που βρίσκεται στο Ομορφοχώρι. Με αυτόν τον τρόπο ανατράπηκε η αρχική καταδικαστική απόφαση από το τακτικό δικαστήριο (Μονομελές Πλημμελειοδικείο) και αποτέλεσε την αφορμή για να πέσουν οι στρατιωτικοί στις αγκαλιές των συγγενών τους.
Από το παζλ της υπόθεσης ωστόσο λείπει ένα τελευταίο κομμάτι και αναμένεται να μπει όταν καθίσουν στο εδώλιο και ακόμα τρεις πολίτες για την ίδια υπόθεση που είχε απασχολήσει όχι μόνο την τοπική κοινωνία αλλά προκάλεσε το πανελλήνιο ενδιαφέρον τον Μάιο του 2012.
Συνολικά τότε είχαν συλληφθεί πέντε, εκ των οποίων δύο στρατιωτικοί (ο αντισυνταγματάρχης και ο λοχαγός εν αποστρατεία πλέον), ένας πολιτικός υπάλληλος της στρατιωτικής μονάδας, καθώς και δύο ιδιώτες, εκ των οποίων ένας πρατηριούχος καυσίμων και ένας συνταξιούχος αντίστοιχα. Μετά την εκδίκαση της υπόθεσης σε πρώτο βαθμό, στο πρώτο δικαστήριο η υπόθεση διαχωρίστηκε για τους στρατιωτικούς.
Την ημέρα των συλλήψεων η αστυνομία έκανε λόγο για «κύκλωμα» διακίνησης καυσίμων. Ένα «κύκλωμα» που μετάγγιζε από στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε ιδιώτες πρατηριούχους υγρών καυσίμων της περιοχής τα υγρά καύσιμα του Στρατού σε μεγάλες δεξαμενές που είχαν τοποθετηθεί σε αγρόκτημα στο Ομορφοχώρι και σε βυτιοφόρα των ιδιωτών πρατηριούχων μέσα σε αποθήκη της περιοχής. Μάλιστα ο οδηγός πιάστηκε επ’ αυτοφώρω να μεταγγίζει χιλιάδες λίτρα καυσίμων.
ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΠΟΔΕΙΧΘΗΚΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ
Το Στρατοδικείο, σύμφωνα με τη χθεσινοβραδινή ανακοίνωση του προέδρου «μετά από τη μακροσκελή και διεξοδική συνεδρίαση αλλά και τη διάσκεψη με μεγάλη ανάλυση» έκρινε τους κατηγορούμενους αθώους, λόγω αμφιβολιών κατά πλειοψηφία (3-2, δύο οι στρατοδίκες και ένας ο πρόεδρος ψήφισαν για την αθώωση) καθώς δεν αποδείχθηκαν τα περιστατικά πραγματικά. Διαφωνώντας επί της ουσίας, τόσο με την πρόταση της εισαγγελέως της έδρας, όσο και με την απόφαση του πρώτου δικαστηρίου. Τότε το δικαστήριο είχε αποδεχθεί ότι στις 21 Μαΐου του 2012 ο πολιτικός υπάλληλος βγήκε από το στρατόπεδο με βυτιοφόρο όχημα χωρίς να έχει τα απαραίτητα έγγραφα και ούτε είχε ελεγχθεί από την πύλη. Αυτό έγινε «με εντολή του αντισυνταγματάρχη» και σε «συνεννόηση με τον λοχαγό», σύμφωνα με το πρώτο δικαστήριο.
Εκείνη την ημέρα όμως οι αστυνομικοί παρακολουθούσαν το στρατόπεδο. Βγαίνοντας το όχημα συναντήθηκε με τον συνταξιούχο. Με διαφορετικά οχήματα πήγαν σε μια αποθήκη και το στρατιωτικό βυτιοφόρο στάθμευσε δίπλα από το βυτιοφόρο που ανήκε στον πρατηριούχο καυσίμων. Τότε, σύμφωνα πάντα με το Μονομελές Πλημμελειοδικείο ξεκίνησε η μετάγγιση κι ενώ είχε ήδη μεταγγιστεί η ποσότητα 3.600 λίτρων όταν έκαναν έφοδο οι αστυνομικοί. Όση ώρα περίμεναν εκεί οι δύο άνδρες με τους αστυνομικούς τα κινητά τους χτυπούσαν συνέχεια καθώς τους «καλούσαν ο αντισυνταγματάρχης και ο λοχαγός», σύμφωνα με το δικαστήριο. Ο αντισυνταγματάρχης αποφάσισε να πάει να ελέγξει τι γίνεται όμως «αντιλήφθηκε την παρουσία των αστυνομικών στην αποθήκη» και απομακρύνθηκε, σύμφωνα με τα περιστατικά που αποδέχθηκε ως πραγματικά το πρώτο δικαστήριο.
Στη συνέχεια, έγινε έλεγχος και σε άλλη αποθήκη και συνολικά την πρώτη ημέρα η αστυνομία ανακοίνωσε πως βρέθηκαν 13 τόνοι, ενώ σε συνέχεια των ερευνών σε σπίτια στον Πλατύκαμπο και στη Γλαύκη τις επόμενες ημέρες βρέθηκαν άλλοι 18 τόνοι.
Σύμφωνα μάλιστα με το πρώτο δικαστήριο «έξοδος καυσίμων από το στρατόπεδο και διάθεσή του έχει συμβεί και στο παρελθόν…»
Ενώ ο πρατηριούχος «είχε την υποδομή και το δίκτυο των πελατών για να το διαθέσει στην κατανάλωση».
«ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ»
Ο αντισυνταγματάρχης κατά τη διάρκεια της απολογίας του, ανέφερε μεταξύ άλλων το πρόβλημα της αποψίλωσης και πως ζήτησε από τον άνθρωπο που έκανε αυτές τις εργασίες να το αναλάβει δίνοντάς του «καύσιμα για να δουλέψει τα οποία όμως είναι από την αποστράγγιση. Γιατί το καύσιμο χωρίς αποστράγγιση έχει μηδαμινή αξία. Δεν είναι χρήσιμο για κανέναν ιδιώτη. Ούτε είναι χρεωμένα και παλιότερα τα έχυναν και δημιουργούνταν περιβαλλοντολογικό πρόβλημα».
Για τη «συνάντησή» του με τους αστυνομικούς έξω από την αποθήκη (στο πρώτο δικαστήριο είχε αναφέρει μεταξύ άλλων πως «πήγα στην εκκλησία του Αγίου Ραφαήλ γιατί γιόρταζε η γυναίκα μου και πήγα στη ΔΑΚ») αρνήθηκε κάτι τέτοιο.
Ωστόσο πάνω σε αυτό ο ένας εκ των δύο αστυνομικών που κατέθεσε χθες στο Στρατοδικείο δήλωσε σίγουρος πως «βλέπω ένα αυτοκίνητο μάρκας «Πεζό» να έρχεται προς την αποθήκη. Είδε τους ένστολους και έκανε αναστροφή»
*ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είστε σίγουρος πως ήταν αυτός;
- ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ: Ναι είμαι σίγουρος.
Ο λοχαγός τόνισε πως δεν είχε καμία σχέση με τα περιστατικά.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΓΓΙΣΗΣ
«Ταράχτηκε όταν με είδε»
Στο χθεσινό Στρατοδικείο μεταξύ των μαρτύρων ήταν και οι κατηγορούμενοι της ενιαίας υπόθεσης. Ένας από αυτούς, ο πολιτικός υπάλληλος, ανέφερε μεταξύ άλλων στο πρώτο όσο και στο χθεσινό δικαστήριο πως «Ήμουν πάνω στο βυτίο και οι αστυνομικοί μού είπαν να κατέβω». Για το συγκεκριμένο ζήτημα ο πρόεδρος του Στρατοδικείου κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του αστυνομικού στάθηκε ιδιαίτερα σε εκείνη τη στιγμή.
*ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς αντέδρασε; Ταράχτηκε μόλις σας είδε;
*ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ: Ναι ταράχτηκε. Δεν το περίμενε.
Η πράξη για την οποία κατηγορούνταν οι δύο στρατιωτικοί ήταν «από κοινού κλοπή στρατιωτικών πραγμάτων κατ’ εξακολούθηση, τα οποία ανήκουν στο κράτος και είναι προσιτά στους δράστες λόγω της υπηρεσίας τους».
Του Κώστα Γκιάστα