Ο ΒΑΣ. ΚΟΚΚΑΛΗΣ
19 Μαΐου 1919. Ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα και ξεκινά τη γενοκτονία των Ποντίων, κατασφάζοντας κυριολεκτικά τον Ποντιακό ελληνισμό. Ο θλιβερός απολογισμός: πάνω από 350.000 Έλληνες Πόντιοι αφήνουν το αίμα τους να τρέξει και τα χώματα του τιμημένου Πόντου, ποτίζονται για πάντα. Οι Έλληνες δεν ξεχνάμε. Κρατάμε ζωντανή τη μνήμη του προβάλλοντας τη γενοκτονία των αδερφών μας Ποντίων ως ένα παράδειγμα προς αποφυγή. Όσο κι αν θέλουν κάποιοι να αλλοιώσουν την ιστορική αλήθεια, εμείς επιμένουμε. Τιμούμε την ημέρα, στέλνοντας ξεκάθαρο μήνυμα πως η Ελλάδα και ο Ελληνισμός δεν ξεχνά.
Η ΝΟΔΕ ΝΔ ΛΑΡΙΣΑΣ
Σήμερα, 19 Μαΐου, συμπληρώνονται 98 χρόνια από τη γενοκτονία των Ποντίων. Ήταν 19 Μαΐου όταν ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα και ξεκίνησε ουσιαστικά το απάνθρωπο έργο της σφαγής του Ποντιακού ελληνισμού. Το αποτέλεσμα, πραγματική γενοκτονία. Τα θύματα έφτασαν τις 353.000. Ο Ποντιακός ελληνισμός και η ιστορία του αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Έθνους! Έχουμε εθνική ευθύνη να διατηρήσουμε στη μνήμη μας και να τιμούμε τα αθώα θύματα! Η γενοκτονία των Ποντίων οφείλει να αναγνωρισθεί διεθνώς και να αποτελέσει η θηριωδία αυτή παράδειγμα προς αποφυγήν για όλη την ανθρωπότητα. 353.000 θύματα ζητούν δικαίωση...
Η ΜΑΡΙΝΑ ΧΡΥΣΟΒΕΛΩΝΗ
«Ο Ποντιακός Ελληνισμός, όπως και όλος ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας, κράτησε για αιώνες άσβεστη τη φλόγα του Ελληνισμού μακριά από τη μητροπολιτική Ελλάδα και δημιούργησε αξιόλογο για την εποχή πολιτισμό. Τιμώντας τους αγώνες και τις θυσίες των προγόνων τους, αποτελούν παράδειγμα πατριωτισμού. Όλοι οι Έλληνες οφείλουμε πολλά στους αδελφούς μας του Πόντου και έχουμε χρέος να τους στηρίζουμε. Η μνήμη της γενοκτονίας, του ξεριζωμού και της προσφυγιάς μας δείχνει τον δρόμο: να ενισχύσουμε τον απανταχού Ποντιακό Ελληνισμό. Συγχαίροντας τον καθένα ξεχωριστά για την προσωπική του πορεία αλλά και όλους τους συλλόγους και τα πνευματικά ιδρύματα των Ποντίων που με τη μέχρι σήμερα δράση τους κρατούν άσβεστη την παράδοση, αισθάνομαι την ανάγκη να σταθώ δίπλα τους με κάθε τρόπο ώστε να προωθηθούν οι κοινοί στόχοι με αποφασιστικότητα και ισχυρή συλλογική έκφραση».