προβλήματος της Θεσσαλίας, παρουσία εκπροσώπων των συναρμόδιων Υπουργείων και των επιστημονικών φορέων, ζητά ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος με επιστολή του στην πρόεδρό της κ. Διονυσία Αυγερινοπούλου.
Ο Θεσσαλός πολιτικός, που είχε θέσει το ζήτημα και προφορικά στις 17.06.20, κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Περιβάλλοντος για τη μόλυνση των υδάτων του Τιταρήσιου ποταμού με υγρά απόβλητα, επανέρχεται εγγράφως, διατυπώνοντας το σχετικό αίτημα για το μείζον θέμα που απασχολεί, ιδιαιτέρως, τον αγροτικό κόσμο.
Στην επιστολή του ο Μάξιμος Χαρακόπουλος σημειώνει τα εξής: «Ως γνωστόν, η Θεσσαλία αποτελεί τη μεγαλύτερη αγροτική περιφέρεια της χώρας και συνιστά την καρδιά της αγροτικής παραγωγής. Την ίδια ώρα, όμως, στερείται των απαραίτητων υποδομών που θα της επέτρεπαν να ισοσκελίσει, τουλάχιστον μερικώς, το δυσθεώρητο, και συνεχώς επιδεινούμενο, υδατικό της έλλειμμα, σε αντίθεση με το υδατικό πλεόνασμα της Δυτικής Ελλάδας.
Έτσι, ο θεσσαλικός κάμπος απειλείται κυριολεκτικά με ερημοποίηση και οικολογική καταστροφή με δραματικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής, αλλά και τις προοπτικές του πρωτογενούς τομέα. Η ελληνική πολιτεία, για να επιλύσει το συγκεκριμένο πρόβλημα, υιοθέτησε από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και δαπάνησε τεράστια κονδύλια για να ολοκληρώσει το έργο της ήπιας εκτροπής μικρού μέρους των υδάτων του Αχελώου που καταλήγουν στη θάλασσα. Δυστυχώς, εξαιτίας πολλών υποκειμενικών και αντικειμενικών λόγων, δεν υπήρξε έως σήμερα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αντιθέτως, φθάσαμε στο σημείο, το ζωτικό αυτό έργο να βρίσκεται πλέον σε οριακή κατάσταση και να απαιτούνται άμεσες παρεμβάσεις για να διασωθεί.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κύρια παράμετρος που επιβάλλει την ολοκλήρωση του έργου αυτού, που αδίκως έχει στοχοποιηθεί και συκοφαντηθεί ως φαραωνικό, είναι πρωτίστως η φιλοπεριβαλλοντική του διάσταση, η οποία ωστόσο υποτιμήθηκε.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, θα ήθελα και εγγράφως να ζητήσω τη σύγκλιση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, στην οποία προεδρεύετε, με σκοπό την ακρόαση επιστημονικών φορέων και αναγνωρισμένων επιστημόνων, που έχουν ασχοληθεί ενδελεχώς με το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας και είναι σε θέση να προτείνουν απτές και εφαρμόσιμες λύσεις, αλλά και να υποδείξουν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που μπορούν να αναληφθούν, παρουσία εκπροσώπων των συναρμόδιων Υπουργείων».