Αγροτικής Ανάπτυξης, «έπειτα από ενδελεχή έλεγχο και προκειμένου να εμπεριστατωθεί πλήρως το μέγεθος της ζημίας που έχει υποστεί ο πληγείς κλάδος της αιγοπροβατοτροφίας από τον κορονοϊό», δεσμεύτηκε «ένα ιδιαιτέρως σημαντικό ποσό το οποίο πρόκειται να κατανείμουμε με δίκαιο τρόπο στους κτηνοτρόφους μας». Πρόκειται για μία προκλητική ανακοίνωση, καθώς κάθε λέξη αποτελεί έναν εμπαιγμό απέναντι στους κτηνοτρόφους, οι οποίοι μετρούν απώλειες εδώ και μήνες και είχαν δικαίως, βάσει των υποσχέσεων της ηγεσίας του υπουργείου, άλλης τάξεως προσδοκίες. Μετά, λοιπόν, από σημαντικές καθυστερήσεις, στη διάρκεια των οποίων οι κτηνοτρόφοι αναμετρούνταν με τις δυνάμεις και τις αντοχές τους, έρχεται η ανακοίνωση μίας ενίσχυσης υπό όρους και σαφώς κατώτερης της συσσωρευμένης ζημίας τους. Όπως, σχολιάζουν χαρακτηριστικά κτηνοτρόφοι της περιοχής μας «τα χρήματα αυτά δεν φτάνουν ούτε για τάισμα δύο ημερών».
Το ποσό της ενίσχυσης ανέρχεται σε μόλις 4 ευρώ ανά πρόβατο ή αίγα, συνολικού ύψους 31 εκατ. ευρώ, ενώ ως δικαιούχοι καθορίζονται οι κτηνοτρόφοι, που διατηρούν μονάδα, της οποίας το κοπάδι παραδίδει τουλάχιστον 100 κιλά γάλα. Πρόκειται για μία από τις «κάθετες» παροχές οικονομικής στήριξης, πολιτική για την οποία τόσο ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης όσο και ο πρωθυπουργός δηλώνουν περήφανοι. Μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση, μένουν εκτός στήριξης ομάδες που τη χρειάζονται περισσότερο, όπως οι κτηνοτρόφοι απομονωμένων ορεινών περιοχών, όπου φυσικά δεν υπάρχει ζήτηση γάλακτος τέτοιας τάξεως. Προκύπτει, επομένως, ότι οι κτηνοτρόφοι στα νησιά, οι οποίοι εξαιρούνται από την υποχρέωση παράδοσης γάλακτος εφόσον δεν λειτουργεί τυροκομική μονάδα στο νησί, οφείλουν ένα μεγάλο ευχαριστώ στην ηγεσία του υπουργείου.
Η αντίστοιχη ενίσχυση που δόθηκε το 2018 από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν 42 εκατ. ευρώ, μέσω του μηχανισμού «de minimis», δηλαδή ένα επιπλέον ευρώ ανά ζώο, με ελάχιστη προϋπόθεση την παράδοση τουλάχιστον ενός κιλού γάλακτος, χωρίς τότε ο κλάδος να έχει υποστεί τις συνέπειες μιας πανδημίας. Η κυβέρνηση, δεδομένης της σημερινής κατάστασης, θα μπορούσε να δώσει έως και διπλάσια ενίσχυση και μάλιστα οριζόντια, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στους αιγοπροβατοτρόφους όχι απλά να επιβιώσουν, αλλά και να έχουν μία δυναμική και ανταγωνιστική παρουσία στη διεθνή αγορά με τα κύρια προϊόντα τους, δηλαδή τη φέτα και το κρέας. Όμως, είπαμε, η κυβέρνηση είναι εναντίον των οριζόντιων μέτρων και το διατυμπανίζει. Αυτή είναι μία πολιτική επιλογή σε σχέση με έναν από τους πυλώνες της ελληνικής οικονομίας και ως τέτοια θα πρέπει να κριθεί».