευδοκίμησε και σε διαφορετικές περιπτώσεις ενός μουσουλμανικού περιβάλλοντος – πράγμα μάλλον απροσδόκητο για όσους από μας διατηρούμε στερεότυπα σχετικά με τον πολιτισμό του Ισλάμ.
Αυτού του είδους η πολιτική γραμματεία λοιπόν, και πιο γνωστή στους ειδικούς ως «Κάτοπτρα Ηγεμόνων», μαθαίνουμε ότι καλλιεργήθηκε εκτός των άλλων από τον Άραβα ιστορικό Ibn al-Tiqtaqa (Μοσούλη, 1262-1310), αλλά και από τον επίσης ιστορικό και θεωρητικό της πολιτικής Ziya al- Din Barani (1285-1357), που έζησε στη μεσαιωνική Ινδία ως σύμβουλος του Σουλτάνου του Δελχί Muhammad b.Tughluq. Ο συγγραφέας παρουσιάζει το πλαίσιο στο οποίο έγραψε ο καθένας τους, την προγενέστερη παράδοση που είχε διαμορφώσει τις σχετικές αντιλήψεις, την πολιτική τους στόχευση και το περιεχόμενο του έργου τους. Στη συμβουλευτική αυτή πολιτική λογοτεχνία, βλέπουμε συγκεκριμένα συστάσεις συνετής και μαζί ευέλικτης άσκησης της εξουσίας, με κατάλληλες εναλλαγές ήπιας και σκληρής πολιτικής ισχύος, λελογισμένη χρήση βίας, ώστε ο ηγεμόνας να μη θεωρείται ούτε υπερβολικά αδύναμος ούτε πολύ αυταρχικός, καθώς και παραδειγματικές υποδείξεις περιπτώσεων επιτυχημένης και αποτυχημένης διακυβέρνησης. Προτείνεται δε η γνώση της Ιστορίας, ως πηγής εύρεσης των κατάλληλων παραδειγμάτων προς μίμηση ή αποφυγή.
Εντύπωση προκαλούν οπωσδήποτε οι αναλυτικές συσχετίσεις στις οποίες προβαίνει ο συγγραφέας, ώστε να αναδείξει τις εμφανείς ομοιότητες τόσο μεταξύ των έργων αυτών μεταξύ τους, όσο και σε σχέση με τα κείμενα του Ν. Μακιαβέλι (Φλωρεντία, 1469-1527), αλλά και του προκατόχου του D. Bruni (1370-1444). Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ελάχιστη μεταβολή που παρουσιάζει η πολιτική ηθική σε τόσο απομακρυσμένες μεταξύ τους περιοχές και εποχές. Γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι, παρά τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που παρουσιάζουν τα εν λόγω κείμενα, η ηθική και πολιτική προβληματική που αναδύουν μπορεί κάλλιστα να προβληθεί στο σήμερα. Ισοδύναμα, μπορεί να λεχθεί ότι το πόνημα του Β. Σύρου, εκτός από το αναμφισβήτητο πολιτιστικό και ιστορικό του ενδιαφέρον, φέρει και μία ξεχωριστή αξία για την τρέχουσα πολιτική σκέψη – αν όχι ένα κλειδί ερμηνείας πολλών συμπεριφορών και επιλογών της σύγχρονης πολιτικής ηγεσίας σε διεθνές επίπεδο. Αξίζει να αναφερθεί, τέλος, η ιδιαίτερα πλούσια βιβλιογραφία με την οποία ο συγγραφέας εμπλουτίζει το κείμενό του, ώστε να βοηθήσει την έρευνα στην περαιτέρω αξιοποίηση των πηγών που παρουσιάζει.
* Ο Πέτρος Παναγιωτόπουλος είναι επικ. καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.