«Περίπου 2.500 συμβασιούχοι εργαζόμενοι στα περίπου 424 ΚΔΑΠ και 75 ΚΔΑΠ-ΜΕΑ των Δήμων σε όλη τη χώρα, βρίσκονται σε μεγάλη αγωνία. Στο νομοσχέδιο που έφερε το Υπουργείο Εσωτερικών, ανακύπτει ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, για τη διαχείριση που επιφυλάσσει η Κυβέρνηση γι’ αυτούς τους εργαζομένους, οι οποίοι συνεχίζουν να απασχολούνται, με ειδικό καθεστώς εργασίας και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως και οι εργαζόμενοι στο «Βοήθεια στο Σπίτι». Η πολύχρονη και αδιάκοπη απασχόλησή τους, με συμβάσεις ορισμένου χρόνου 12μηνης διάρκειας, που ανανεώνονται εδώ και χρόνια, δημιούργησαν πραγματικά δεδομένα στην απασχόλησή τους και ειδικά χαρακτηριστικά, τόσο λόγω της κατηγορίας των εξυπηρετούμενων και της σχέσης εμπιστοσύνης και ασφάλειας που έχει αναπτυχθεί μεταξύ ωφελούμενων και προσωπικού (μικρά παιδιά και παιδιά-άτομα με αναπηρία) στις Δομές, όσο και λόγω της πολύτιμης εμπειρίας και εξειδίκευσης που έχουν αποκτήσει τόσα χρόνια που υπηρετούν τον θεσμό.
Η ρύθμιση του ΥΠΕΣ που τους αφορά, αναφέρεται σε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού για υπηρεσίες των ΟΤΑ, όπου δεν προβλέπεται η μοριοδότηση της «ειδικής εμπειρίας», δηλαδή ακριβώς αυτών των χαρακτηριστικών που οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι έχουν, με αποτέλεσμα, είτε να συνεχίζουν να απασχολούνται σε καθεστώς «εργασιακής ομηρίας», είτε να οδηγηθούν, μοιραία, εκτός απασχόλησης, μετά από τόσα χρόνια.
Η αντίληψη του «πελατειακού κράτους», με την οποία τίθενται, κατά καιρούς, σε ομηρία χιλιάδες εργαζόμενοι, έχει προ πολλού ξεπεραστεί και δεν πρέπει να αφορά, επιτέλους, τις σύγχρονες δημοκρατίες. Πρέπει να αποκατασταθούν όλες οι αδικίες που έχουν δημιουργηθεί και οι εργαζόμενοι να απολαμβάνουν το δικαίωμα στην εργασία τους, χωρίς άμεσες ή έμμεσες, «κομματικές προϋποθέσεις». Το θέμα το εργαζομένων στα ΚΔΑΠ και ΚΔΑΠ-ΜΕΑ των Δήμων της χώρας, είναι μια πληγή που πρέπει να κλείσει, με δικαιοσύνη. Απαιτείται ρύθμιση».