Πιο αναλυτικά:
Το 2009 είχε ανατεθεί η διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης (ΕΔΕ) κατόπιν αναφοράς συμβάντος της προϊσταμένης στον Διοικητή και τη Διοικητική Διευθύντρια του Θεραπευτηρίου. Κατά τη διάρκεια όμως της ΕΔΕ οι τρεις νοσηλεύτριες που κατέθεσαν, ανέφεραν περιστατικά που «έκαιγαν» την προϊσταμένη τόσο όσον αφορά στην παραγγελία πολλών φαρμάκων που δεν χρειαζόταν το Θεραπευτήριο, όσο και στη συμπεριφορά της. Τότε εκείνη πήγε στη γραμματεία της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών της περιοχής της και κατέθεσε μήνυση εναντίον των τριών νοσηλευτριών για τα όσα κατέθεσαν. Γίνεται το δικαστήριο με τις τρεις νοσηλεύτριες να βρίσκονται στο εδώλιο, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες ψευδορκίας και συκοφαντικής δυσφήμισης. Όμως αθωώνονται και στη συνέχεια περνούν στην αντεπίθεση καταθέτοντας με τη σειρά τους μήνυση εναντίον της τότε προϊσταμένης με τις ίδιες κατηγορίες.
Το δικαστήριο τις δικαιώνει καθώς σύμφωνα με την κρίση του τα όσα ανέφεραν στην ΕΔΕ ήταν αληθή και σύμφωνα με το δικαστήριο «δεν μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη» της προϊσταμένης, καθώς «ανταποκρινόταν στην κατάσταση που επικρατούσε τότε στο ίδρυμα».
Σύμφωνα πάντα με εκείνο το δικαστήριο η προϊσταμένη προέβη στη μήνυση με μοναδικό σκοπό «να προκαλέσει την ποινική δίωξη» των τριών νοσηλευτριών για τις πράξεις της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφήμησης προκειμένου «να μειώσει τυχόν δικές της ευθύνες από τη διενεργηθείσα ΕΔΕ». Η προϊσταμένη άσκησε έφεση κατά της απόφασης, όμως χθες το Δικαστήριο της Λάρισας επικύρωσε την πρωτοβάθμια απόφαση κηρύσσοντάς την ένοχη.
ΤΙ ΑΝΕΦΕΡΑΝ ΣΤΗΝ Ε.Δ.Ε.
Μεταξύ άλλων στην Ένορκη Διοικητική Εξέταση οι τρεις νοσηλεύτριες είχαν καταθέσει: «Κάποια στιγμή (σ.σ. η μία εξ' αυτών αναφέρει συγκεκριμένη ημερομηνία), χρειάστηκε να βγάλω φάρμακα από το κεντρικό φαρμακείο κατόπιν άδειας του διοικητή διότι η προϊσταμένη απουσίαζε με άδεια. Αφού τακτοποίησα τα φάρμακα που χρειαζόμουνα, έχοντας στο χέρι μου λίγα απορρίμματα κι έψαχνα μέρος για να τα πετάξω, είδα μία σακούλα απορριμμάτων και κατευθύνθηκα για να το κάνω. Εξεπλάγην μόλις αντίκρισα κουτιά φαρμάκων και συγκεκριμένα 4 (σ.σ. συγκεκριμένης μάρκας) ληγμένα, με ημερομηνία λήξης το 2011. Αμέσως ειδοποιήθηκε ο διοικητής και ήρθε στο φαρμακείο και στη συνέχεια ενημερώθηκε και η διοικητική διευθύντρια. Επίσης εξ αυτού του γεγονότος προέβη στον έλεγχο αιτήσεων του φαρμάκου. Εκεί διαπιστώθηκε ότι η προϊσταμένη συμπλήρωσε εκ των υστέρων τις εξής ποσότητες» (σ.σ. αναφέρει στην κατάθεσή της εκατοντάδες τεμάχια σε διάφορες ημερομηνίες).
Συνεχίζοντας την κατάθεσή τους στην Ε.Δ.Ε. αναφέρουν: «Σε αρκετές από τις αιτήσεις μας όπου δίπλα αναγραφόταν με κόκκινο στυλό «ΟΧΙ» ότι δηλαδή δεν παραλάβαμε ποτέ το συγκεκριμένο φάρμακο, η συγκεκριμένη λέξη είναι σβησμένη με μπλάνκο και στη θέση της είναι ένα ν» και συμπληρώνουν: « Το άξιον λόγου είναι ότι η παραλαβή του συγκεκριμένου φαρμάκου δεν έγινε ποτέ. Ποτέ δεν πήραμε στα χέρια μας τα συγκεκριμένα φάρμακα, αφού το τελευταίο διάστημα 3-4 μηνών δεν είχαμε σε πτέρυγες περιστατικά με κατακλίσεις που να απαιτούν αυτό το φάρμακο...».
Σε άλλο σημείο τονίζεται: «... έκανα αρκετές παραγγελίες σε υλικό που χρειαζόμασταν επί καθημερινής βάσης αλλά γινόταν και παραγγελίες από την προϊσταμένη για αυτά τα είδη. Όμως χωρίς να γνωρίζω και για άλλα είδη».
«… Σημειωτέον ότι και εκείνη κρατούσε τα κλειδιά της αποθήκης, δεν χρησιμοποιήθηκαν τα είδη παρά ελάχιστα. Κάποια κρίθηκαν ακατάλληλα γιατί δεν εξυπηρετούσαν πρακτικά τον σκοπό ενώ σε κάποια άλλα η πάγια καθημερινή κατανάλωση ήταν πολύ μικρή».
… «Ως προς την υπηρεσία προκαλούσε αναστάτωση στο προσωπικό, δεν είχε σταθερές απόψεις, δίχαζε το προσωπικό...» ανέφεραν μεταξύ άλλων.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ