μετά τις συρροές κρουσμάτων του κορονοϊού σε νοσοκομεία της Αθήνας με πιο πρόσφατο το νοσοκομείο «ΜΕΤΑΞΑ», όπου καταγράφηκαν νέα κρούσματα μεταξύ τόσο του προσωπικού όσο των ογκολογικών ασθενών. Απόφαση που, αν και θεωρείται αυτονόητη για τη μεγάλη πλειοψηφία των υγειονομικών, εγείρει σειρά ερωτημάτων που χρήζουν απαντήσεων.
Χθες το πρωί με απόφαση του υπουργού Υγείας Βασίλη Κικίλια, καθίσταται υποχρεωτική η διεξαγωγή rapid test δύο φορές την εβδομάδα σε όλο το προσωπικό -ιατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό, λοιπό- των Μονάδων Υγείας του Ε.Σ.Υ., που δεν έχει εμβολιαστεί κατά του κορονοϊού. Απόλυτα σύμφωνος με την απόφαση του υπουργού Υγείας εμφανίστηκε ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου, Ντίνος Γιαννακόπουλος, θεωρώντας απαράδεκτο αλλά και εγκληματικό να υπάρχουν υγειονομικοί που δεν έχουν εμβολιαστεί σε καιρό πανδημίας καθώς «έχουν αυξημένους κινδύνους να συμβάλουν στη διασπορά του ιού».
«Δεν δικαιολογούνται οι αρνητές του εμβολίου στις δομές υγείας» τόνισε σε δήλωσή του ο κ. Γιαννακόπουλος για να προσθέσει «όταν δεν μπορεί να υπάρχει υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού πρέπει τέτοιοι πληθυσμοί, όπως οι υγειονομικοί να επιτηρούνται υγειονομικά. Και η επιτήρηση μπορεί να γίνει με rapid test, που είναι άλλωστε και ο λόγος ύπαρξής τους...». Στα δύο νοσοκομεία της Λάρισας πάντως, τα ποσοστά των εμβολιασμένων υγειονομικών κρίνονται ιδιαίτερα ικανοποιητικά. Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, σύμφωνα με στοιχεία του διοικητή Δημήτρη Κατσικονούρη, έχει εμβολιαστεί το 90% του ιατρικού προσωπικού, το 75% του νοσηλευτικού προσωπικού, ενώ το ποσοστό στο διοικητικό και λοιπό προσωπικό μειώνεται στο 50%. Τα ποσοστά των ανεμβολίαστων γιατρών και νοσηλευτών, όπως δηλώνει ο διοικητής του Νοσοκομείου, δεν αφορούν αρνητές των εμβολίων αλλά υγειονομικούς που νόσησαν από κορονοϊό και δεν εμβολιάστηκαν με βάση τις οδηγίες του ΕΟΔΥ για να προσθέσει ότι το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο παρέχει τη δυνατότητα σε όλο το προσωπικό να ελεγχθεί προαιρετικά είτε με rapid test είτε μοριακά. Την ίδια δυνατότητα παρέχει και το Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου σύμφωνα με στοιχεία του διοικητή, Γρηγόρη Βλαχάκη, έχει εμβολιαστεί το 70% του προσωπικού έναντι του 30% (περίπου 200 άτομα), που παραμένει για διάφορους λόγους ανεμβολίαστο. Και στο νομαρχιακό νοσοκομείο εμφανίζεται παρόμοια εικόνα με το ιατρικό προσωπικό να έχει εμβολιαστεί σε ποσοστό άνω του 90% και έπεται το νοσηλευτικό προσωπικό με το λοιπό και διοικητικό προσωπικό να εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό ανεμβολίαστων. Ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου αν και κατανοεί τους λόγους για τους οποίους γιατροί και νοσηλευτές, που νόσησαν στο παρελθόν, δεν εμβολιάστηκαν, ωστόσο υπενθυμίζει ότι με βάση τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας η ανοσία διαρκεί τρεις μήνες και ως εκ τούτου με τη συμπλήρωση τριών μηνών από την εκδήλωση της νόσου οφείλουν να εμβολιαστούν.
ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ
Ενδιαφέρον πάντως παρουσιάζει και το γεγονός ότι η απόφαση του Βασίλη Κικίλια για την υποχρεωτική εξέταση των ανεμβολίαστων υγειονομικών αφορά στο προσωπικό των μονάδων υγείας του ΕΣΥ και όχι όλων των μονάδων υγείας συμπεριλαμβανομένων και των μονάδων του ιδιωτικού τομέα, όπου υπάρχουν αντίστοιχοι κίνδυνοι μετάδοσης και διασποράς του ιού. Προβληματισμός, που τέθηκε κατά την έναρξη της περιόδου των εμβολιασμών, με την πλατφόρμα να μην έχει ανοίξει ακόμη για μερίδα προσωπικού των ιδιωτικών κλινικών. Συγκρατημένοι με την απόφαση του υπουργού εμφανίζονται και οι νοσοκομειακοί γιατροί, οι οποίοι αν και τάσσονται υπέρ των συχνών ελέγχων των υγειονομικών, διατυπώνουν ερωτήματα αν ο υποχρεωτικός έλεγχός τους δύο φορές την εβδομάδα εξυπηρετεί τους στόχους της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου για την επιδημιολογική επιτήρηση και τον έλεγχο της διασποράς στα νοσηλευτικά ιδρύματα.
Αναπάντητα από την απόφαση Κικίλια επίσης παραμένουν ερωτήματα που αφορούν το πώς θα αντιμετωπιστούν από τις διοικήσεις των νοσοκομείων όσοι ανεμβολίαστοι υγειονομικοί αλλά και το λοιπό προσωπικό βρεθούν στους υποχρεωτικούς ελέγχους θετικοί στον ιό -πέραν της υποχρεωτικής καραντίνας από τον ΕΟΔΥ. Πολύ δεν περισσότερο πώς θα αντιμετωπιστούν όσοι ανεμβολίαστοι αρνηθούν να ελεγχθούν με rapid test, όπως προβλέπει η Υπουργική Απόφαση.