Οι δύο Ενώσεις σε κοινή επιστολή προς τα μέλη τους αναφέρονται αναλυτικά στις αποφάσεις για την αποχώρησή τους από την ΠΟΜΕΝΣ. Σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως έγκαιρα κοινοποίησαν τις σχετικές αποφάσεις στην ΠΟΜΕΝΣ «αιτούμενοι συγχρόνως να διαγραφούμε από το μητρώο της εν λόγω Ομοσπονδίας και να παύσει άμεσα η παρακράτηση των εισφορών των μελών μας από τις μισθοδοσίες τους με την ιδιότητά μας ως μελών της Ομοσπονδίας. Δοθέντος ότι μετά και την εν λόγω ανακοίνωση, η εν λόγω Ομοσπονδία συνέχισε να μας αντιμετωπίζει ως μέλη της, αναγκαστήκαμε να κοινοποιήσουμε την από 30.1.2020 δήλωση-διαμαρτυρία-κλήση μας, στην οποία αναφέραμε και τους λόγους της αποχώρησής μας, οι οποίοι συνιστούσαν σπουδαίους λόγους, καθώς στην εν λόγω απόφασή μας ωθηθήκαμε ένεκα κλονιστικών γεγονότων, που επήλθαν στην ομαλή μέχρι πρότινος ένταξή μας στην εν λόγω Ομοσπονδία.
Παρά τις ως άνω γνωστοποιήσεις μας, ήδη από τον Φεβρουάριο 2020 ξεκίνησαν οι παρακρατήσεις των εισφορών των μελών μας από τη μισθοδοσία του Μαρτίου 2020 με βάση τις καταστάσεις, που είχαν αποσταλεί.
Ενόψει της εξέλιξης αυτής, και δοθέντος ότι δεν συνιστούμε μέλη της ως άνω Ομοσπονδίας από 12.1.2020, βούλησή μας είναι να αποκατασταθεί πλήρως η εν λόγω αντίθετη στη βούληση της Ενώσεώς μας και στη βούληση των μελών μας ως προς την παρακράτηση εισφορών και να παύσει το συντομότερο δυνατό η εξακολούθηση των εν λόγω παρακρατήσεων. Προς την κατεύθυνση αυτή, θα κινηθούμε με κάθε νόμιμο μέσο, προς προάσπιση των συμφερόντων των μελών μας, όπως προβαίνουμε εξάλλου από την αρχή της συστάσεώς μας έως και σήμερον.
Κλείνοντας ενημερώνουμε τα μέλη μας ότι μετά την απόφαση αποχωρήσεων των Ενώσεών μας από την ΠΟΜΕΝΣ, η εν λόγω ομοσπονδία απέστειλε εξώδικα στις Ενώσεις μας [σπαταλώντας για άλλη μια φορά χρήματα των συναδέλφων] δικαιώνοντας πλήρως τα σωματεία μας για την αποχώρησή τους από το εν λόγω δευτεροβάθμιο σωματείο, ένας από τους λόγους αποχωρήσεών μας ήταν η εμμονή κάποιων μέσα στην ΠΟΜΕΝΣ να στρέφονται με αγωγές-εξώδικα και απαιτήσεις χιλιάδων ευρώ έναντι συναδέλφων στρατιωτικών και όχι μόνο» καταλήγει η κοινή επιστολή.