Ο 59χρονος Ελασσονίτης αφού παρέμεινε επί τριήμερο στα Κρατητήρια, παραπέμφθηκε χθες ενώπιον του Αυτοφώρου Δικαστηρίου Λάρισας. Όπου ζήτησε συγγνώμη που λειτούργησε το κατάστημά του παρά την Υπουργική Απόφαση, ενώ μετά την καταδίκη του τόνισε προς τους δικαστές πως «εγώ θα είμαι ο τελευταίος που θα ανοίξω το καφενείο στο χωριό» όταν αρθούν τα περιοριστικά μέτρα.
Ο 59χρονος που αποτέλεσε την πρώτη περίπτωση Λαρισαίου καταστηματάρχη που οδηγήθηκε κρατούμενος ενώπιον της Δικαιοσύνης για παραβίαση των αποφάσεων για τον κορονοϊό, έπεσε χθες «στα μαλακά» καθώς του επιβλήθηκε 6μηνη φυλάκιση με αναστολή, του αναγνωρίστηκε ελαφρυντικό και έτσι αφέθηκε ελεύθερος.
Καθώς το Δικαστήριο φάνηκε να δέχθηκε την εξήγησή του πως δεν είχε συνειδητοποιήσει τις συνέπειες της πράξης του και πως δεν γνώριζε ότι παρανομούσε, με δεδομένο μάλιστα ότι η Κοινή Υπουργική Απόφαση είχε εκδοθεί μόλις τα προηγούμενα 24ωρα.
Όπως είναι γνωστό τόσο στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου όσο και στην Κοινή Υπουργική Απόφαση περιλαμβάνονται μέτρα πρόληψης, υγειονομικής παρακολούθησης και περιορισμού της διάδοσης του κορονοϊού και στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων έχει απαγορευθεί η λειτουργία καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος.
Ο 59χρονος, μετά από έλεγχο αστυνομικών του Τμήματος Ελασσόνας την περασμένη Κυριακή το βράδυ, συνελήφθη σε χωριό του Δήμου Ελασσόνας να λειτουργεί το καφενείο του το οποίο έχει τη δυνατότητα παροχής υπηρεσιών διαδικτύου. Κατά τον έλεγχο της αστυνομίας, έξι νέοι χρησιμοποιούσαν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ενώ άλλοι έξι βρίσκονταν εντός του καταστήματος, παρότι πριν 3 ημέρες είχε εκδοθεί η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου και η ΚΥΑ που έβαζαν «λουκέτο» σε καταστήματα σαν του 59χρονου για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας.
Ο συλληφθείς Ελασσονίτης την περασμένη Δευτέρα το μεσημέρι οδηγήθηκε στο Αυτόφωρο και επειδή δεν διέθετε συνήγορο ζήτησε και έλαβε αναβολή, μόνο που το Δικαστήριο αποφάσισε τη διατήρηση της κράτησης μέχρι και χθες, νωρίς το μεσημέρι, που εκδικάστηκε τελικά η υπόθεση.
«Το χωριό μου, είναι ένα χωριό με 300 κατοίκους» τόνισε χθες ο κατηγορούμενος αιτιολογώντας την απόφασή του να λειτουργήσει το καφενείο του προσθέτοντας ότι «δεν είχαμε τέτοια εικόνα, με το που ήρθα στη Λάρισα, είδα γάντια και μάσκες». Ο 59χρονος ζήτησε συγγνώμη για την απόφασή του, τονίζοντας επίσης ότι δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι με τη λειτουργία του καφενείου ενδεχομένως να εξέθετε σε κίνδυνο συγχωριανούς του, με δεδομένο μάλιστα ότι την ώρα του ελέγχου από τους αστυνομικούς βρισκόταν και ο ίδιος εντός του καφενείου.
Σημείωσε επίσης ότι δεν πίστευε πως παρανομούσε και πως δημιουργούσε πρόβλημα, για να υπογραμμίσει προς το Δικαστήριο πως «εγώ θα είμαι ο τελευταίος που θα ανοίξω το καφενείο στο χωριό» όταν αρθούν τα μέτρα.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ