Πρόκειται για έναν άνθρωπο που βρέθηκε εκεί προσφέροντας εργασία και πείθοντας τους μοναχούς πως ήθελε να «φορέσει τα ράσα» και να γίνει δόκιμος μοναχός κάποια στιγμή.
Με την καλοσύνη του και την ευγένειά του κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη όλων, όπως κατέθεσαν στο δικαστήριο, και έτσι απέκτησε πρόσβαση σε πολλούς χώρους της Μονής ενώ με την καθημερινή του πρακτική, έπειθε ολοένα και περισσότερο τους ανυποψίαστους μοναχούς ότι θα ενταχθεί στην κοινότητά τους.
Τη Μεγάλη Δευτέρα του 2016, εκμεταλλευόμενος κάποιες απουσίες, βρήκε την ευκαιρία να εγκαταλείψει το μοναστήρι, δηλώνοντας σε εργάτες που εκείνη την ώρα εκτελούσαν εργασίες ότι θα πάει στον Τύρναβο που του «είχαν τάξει ένα αρνί». Όμως είχε ήδη καλέσει ταξί για να έρθει στη Λάρισα. Στη βαλίτσα του όμως είχε σύμφωνα με τα όσα κατηγορούνταν, δύο εικόνες της Παναγίας από τον 18ο αιώνα καταγεγραμμένες από την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Λάρισας που υπήρχαν στην κεντρική εκκλησία της μονής. Δύο Ιερά Ευαγγέλια από τον 19ο αιώνα, το ένα με ασημένιο κάλυμμα και το άλλο δερματόδετο. Μια ασημένια λειψανοθήκη με Αγια Λείψανα της Αγίας Χριστίνας και του Αγίου Νικηφόρου. Ένα φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή αλλά και 4.000 ευρώ.
Ο ίδιος κατά τη διάρκεια της απολογίας του αποδέχθηκε τις πράξεις του και ισχυρίστηκε πως τα κειμήλια τα έχει δώσει σε ένα μοναστήρι στη Ρουμανία ενώ τα λεφτά τα χρησιμοποίησε για μια ανάγκη που προέκυψε σε φίλη του.
Εξήγησε πως έκανε όλες τις δουλειές και είχε σκοπό να βάλει τα ράσα. Δεν πρόλαβε όμως…
Ο Ρουμάνος κρίθηκε ένοχος για διακεκριμένη κλοπή από τόπο προορισμένο για θρησκευτική λατρεία, πράγματος αφιερωμένο σε αυτή και για κλοπή. Τιμωρήθηκε με συνολική ποινή κάθειρξης έξι ετών.
Το δικαστήριο δεν έδωσε αναστέλλουσα δύναμη στην έφεση πράγμα που σημαίνει πως ο παρ’ ολίγον δόκιμος μοναχός θα συνεχίσει να βρίσκεται στη φυλακή.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ