συνταξιούχο πλέον αστυνομικό, ο οποίος κατηγορείται πως εξαπάτησε δύο αδέλφια Λαρισαίων αποσπώντας μεγάλα χρηματικά ποσά για να τους βοηθήσει υποτίθεται να ξεπεράσουν προβλήματα τα οποία οφείλονταν στην... «επίδραση μαγείας».
Ο κατηγορούμενος για να αποσπά χρήματα από τον 66χρονο και την ευκολόπιστη 50χρονη αδελφή του, τους ανήγγειλε «διάφορα κακά» τα οποία υποτίθεται θα συνέβαιναν σε «προσφιλή τους πρόσωπα» και για τον λόγο αυτόν «τσέπωνε» χρήματα, ενώ τους διέθετε διάφορα φυλακτά και αυτοσχέδια σκευάσματα («μαντζούνια») τα οποία προμηθεύονταν από μια άγνωστη στην πραγματικότητα γυναίκα την οποία έλεγαν «Πηνελόπη».
Γυναίκα την οποία επικαλούνταν μονίμως ο αστυνομικός ως αυτή που θα έλυνε τα μάγια και η οποία «διαδέχθηκε» μια γερόντισσα που επίσης... έλυνε τα μάγια, αλλά με θρησκευτικό τρόπο. Η μοναχή πέθανε αλλά όταν ανέλαβε δράση η «Πηνελόπη», τότε η ταρίφα... αυξήθηκε.
Η 50χρονη Λαρισαία πείστηκε σε τέτοιο βαθμό που, προκειμένου να μην πάθουν κάποιο κακό συγγενικά της πρόσωπα, έφτασε στο σημείο να αγοράσει μια ξιφολόγχη πληρώνοντας... 30.000 ευρώ γιατί «θα την προστάτευε περισσότερο από την κακή ενέργεια», ξιφολόγχη την οποία έκρυψε στην αυλή της.
Από το 2010 έως το 2013 που η 50χρονη κατήγγειλε την υπόθεση στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Λάρισας, ο αστυνομικός απέσπασε τμηματικά 230.000 ευρώ σε μετρητά, ενώ σε 24.000 ευρώ ανερχόταν η αξία των «διαβασμένων» χρυσαφικών που της ξάφρισε ο κατηγορούμενος, ο οποίος φαίνεται πως απέσπασε άλλες 20.000 ευρώ από τον αδελφό της 50χρονης.
Από το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας απορρίφθηκε προχθές η αίτηση αναβολής που κατέθεσε ο συνήγορος του 55χρονου αστυνομικού, ως ανυποστήρικτη και έτσι επικυρώθηκε η πρωτόδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων που είχε επιβάλλει στον κατηγορούμενο για απάτη αστυνομικό, κάθειρξη 7 ετών και 3 μηνών.
ΕΛΥΝΕ ΜΑΓΙΑ... ΤΟΙΣ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο 55χρονος αστυνομικός για να εκμεταλλευτεί οικονομικά την 50χρονη, ουσιαστικά την έπεισε ότι η οικογένειά της «βρίσκεται υπό την επίδραση μαγείας και σε κατάσταση κινδύνου», ενώ στην πραγματικότητα «εκμεταλλεύτηκε παράλληλα διάφορες οικογενειακές συγκυρίες» του θύματός του.
Αρχικά τα μάγια θα έλυνε «με θρησκευτικό τρόπο» μία «γερόντισσα», αλλά όταν η καλόγρια «πέθανε» ο αστυνομικός άρχισε να επικαλείται την «Πηνελόπη» ως τη γυναίκα εκείνη που θα έλυνε τα μάγια. Όσο πιο μεγάλο το πρόβλημα, τόσο αυξανόταν η ταρίφα. Ο αστυνομικός «ανήγγειλε διάφορα κακά που θα συνέβαιναν σε προσφιλή πρόσωπα» της 50χρονης «και της έδιδε διάφορα δήθεν “φυλακτά” και διάφορα αυτοσχέδια σκευάσματα “μαντζούνια”» που υποτίθεται παρέδιδε σε αυτόν η άγνωστη γυναίκα με τις μαγικές ικανότητες «για να προστατεύουν» την 50χρονη.
Ο κατηγορούμενος αστυνομικός επικαλούνταν διαφορετικούς λόγους κάθε φορά που η 50χρονη θα χρειαζόταν τη βοήθεια της «Πηνελόπης» και ως... διά μαγείας τα προβλήματα αυτά λύνονταν τοις μετρητοίς, με χρήματα που εισέπραττε ο αστυνομικός.
Ετσι άλλοτε έλεγε πως θα αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας, «το οποίο μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη λύση της μαγείας», άλλοτε πως άλλη γυναίκα «της είχε κάνει μάγια για να αρρωστήσει η ίδια και να μείνει ανάπηρη στο κρεβάτι, και μπορούσε να λύσει τα μάγια δίνοντάς της να πιεί ένα διάλυμα σκόνης στο νερό».
Επίσης την έπεισε «να μην μιλήσει σε τρίτους διότι οι άνθρωποι που της είχαν κάνει μάγια θα της έκαναν μεγαλύτερο κακό». Την έπεισε επίσης πως μάγια της έκανε και άλλο συγγενικό πρόσωπο, ότι συγγενικό πρόσωπο «θα πεθάνει από καρδιά» προβλέποντας μάλιστα και το έτος, ότι άλλο συγγενικό πρόσωπο «θα πέθαινε σε αυτοκινητιστικό ατύχημα» από το οποίο θα ζούσε μόνο μία επιβάτιδα του ΙΧ «η οποία όμως και αυτή θα ζαλιζόταν μέσα στη θάλασσα και θα πνιγόταν».
«Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα» σημειώνεται στο κατηγορητήριο «ο κατηγορούμενος προκειμένου να ενισχύσει τις διαβεβαιώσεις του και να συνεχίσει να αποσπά μεγάλα χρηματικά ποσά» από την 50χρονη, «της παρέδιδε διάφορα δήθεν “φυλακτά” ήτοι μεταλλικά και μη αντικείμενα, διαφόρων σχημάτων με παραστάσεις κύκλους, τρίγωνα και γράμματα “Χ”, “Π” κ.λπ., τοποθετημένα σε πουγκιά μαζί με κομμάτια θυμιάματος ή άνευ αυτών, για να τα τοποθετήσει σε σημεία του σπιτιού της ή να τα καίει για προστασία της ιδίας και της οικογένειάς της.
Επίσης της παρέδωσε μία αυτοσχέδια μεταλλική λόγχη προκειμένου να την θάψει στο προαύλιο του σπιτιού της για προστασία και βαζάκια δήθεν με μαγικά υγρά, τα οποία ονόμαζε “προστασίες” προς κατανάλωση της ιδίας και των μελών της οικογένειάς της».
Με «ψευδείς ισχυρισμούς και διαβεβαιώσεις» ο κατηγορούμενος απέσπασε τμηματικά «το συνολικό χρηματικό ποσό των 230.000 ευρώ σε μετρητά. Επίσης ο κατηγορούμενος κατά διαστήματα παρίστανε» στην 50χρονη «ότι τα κοσμήματά της ήταν “διαβασμένα” δηλαδή είχαν υποστεί δήθεν “μαγεία”» από άλλη γυναίκα και έτσι «την έπειθε με τον τρόπο αυτόν να τα παραδίδει σε αυτόν. Με τις ψευδείς αυτές παραστάσεις ο κατηγορούμενος απέσπασε» από την 50χρονη -μεταξύ άλλων- χρυσές λίρες, κοσμήματα και ρολόγια συνολικής αξίας 24.000 ευρώ».
Η απάτη αποκαλύφθηκε στις αρχές Ιουλίου 2013 όταν ο κατηγορούμενος δήλωσε στην 50χρονη «ότι διαθέτει ένα γυάλινο βάζο με υγρό το οποίο θα έβαζε στο φαγητό» συγγενικού προσώπου «για να συνέλθει από τα προβλήματά της», λόγο για τον οποίο της ζήτησε να του καταβάλει «το ποσό των 750 ευρώ για το υγρό και το ποσό των 9.000 ευρώ για παλαιότερες οφειλές».
Μάλιστα λόγω... παλαιότερων οφειλών, ο κατηγορούμενος υπέδειξε στην 50χρονη να δανειστεί χρήματα από τοκογλύφους για να τον ξεχρεώσει.
Η 50χρονη έχοντας ωστόσο αντιληφθεί την απάτη σε βάρος της, απευθύνθηκε στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Λάρισας, όπου προσημειώθηκαν χαρτονομίσματα ποσού 9.750 ευρώ, όσα δηλαδή της ζήτησε ο κατηγορούμενος για να της παραδώσει το γυάλινο βάζο με το «θαυματουργό υγρό».
Το ραντεβού δόθηκε δίπλα από ναό της Λάρισας όπου ο κατηγορούμενος παρέδωσε στην 50χρονη την τσάντα με το γυάλινο βάζο και παρέλαβε ένα φάκελο με τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα για να επέμβουν οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Λάρισας και να συλλάβουν τον συνάδελφό τους. Στο σπίτι του οποίου, μεταξύ άλλων κατασχέθηκαν «δύο χάρτινες συσκευασίες περιέχουσες φυλακτά, πλήθος πουγκιών από τούλι», «πλήθος χαρτιών περιτυλίγματος, αυτοκόλλητες ταινίες κ.λπ., υλικά δηλαδή που ο κατηγορούμενος χρησιμοποιούσε για να κατασκευάζει αυτός ο ίδιος τα «φυλακτά» και τις «προστασίες» που παρέδιδε στα ανυποψίαστα θύματά του».
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ