Πρόκειται για ένα από τα μεταβυζαντινά μνημεία του 18ου αιώνα, που έχει πλούσια και επιβλητική αρχιτεκτονική, προσδίδοντάς του επάξια τον τίτλο «η Ακρόπολη του Ασπροποτάμου» λόγω της ιδιαιτερότητάς του. Απέχει 82 χιλιόμετρα από τα Τρίκαλα και βρίσκεται μεταξύ των χωριών Δολιανών και Κρανιάς Ασπροποτάμου.
Ερχόμενος στο μοναστήρι ο επισκέπτης, με το που προσεγγίζει, το βλέμμα του μαγνητίζεται από τη στέγη, απ’ όπου ξεπροβάλλουν 13 τρούλοι και τρουλίσκοι κτιστοί, όσοι οι δώδεκα Απόστολοι και ο Χριστός, πάνω από τις πλάκες σκιστόλιθου που καλύπτουν αριστοτεχνικά τη στέγη. Αυτό το αρχιτεκτονικό στολίδι κάηκε -ευτυχώς όχι ολοκληρωτικά- από τους Γερμανούς το φθινόπωρο του 1943, σε μια επιχείρηση στην περιοχή Ασπροποτάμου, αφήνοντας αποκαΐδια πολύτιμων στοιχείων της τοπικής πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μαζί με πολλούς νεκρούς. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, έπειτα από πρωτοβουλία των κατοίκων της περιοχής του Ασπροποτάμου, οι οποίοι είχαν έκδηλο το ενδιαφέρον και την αγάπη τους για τον Ιερό Ναό Τίμιου Σταυρού, ξεκίνησαν τις διαδικασίες αναστήλωσης και αποκατάστασής του.
Το οικοδόμημα του Ιερού Ναού του Τιμίου Σταυρού χαρακτηρίζεται από την ιδιόρρυθμη αρχιτεκτονική, τις καινοτόμες εφαρμογές και την κατασκευαστική πρωτοτυπία του. Συναποτελείται από τον πολύτρουλο και πολύκογχο κυρίως ναό και τον ανακαινισμένο σήμερα νάρθηκα. Ο κυρίως ναός ακολουθεί στην κάτοψη τον ρυθμό της τρίκλιτης βασιλικής, με τρεις ημικυκλικές αψίδες στην ανατολική πλευρά και τρεις αψίδες, ανά μακρά πλευρά, από τις οποίες οι μεσαίες είναι χοροστάσια. Στο εσωτερικό του Ιερού Βήματος διαμορφώνεται σύνθρονο και επισκοπικός θρόνος. Το εσωτερικό του ναού είναι ανεπίχριστο και συνεπώς χωρίς αγιογραφίες, αναδεικνύοντας έτσι τη λίθινη φυσιογνωμία του.
Η γαλήνη που σου επιφυλάσσει το μέρος με το που προσεγγίζεις στο σημείο, ολοκληρώνεται κατά την είσοδο, αρχικά στον προσεγμένο και συνάμα πανέμορφο εξωτερικό χώρο και στη συνέχεια εντός του ναού, σκύβοντας για την είσοδο στον ναό μέσα από τις δυο πύλες του. Το φως δε, που εισχωρεί από τα μικρά παραθυράκια, ψηλά στον ναό δίνει μια μοναδική αίσθηση ηρεμίας, η οποία ολοκληρώνεται με τη μοναδική λίθινη ομορφιά του.
Ο καθηγητής (ακαδημαϊκός και αρχιτέκτονας) Παύλος Μυλωνάς χαρακτήρισε τον Ναό ως «τον Παρθενώνα του ορεινού όγκου» και ακολουθεί έναν σύνθετο τύπο, που ο ίδιος τον περιγράφει ως «θολοσκεπή βασιλική μετά τρούλων και πολλών αψίδων και εντοπίζει τρεις χρονολογικές φάσεις, με αρχική το έτος 1770» και συνεχίζει αναφέροντας ακόμη ότι «εδώ ο καλλιτέχνης μεταφέρει θαυμάσια αρχιτεκτονικά στοιχεία από μολδαβικά παραδείγματα, οθωμανικά, αρμενικά όπως και παλιά κεντροευρωπαϊκά». Όλα αυτά τα παραπάνω δημιουργούν μια «πολυκυτταρική ευμορφία του χώρου», που μας κάνει να φανταστούμε τον αρχικό πρωτομάστορα του μνημείου ως έναν άνθρωπο εξαιρετικά σοφό αλλά και ιδιαίτερα κοσμογυρισμένο, που από την Πόλη μέχρι και τις παραδουνάβιες χώρες πλούτιζε ιδιαίτερα τις γνώσεις του, αυτοσχεδιάζοντας μεν, αλλά δίνοντας όμως λύσεις εντυπωσιακές και παραδεκτές.
Ο Ναός διαθέτει φύλακα, είναι επισκέψιμος και ανοιχτός καθημερινά εκτός Τετάρτης, από την 1η Απριλίου μέχρι και τις 30 Οκτωβρίου, με ώρες λειτουργίας από 10 π.μ. έως 6 μ.μ. Η Ιερά Μονή πανηγυρίζει δύο φορές τον χρόνο, την εορτή της Αγίας Ζώνης στις 31 Αυγούστου, οπότε και τελείται ιερή αγρυπνία το βράδυ της 30ής Αυγούστου, και την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου με πανηγυρικό εσπερινό την παραμονή και πανηγυρική θεία Λειτουργία ανήμερα της εορτής.