Ο κ. Στρατηγάκης με νέο του άρθρο σημειώνει ότι «οι επιδόσεις των υποψηφίων στις Πανελλαδικές Εξετάσεις συμβάλλουν, μαζί με τον αριθμό των εισακτέων και τις επιθυμίες των υποψηφίων που καταγράφονται στη συμπλήρωση των Μηχανογραφικών τους δελτίων, στη διαμόρφωση των βάσεων εισαγωγής. Τα μαθήματα που εξετάζονται στις Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι 10. Κάποια από αυτά δυσκολεύουν παραδοσιακά τους υποψηφίους και σε κάποια άλλα, ξαφνικά, τα θέματα είναι πολύ δυσκολότερα από τις προηγούμενες χρονιές, με αποτέλεσμα την καθίζηση των επιδόσεων των υποψηφίων».
ΑΡΙΣΤΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΣΗ
Αναφορικά με τα μαθήματα που θα εξεταστούν στις φετινές Πανελλαδικές ο Στράτος Στρατηγάκης αναφέρει: «Στη Νέα Ελληνική Γλώσσα, που φέτος θα συνεξεταστεί με τη Λογοτεχνία για πρώτη φορά, έχουμε το παράδοξο να έχουμε πολύ λίγους υποψηφίους με επιδόσεις κάτω από τη βάση και ελάχιστους που αριστεύουν. Το 82,55% των υποψηφίων έγραψε μεταξύ 10 και 18. Γι’ αυτό και η Νέα Ελληνική Γλώσσα είναι το πρώτο μάθημα των εξετάσεων εδώ και δεκαετίες. Δεν βγαίνουν απογοητευμένοι οι υποψήφιοι μετά την εξέταση, συνεπώς είναι καλό μάθημα για να πάρουν οι υποψήφιοι το “βάπτισμα του πυρός”».
Σύμφωνα με τον έμπειρο εκπαιδευτικό αναλυτή, «τα παραδοσιακά δύσκολα μαθήματα είναι τα Αρχαία Ελληνικά, η Ιστορία, τα Μαθηματικά, η Φυσική. Στα Αρχαία Ελληνικά το ποσοστό των υποψηφίων που γράφουν κάτω από τη βάση ήταν στις Πανελλαδικές του 2019 το 31,72%, λίγο μικρότερο από το ποσοστό του 2018. Το ποσοστό των υποψηφίων που αριστεύουν στα Αρχαία Ελληνικά είναι πάντα κάτω από 5%. Το 2019 ήταν μόλις το 2,82% των υποψηφίων. Η δυσκολία επίτευξης υψηλής βαθμολογίας στα Αρχαία Ελληνικά δείχνει τη δυσκολία του μαθήματος» υπογραμμίζει και προσθέτει:
«Στην Ιστορία το ποσοστό των υποψηφίων που γράφουν κάτω από τη βάση είναι πολύ υψηλότερο, αλλά και το ποσοστό όσων αριστεύουν είναι υψηλότερο. Ένας στους δύο γράφει κάτω από τη βάση και ένας στους 10 αριστεύει. Συνεπώς η Ιστορία δεν είναι τόσο δύσκολη όσο τα Αρχαία Ελληνικά, αφού όποιος διαβάσει πολύ έχει περισσότερες πιθανότητες να αριστεύσει σε σχέση με τα Αρχαία. Το μεγαλύτερο ποσοστό υποψηφίων που γράφουν κάτω από τη βάση δείχνει ότι κάποιοι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του μαθήματος και παραιτούνται».
Τα μαθήματα θετικών σπουδών
Σε ό,τι αφορά τα μαθήματα των θετικών σπουδών, ο Στράτος Στρατηγάκης εξηγεί ότι το 2019 «την έκπληξη έκανε η Χημεία, που ξαφνικά δυσκόλεψε τόσο πολύ που έφερε πολύ μεγάλη στεναχώρια στους υποψηφίους. Το 2018 έγραψαν πάνω από 18 το 42,12% των υποψηφίων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν το 2019 μόλις το 4,37% των υποψηφίων. Η διαφορά, απίστευτη και πρωτοφανής, τσάκισε το ηθικό πολλών υποψηφίων που πήγαιναν για ένα εύκολο 20 και έφυγαν κλαίγοντας».
«Το συμπέρασμα», συνεχίζει ο κ. Στρατηγάκης στο άρθρο του στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική», «είναι ότι όταν γράφουμε εξετάσεις δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν ο βαθμός που γράφουμε θα είναι αρκετός για να πετύχουμε τον στόχο μας. Αν ένας υποψήφιος έγραφε 18 στη Χημεία το 2018 θα ήταν απλά ένας μέτριος βαθμός, αφού 4 στους 10 είχαν γράψει καλύτερα από αυτόν. Οι υποψήφιοι που έγραψαν 18 στη Χημεία το 2019 όχι μόνο αρίστευσαν, αλλά ξεχώρισαν και έβαλαν τα θεμέλια για την εισαγωγή στις πιο υψηλόβαθμες σχολές, καθώς μόλις 4 στους 100 έγραψαν πάνω από 18. Το συμπέρασμα είναι, λοιπόν, ότι το 18 δεν λέει τίποτα από μόνο του. Σημασία έχει πόσοι άλλοι αρίστευσαν. Εκεί κρίνεται η επιτυχία».
Ο Στράτος Στρατηγάκης υπενθυμίζει ότι «στα Μαθηματικά έχουμε παραδοσιακά χαμηλές επιδόσεις, που όμως το 2019 ήταν σημαντικά βελτιωμένες όχι γιατί οι υποψήφιοι ήταν περισσότερο διαβασμένοι, αλλά γιατί τα θέματα ήταν ευκολότερα. Υπάρχει διαφορά στις επιδόσεις στα Μαθηματικά μεταξύ των υποψηφίων των Θετικών σπουδών και των σπουδών Οικονομίας και Πληροφορικής, που επιβεβαιώνει και στατιστικά αυτό που όλοι βλέπουμε: οι πιο αδύνατοι μαθητές επιλέγουν τις Σπουδές Οικονομίας και Πληροφορικής, γι’ αυτό έχουμε αυτή τη διαφορά επιδόσεων. Οι υποψήφιοι που έγραψαν κάτω από τη βάση το 2019 ήταν το 73,96% των υποψηφίων, ενώ το 2018 ήταν το 83,17%. Αυτή η μεγάλη διαφορά, που εκφράστηκε και στους αριστούχους, με μικρότερη διαφορά φυσικά, έφερε τη μεγάλη άνοδο στις βάσεις των Οικονομικών Σχολών».
Καταλήγοντας, ο κ. Στρατηγάκης επισημαίνει ότι «στη Φυσική και τη Βιολογία οι επιδόσεις ήταν παρόμοιες με το 2018, ενώ στην Πληροφορική ήταν πολύ καλύτερες και στην Οικονομία πολύ χειρότερες διατηρώντας την ισορροπία.
Το συμπέρασμα είναι ότι τη στιγμή που γράφουμε δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν ο βαθμός που περιμένουμε να γράψουμε θα σταθεί αρκετός για να πετύχουμε το στόχο μας ή όχι. Συνεπώς δεν έχει κανένα νόημα η στεναχώρια και τα κλάματα στην έξοδο από το εξεταστικό κέντρο».