κ. Βασίλης Κόκκαλης.
Στην ερώτησή του προς τον αρμόδιο υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Μάκη Βορίδη, ο κ. Κόκκαλης θέτει το κρίσιμο ερώτημα των εργαλείων που προτίθεται να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση για να προστατέψει τους αγρότες από τις αστάθειες των τιμών και της αγοράς, ώστε να επιτευχθεί η ισορροπία κόστους και οφέλους παραγωγής. Επικαλείται μάλιστα τις πρωτοβουλίες που έλαβε ο ίδιος, όταν ήταν υφυπουργός με την εφαρμογή από φέτος του μοντέλου κλειστών τιμών στο βαμβάκι, μέσω συμβάσεων, προτείνοντας αυτό να εφαρμοστεί και στα υπόλοιπα προϊόντα, ώστε να μπει ένα τέλος στο απαράδεκτο φαινόμενο των ανοικτών τιμών .
Η ΕΡΩΤΗΣΗ
Αναλυτικά, η επίκαιρη ερώτηση του πρώην υφυπουργού: «Η Κοινή Γεωργική Πολιτική ήταν η πρώτη κοινή πολιτική τής τότε Κοινότητας και πρωταρχικός στόχος της ήταν η ασφάλεια της επάρκειας των τροφίμων και η στήριξη του εισοδήματος των αγροτών. Αργότερα στην αρμοδιότητα της κοινής πολιτικής εντάχθηκαν η παραγωγή ασφαλών και υγιών προϊόντων, με σεβασμό στο περιβάλλον και με προϊόντα που θα διατίθενται σε λογικές τιμές στους καταναλωτές. Τα αρχικά μέσα για την επίτευξη των στόχων ήταν μεταξύ άλλων και οι κατώτατες τιμές των αγροτικών προϊόντων. Με τις μεταβολές του διεθνούς περιβάλλοντος κρίθηκε αναγκαία η μεταρρύθμιση της κοινής πολιτικής, προκειμένου να επιτευχθεί ο εκσυγχρονισμός της με τις εκάστοτε εξελίξεις και συγκυρίες και έτσι εγκαταλείφθηκε το σύστημα στήριξης, που εγγυόταν ορισμένα επίπεδα τιμών. Σήμερα, διανύουμε την περίοδο της νέας κοινής αγροτικής πολιτικής μετά το 2013 με ορίζοντα το 2020, κατά την οποία υιοθετήθηκαν στόχοι, που συνοψίζονται στην εξασφάλιση της παροχής ασφαλών τροφίμων, στη σταθεροποίηση των αγορών, στην εξασφάλιση δίκαιου βιοτικού επιπέδου στον γεωργικό πληθυσμό, ιδίως μέσω της αύξησης του ατομικού εισοδήματος των γεωργών και των εργαζομένων, που απασχολούνται στη γεωργία και στην ενθάρρυνση της αγροτικής δραστηριότητας. Μετά το 2020, η Ε.Ε., σε χρόνο μετά την επέλαση της πανδημίας, διά των προτάσεων της Επιτροπής για τη νέα ΚΑΠ, απήντησε σε σχετικό ερώτημα, ότι εξακολουθεί να κινείται στην κατεύθυνση για την εξασφάλιση ανταγωνιστικού γεωργικού τομέα προσανατολισμένου στην ελεύθερη αγορά, μη αφήνοντας περιθώριο επαναφοράς του συστήματος ορισμένων κατώτατων επιπέδων τιμών, παρά το απρόβλεπτο γεγονός της πανδημίας, καθώς προβλέπει αντ’ αυτού συμπληρωματικά μέτρα για τη στήριξη του γεωργικού εισοδήματος, με μηχανισμούς, όπως το σύστημα της άμεσης ενίσχυσης των αγροτών. (βλ. E-001010/2020 απάντηση του κ. Wojciechowski εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 8.4.2020). Όμως, η πανδημία ανέδειξε στην Ευρώπη και στην Ελλάδα έντονα υφιστάμενα προβλήματα και παθογένειες, που αγγίζουν όλο το σύστημα παραγωγής και εμπορίας, με μεγαλύτερο πρόβλημα την κερδοσκοπία των ισχυρών κρίκων της αλυσίδας εις βάρος των ασθενέστερων και με απώτερη συνέπεια τη μείωση του εισοδήματος των παραγωγών λόγω και της δυσανάλογης σχέσης μεταξύ κόστους παραγωγής και πώλησης αυτής, κατά παράβαση των παραπάνω αρχών της Ε.Ε.
Με βάση τα παραπάνω, ερωτάται ο κ. Υπουργός: Δεδομένης της θέσεως της Ε.Ε. για τη νέα ΚΑΠ μετά το 2020, με ποια εργαλεία προτίθεστε να προστατέψετε τους αγρότες από τις αστάθειες των τιμών και της αγοράς, ώστε να επιτευχθεί η ισορροπία κόστους και οφέλους παραγωγής; Δεδομένης της κρίσης της αγοράς και λόγω πανδημίας, προτίθεστε να συμπράξετε με άλλες ευρωπαϊκές χώρες κοινών συμφερόντων, ώστε να δημιουργηθεί ένας αποτελεσματικός μηχανισμός αντιμετώπισης της κερδοσκοπίας στα αγροτικά προϊόντα, με δικλείδες ασφαλείας για την αντιμετώπιση της ανεξέλεγκτης εξάπλωσης του κέρδους εις βάρος των παραγωγών και τη μείωση επιρροής των μεσαζόντων, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ισπανίας, ώστε οι έμποροι και μεταποιητές να μην αγοράζουν σε τιμές, που να βρίσκονται κάτω από το κόστος παραγωγής των αγροτών και υιοθετώντας με νόμο τις οδηγίες της Ε.Ε. περί αθέµιτων πρακτικών στο αγροτικό εμπόριο;».