Καταγγέλλει το σκεπτικό της απόφασης, σύμφωνα με το οποίο η απόλυση εγκύων μπορεί να γίνεται με τη «βούλα» του νόμου αρκεί ο λόγος της απόλυσης που επικαλείται η εργοδοσία να μην αφορά στην εγκυμοσύνη».
Υποστηρίζει ότι: «Η απόφαση προστίθεται στα αλλεπάλληλα χτυπήματα που δέχονται τα δικαιώματα των γυναικών τόσο στη μητρότητα όσο και στην εργασία από τις κυβερνήσεις, την ΕΕ, τους θεσμούς και τα όργανά τους που με τους νόμους, τις οδηγίες και τις αποφάσεις τους φροντίζουν να είναι τα χέρια των επιχειρηματικών ομίλων «λυμένα» ώστε να ξεφορτώνονται ό,τι θεωρείται «κόστος» και βαρίδι για την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους.
Το νέο χτύπημα στο δικαίωμα των εργαζόμενων γυναικών στη μητρότητα συμπληρώνει το τοπίο της εργασιακής ζούγκλας, των «ιδιωτικών συμφωνητικών» ανάμεσα σε υποψήφιες εργαζόμενες και εργοδότες πως δεν θα δημιουργήσουν οικογένεια, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου που λήγουν κάθε λίγους μήνες και δεν ανανεώνονται ποτέ όταν η εργαζόμενη μείνει έγκυος.
Αποδεικνύεται ακόμα μία φορά ότι οι αποφάσεις των δικαστηρίων και οι κοινοτικές οδηγίες όχι μόνο δεν διασφαλίζουν τα σύγχρονα δικαιώματα των γυναικών, αλλά τα τσακίζουν, με γνώμονα τη θωράκιση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων».