«Η αίσθηση ότι μέλη της οικογένειάς σου στήριξαν ενεργά συνανθρώπους τους για να ξεφύγουν από τη θανάσιμη απειλή του Ολοκαυτώματος, ξεπερνά κάθε άλλη ικανοποίηση που έχω γνωρίσει», είπε παραλαμβάνοντας το βραβείο, συγκινημένος, ο κ. Γιαννίτσης.
Η φιλία του Ασέρ Ραφαήλ Μωυσή και του Κωνσταντίνου Γιαννίτση, πατέρα του πρώην υπουργού Εργασίας Τάσου Γιαννίτση, ξεκίνησε στο αμφιθέατρο της Νομικής, στην δεκαετία του 1910, και κρατήθηκε ζωντανή σε όλη τους τη ζωή. Οταν ο Ασέρ, είδε και κατάλαβε ποιά θα ήταν η μοίρα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, αποφασίζει να μη δηλώσει στις κατοχικές αρχές την οικογένειά του. Αναζητά πλαστές ταυτότητες και ένα κρησφύγετο. «Το πρώτο το παρείχε ο τότε αρχηγός της Αστυνομίας, Αγγελος Εβερτ, ενώ το κρησφύγετο ήταν κάτι που προσέφερε δωρεάν και με θάρρος ο φίλος του, συμβολαιογράφος, Κωνσταντίνος Γιαννίτσης», διηγείται ο Ραφαήλ Μωυσής, γιος του Ασέρ. Πρόκειται για την εξοχική κατοικία της οικογένειας στην Κηφισιά, στο ύψος του ΚΑΤ, όπου τότε υπήρχαν καλλιεργήσιμες εκτάσεις και βοσκοτόπια.
Η γειτονιά υποδέχεται φιλικά και χωρίς πολλές ερωτήσεις τους νεόφερτους αστούς. Ολα μοιάζουν να είναι υπό έλεγχο έως ότου ο πατέρας της οικογένειας πηγαίνει στον «Πλάτανο» της Κηφισιάς για να προμηθευτεί την εφημερίδα του. Μιά κίνηση που λίγο έλειψε να αποβεί μοιραία. Ενας Θεσσαλονικιός δικηγόρος τον αναγνωρίζει από μακριά και τον ακολουθεί κρυφά μέχρι το σπίτι «Ηταν πράκτορας στη Γκεστάπο και ταυτόχρονα είχε μαζί με δύο άλλους μια δική τους “δουλειά”» περιγράφει ο γιος του, Ραφαήλ. Εκβίαζαν Εβραίους για χρήματα και τιμαλφή με αντάλλαγμα τη ζωή τους, αλλά στο τέλος τους παρέδιδαν στους Γερμανούς». Προσπαθούν να κάνουν το ίδιο και με την οικογένεια Μωυσή. «Ο πατέρας μου είχε την ιδιοφυή ιδέα να τους ξεγελάσει κερδίζοντας χρόνο, πείθοντάς τους ότι σε δύο 24ωρα θα μπορούσε να τους παραδώσει τον πιο πλούσιο Εβραίο της Αθήνας – που βέβαια είχε ήδη διαφύγει στην Παλαιστίνη». Σε δύο μέρες με τη βοήθεια καλών φίλων, η οικογένεια φυγαδεύεται σε ένα σπιτάκι στις «Τρεις Γέφυρες», ενώ οι τρεις συνεργάτες των Γερμανών, που τους αναζητούν στο σπίτι της Κηφισιάς, συλλαμβάνονται ως διαρρήκτες από τη χωροφυλακή. Και θα παραμείνουν εκεί μέχρι την Απελευθέρωση...
Οταν ο Αλέξανδρος Μωυσής, ο γιός του Ασέρ, αναλογίζεται το Ολοκαύτωμα δεν ανησυχεί μήπως βρεθεί αντιμέτωπος με μια ίδια τραγική κατάσταση. Η αγωνία του είναι, αν θα είχε το ψυχικό σθένος να σταθεί στην πλευρά των «Δικαίων» της Ιστορίας, τείνοντας χείρα βοηθείας σε όσους κινδυνεύουν, όπως έπραξε πριν από 75 χρόνια ο Κωνσταντίνος Γιαννίτσης.
«Σήμερα, δεν θα βρισκόμουν ανάμεσά σας ούτε εγώ, ούτε τα παιδιά μου, ούτε ο πατέρας μου, αν δεν είχε υπάρξει μια εξαίρετη οικογένεια», ανέφερε χθες στο αμφιθέατρο του Κολλεγίου Αθηνών.
«Ηταν καθήκον του πατέρα μας να το κάνει, σχετιζόταν με τη φιλία των δύο ανδρών και εξέφραζε την κοσμοθεωρία και τις αξίες του», τόνισε ο καθηγητής και πρώην υπουργός κ. Τάσος Γιαννίτσης, που δεν έκρυψε από το κοινό τη συγκίνηση για την μεγάλη τιμητική διάκριση στη μνήμη του Κωνσταντίνου Γιαννίτση, που πέθανε το 1982. Οταν ενημερώθηκε ότι το όνομα του πατέρα του θα αναρτηθεί πλάι σε εκείνα μεγάλων διεθνών προσωπικοτήτων που συνέβαλαν στη διάσωση Εβραίων κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο κ. Γιαννίτσης άρχισε να ψάχνει πληροφορίες και να προσπαθεί να θυμηθεί από τις διηγήσεις του πατέρα του και της αδελφής του, Ελένης Καππέτου, που τότε ήταν οκτώ ετών, τι ακριβώς είχε συμβεί. Ο ίδιος, εξάλλου, δεν είχε ακόμα γεννηθεί. Ο πατέρας αφηγούνταν μετέπειτα το συμβάν ως κάτι απλό, κάτι αυτονόητο.
Η εν λόγω ιστορία είναι χαρακτηριστική «μιας Ελλάδας, που από τη μία σε κάνει περήφανο και από την άλλη σου δημιουργεί συναισθήματα οδύνης και αισχύνης», είπε παραλαμβάνοντας το βραβείο για τον πατέρα του ο Τάσος Γιαννίτσης.