Το ρεπορτάζ της «Ε», περιγράφει στο φύλλο της 21ης Ιουλίου του 1974, μια ημέρα μετά την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο και τη γενική επιστράτευση, την ατμόσφαιρα στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Λάρισας από τον οποίο εκατοντάδες νέοι άνδρες έφευγαν για τις μονάδες τους και οι συγγενείς τους τους χαιρετούσαν.
«Η ατμόσφαιρα της πόλης μεταβλήθηκε. Πυρετός και γενική κινητοποίηση των αντρών έως και 40 ετών» συνεχίζει το δημοσίευμα που υπογραμμίζει «Συγκινητική και αυθόρμητη υπήρξε η άμεση ανταπόκριση των επιστρατευμένων». Μάλιστα λέει πως δεν έλειψε το χαμόγελο από τα χείλη τους, το χιούμορ και από μέσα τους η αισιοδοξία. Όλα αυτά τα τελευταία 24ωρα της χούντας στην Ελλάδα…
Το ρεπορτάζ στέκεται φυσικά στις συγκινητικές στιγμές στον Σταθμό «Συγγενείς και φίλοι των επιστρατευθέντων τους αγκάλιαζαν και τους φιλούσαν αποχαιρετώντας τους με συγκινητικές φράσεις «Να γυρίσεις παλικάρι» και «πρόσεχε». Δάκρυα, ασπασμοί, εκδηλώσεις αγωνίας και χαράς από τη μια πλευρά, ενθουσιασμός, αισιοδοξία και ηρωικό πνεύμα από την άλλη»…
Αυτήν την «άλλη» πλευρά αναζήτησε το σημερινό ρεπορτάζ της «Ε», 43 χρόνια μετά τα γεγονότα. Βρίσκουμε δύο Λαρισαίους που έζησαν την εμπόλεμη κατάσταση ως στρατιώτες και στρατιωτικοί. Τους ζητάμε μια ζωντανή περιγραφή. Δεν αρνούνται.
Ο Χρήστος Κοΐνης ανήκε στην ΕΛΔΥΚ ως μουσικός και ο Κώστας Ρουμελιώτης ήταν ραδιοναυτίλος του σκάφους «Νίκη 9». Τους δύο τούς συνδέει κάτι που δεν το γνώριζαν και αποκαλύφθηκε από τη συνομιλία τους με την «Ε». Σήμερα διαβάζοντάς το θα το διαπιστώσουν. Ο πρώτος περίμενε στην Κύπρο την ελληνική δύναμη που τελικά μετέφερε ο δεύτερος…
«ΠΑΡΕ ΤΑ ΟΠΛΑ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΗΣΕ»
Ο Χρήστος Κοΐνης στα 26 του ήταν στην ΕΛΔΥΚ ως μέλος της μπάντας, όμως, όπως λέει και ο ίδιος «Στον πόλεμο δεν έχει σημασία πού ανήκεις. Σου λένε πάρε τα όπλα και πολέμησε». Έτσι κι αυτός φεύγοντας από τη Λάρισα δεν το είχε στον νου τέτοιες καταστάσεις.
«Ήμασταν σε επιφυλακή» λέει στην «Ε» και συνεχίζει «Το πρωί του Σαββάτου 20 Ιουλίου άρχισε ο βομβαρδισμός στο στρατόπεδο που βρισκόταν ανατολικά της Λευκωσίας κοντά στο αεροδρόμιο».
Θυμάται πως «Ήταν τραγικό γιατί χάσαμε αρκετούς φίλους» και σε καμία περίπτωση δεν ξεχνάει «έναν λοχαγό, τον Σπύρο από τις Σέρρες στον οποίο χρωστάμε πολλά. Πήγε στο γήπεδο που είχαμε κοντά στην πύλη όπου γίνονταν οι συγκεντρώσεις και οι αθλοπαιδιές. Εκεί είχε φουντωτές πικροδάφνες και έστησε 12-13 όλμους των 96 χιλιοστών. Αυτό ήταν που «έκαψε» τους Τούρκους και μας έσωσε».
…«Το δικό μου αυτοκίνητο είχε βουλιάξει από τις οβίδες. Το ότι σώθηκα ήταν θαύμα. Όλη η ΕΛΔΥΚ ήταν σε διασπορά ευτυχώς, γιατί αν ήταν μέσα στους θαλάμους θα είχαμε πολλούς νεκρούς».
…«Την Παρασκευή μια ημέρα νωρίτερα πιάναμε «Ντόιτσε Βέλε» και ακούσαμε 1 ώρα τη φωνή της Ελλάδας και ήταν ο Μπακογιάννης που έλεγε «Αυτή τη στιγμή αδέρφια μου της ΕΛΔΥΚ ξεκίνησε η τουρκική αρμάδα». Ρωτάμε τον διοικητή να μας εξηγήσει τι σημαίνουν όλα αυτά και αυτός μας είπε "μην το ακούτε. Είναι χαζομάρες. Όμως δεν ήταν".
…«Μαζί μου είχα τη γυναίκα μου και το παιδί μου στην Κύπρο. Οι γονείς μου και τα πεθερικά μου δεν ήξεραν αν ζούμε ή όχι. Ήρθε ο Ερυθρός Σταυρός την ώρα που έγραφαν τα ονόματα για να ειδοποιήσουν τους δικούς μας. Ήταν μεγάλη η χαρά. Έκαναν σπουδαία δουλειά».
Τον ρωτάμε πώς νιώθει τόσα χρόνια μετά για να πει με σιγουριά «Αν ζω το οφείλω στους λοκατζήδες που έφτασαν με αεροπλάνα. Είχαν έρθει από την Κρήτη και ήταν η 1η Μοίρα Καταδρομών».
«ΟΛΟΙ ΧΤΥΠΟΥΣΑΝ ΤΑ ΝΟΡΑΤΛΑΣ»
Ο ραδιοναυτίλος του σκάφους «Νίκη-9», σμήναρχος ε.α. Κων. Ρουμελιώτης συμμετείχε στην αεροπορική αποστολή «Νίκη» που πραγματοποιήθηκε τη νύχτα της 21ης Ιουλίου. Την υλοποίηση του εγχειρήματος ανέλαβε η 354 Μοίρα Τακτικών Μεταφορών με αεροσκάφη τύπου «NORATLAS».
…«Τη νύχτα της 19ης προς την 20ή Ιουλίου 1974 στην 354 Μοίρα Μεταφορών αεροσκαφών Νοράτλας επικρατούσε πολεμική ατμόσφαιρα. Μετά τη γρήγορη ενημέρωση τα πληρώματα ξεκίνησαν για τα αεροσκάφη τους. Η επιστράτευση που είχε διαταχθεί νωρίτερα μας βρήκε σχεδόν όλους μέσα στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Ο αγώνας άρχισε και έπρεπε να δοθεί με πίστη».
Φτάσανε στη Σούδα της Κρήτης και εκεί θυμάται ένα πανδαιμόνιο. Στρατός, Νοράτλας και Ντακότα.
«Η ενημέρωση συνοπτική και λιτή. Αποστολή μας ήταν να μεταφέρουμε στην Κύπρο καταδρομείς και εφόδια».
Χωρίς χρόνο προετοιμασίας και με διπλάσιο βάρος ξεκινούν «Γνωρίζαμε ότι το αεροδρόμιο της Λευκωσίας είχε βομβαρδιστεί αλλά δεν ξέραμε την κατάσταση του διαδρόμου προσγείωσης. Πριν ακόμα δούμε τα φώτα της βρετανικής βάσης και της Λεμεσού, ακούγαμε στη συχνότητα τις γνώριμες φωνές των αεροπόρων του πρώτου κύματος που δέχονταν αντιαεροπορικά πυρά στην περιοχή της Λευκωσίας. Ετοιμασθήκαμε για είσοδο σε εχθρικό περιβάλλον. Περνώντας στην ακτή συνειδητοποιήσαμε πόσο χαμηλά πετάγαμε. Η μεγαλόνησος στο σκοτάδι. Φωτιές παντού από τους βομβαρδισμούς της προηγούμενης ημέρας. Τα τροχιοδεικτικά βλήματα από τα αντιαεροπορικά πυρά, στις παρυφές του αεροδρομίου, μας έδειχναν την κατεύθυνση που έπρεπε να ακολουθήσουμε. Εκτυφλωτικές λάμψεις από βλήματα που έσκασαν πολύ κοντά μας. Όλοι, κατά τη γνώμη μου, εκείνο το βράδυ χτυπούσαν αδιακρίτως τα Νοράτλας. Εχθροί και φίλοι αγνοούσαν την ταυτότητα των αεροσκαφών. Εμείς ήμασταν τυχεροί. Άλλοι όχι»… «Ο κυβερνήτης με τη βοήθεια του συγκυβερνήτη ακούμπησαν το αεροσκάφος στο έδαφος όπου και εκεί είχε πυρά. Τα παλικάρια της Α’ Μοίρας καταδρομών που μεταφέραμε λίγο πριν τη δράση θέριεψαν. 19-20 χρόνων παλικάρια. Ξεχύθηκαν και χάθηκαν στο σκοτάδι. Οι μάχες που έδωσαν στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας δικαίωσαν τη θυσία» θυμάται με συγκίνηση.
Εκδηλώσεις μνήμης για τη μαύρη επέτειο
Με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 43 χρόνων από τις μαύρες επετείους του Ιουλίου του 1974, ο Σύλλογος Κυπρίων νομού Λάρισας πραγματοποιεί εκδηλώσεις μνήμης και τιμής σήμερα Πέμπτη 20 Ιουλίου στον ιερό ναό του Προφήτη Ηλία (πλατεία Εργατικής Πρωτομαγιάς Λάρισας).
Στις 10 π.μ. θα τελεστεί εθνικό μνημόσυνο για τους πεσόντες και παράκληση «διά την απελευθέρωση των αιχμαλώτων, την επιστροφή των προσφύγων εις τας εστίας τους και την εκδίωξη του Τούρκου εισβολέα εκ της Νήσου ημών». Ομιλία από τον κ. Μανώλη Λαλαμάγκα, αδελφό του ήρωα καταδρομέα Ηλία Λαλαμάγκα.
Στην πλατεία Αγ. Μπλάνα στις 11:30 π.μ. θα τελεστεί επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνων στο μνημείο πεσόντων.
Του Κώστα Γκιάστα