Εξεταζόμενος ως πραγματογνώμονας που ορίστηκε από τις διωκτικές Αρχές, ο μάρτυρας απέδωσε τους δύο θανάτους σε εγκληματική ενέργεια. «Κάτι άλλο δεν μπορεί να έχει συμβεί» ανέφερε, αποκλείοντας το ενδεχόμενο ατυχήματος.
Ο ίδιος κατέθεσε ότι η χορήγηση του αρσενικού δεν ήταν τυχαία ή συμπτωματική, αποδίδοντας αυτήν την ενέργεια σε «εξωγενή παράγοντα». Έκανε λόγο, δε, για πρωτοφανή υπόθεση στα χρονικά ιατρικά, επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχει αναφορά σε ανάλογη περίπτωση στην παγκόσμια βιβλιογραφία.
Ο μάρτυρας αμφισβήτησε ευθέως τα αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων που διενεργήθηκαν σε δείγμα αίματος όσο ζούσε η 34χρονη σύζυγος του κατηγορούμενου, όπου εντοπίστηκαν υψηλές συγκεντρώσεις καδμίου. Κατονομάζοντας τη συνάδελφό του (ιατροδικαστή στο ίδιο εργαστήρι του ΑΠΘ) που υπέγραψε τα αποτελέσματα της διενεργηθείσας εξέτασης, εξέφρασε τη διαφωνία του με την ακολουθούμενη εργαστηριακή μέθοδο, τονίζοντας ότι δεν τηρήθηκε το σωστό πρωτόκολλο.
Η δίκη διεκόπη και θα επαναληφθεί τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου με την εξέταση μαρτύρων.