Από τη μια ένας 23χρονος Αμπελακιώτης έπαψε να βρίσκεται στη ζωή ενώ ο πατέρας του τραυματίστηκε, καλούμενος να διαχειριστεί την απώλεια. Από την άλλη, πατέρας και γιος από τους Αγίους Αναργύρους θα καθίσουν στο εδώλιο. Ίσως από αύριο απαντηθούν και πολλά ερωτηματικά για το πώς η κατάσταση εκτροχιάστηκε στο δραματικό φινάλε.
Η «Ε» επιχειρεί σήμερα να ρίξει «φως» στην υπόθεση που είχε απασχολήσει την τοπική κοινωνία. Με «δράστες» και θύματα» να «εναλλάσσονται» στους ρόλους καθώς πατέρας και γιος από τα Αμπελάκια – σύμφωνα με το κατηγορητήριο - πήγαν να κλέψουν ζώα και η δεύτερη οικογένεια, επίσης πατέρας και γιος – θέλησαν να υπερασπιστούν την περιουσία τους. Οι δράστες γίνονται θύματα και τα θύματα, δράστες… Ερωτήματα όπως: για ποιον λόγο βρέθηκαν οι Αμπελακιώτες στους Αγίους Αναργύρους, γιατί ο πατέρας του θύματος άφησε τον γιο του να χαροπαλεύει στο νοσοκομείο κι εκείνος πήγε στα Αμπελάκια αλλά και γιατί πατέρας και γιος από τους Αγίους Αναργύρους δεν ειδοποίησαν την αστυνομία όταν αντιλήφθηκαν ξένα άτομα στην ιδιοκτησία τους, ίσως απαντηθούν ενώπιον δικαστών και ενόρκων.
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ – ΣΤΙΓΜΗ
Όλα ξεκινούν τις πρώτες πρωινές ώρες στη μέση του περσινού χειμώνα, όταν ο Ιωάννης Δημάκος, ιδιοκτήτης ταβέρνας στα Αμπελάκια οδηγώντας ένα αγροτικό με κλεμμένες πινακίδες και με συνοδηγό τον 24χρονο γιο του Διονύση, φτάνει στη θέση «Τσαϊρια» της αγροτικής περιοχής των Αγίων Αναργύρων πλησιάζοντας την κτηνοτροφική μονάδα – ποιμνιοστάσιο, ιδιοκτησίας της οικογένειας Κίτσιου.
Παρκάρουν, με την καρότσα προς την είσοδο του ποιμνιοστασίου, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να έχουν δυνατότητα φόρτωσης ζώων και να διαφύγουν άμεσα, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα. Πάνω στις προσπάθειές τους όμως ενεργοποιείται σύστημα συναγερμού με διαρκή ήχο σειρήνας και ειδοποίηση στο κινητό τηλέφωνο του κατηγορούμενου πατέρα Κίτσιου.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του -κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από σχετικές αναφορές στις αρχές– τον είχαν ξανακλέψει. Στις 4.10 τα ξημερώματα παίρνει μαζί του ένα πιστόλι (ήταν μέλος σκοπευτικού ομίλου), ξυπνάει τον γιο του Βασίλειο και πάνε στο μαντρί.
Μόλις βλέπει το φορτηγάκι σταματάει 20 περίπου μέτρα μακριά, έχοντας αναμμένα τα φώτα του στραμμένα προς το όχημα των επίδοξων κλεφτών. Μετά τη σειρήνα αντιλαμβάνονται το άλλο όχημα. Σταματάνε ό,τι έκαναν και μπαίνουν στο φορτηγάκι για να φύγουν. Οδηγός ο πατέρας που έχει μαζί του κυνηγετική καραμπίνα και συνοδηγός ήταν ο γιος που φορούσε full face (σκούφος που καλύπτει όλο το πρόσωπο).
Ο πατέρας Κίτσιος κατεβαίνει από το αυτοκίνητό και σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, «πυροβολεί τουλάχιστον τρεις φορές στο εμπρόσθιο τμήμα και δη στο τμήμα της μηχανής του Ι.Χ.Φ. αυτοκινήτου NISSAN NAVARA και αμέσως μετά, αφού πρώτα στόχευσε προς την καμπίνα των επιβατών, με ανθρωποκτόνο δόλο πυροβολεί τουλάχιστον πέντε φορές προς το μέσο της πόρτας του οδηγού του οχήματος που συνέχισε να απομακρύνεται με ταχύτητα».
Σύμφωνα με την έκθεση αυτοψίας, η καμπίνα του οχήματος έφερε «λίμνες και κηλίδες αίματος, ενώ εντοπίστηκαν οκτώ οπές στο όχημα από βλήμα πυροβόλου όπλου, ήτοι πέντε στην πόρτα του οδηγού του οχήματος, μία στο μέσο του καπό της μηχανής και δύο στην εμπρόσθια μάσκα πάνω από την πινακίδα κυκλοφορίας του».
Κατά τη διάρκεια των πυροβολισμών ο 23χρονος συνοδηγός, για να προφυλαχτεί σκύβει μέσα στο όχημα όμως μια εκ των πέντε βολίδων σφηνώνεται στο κρανίο του. Για τον πατέρα του λειτουργεί ο παράγοντας τύχη, σύμφωνα πάντα με το βούλευμα, καθώς επέζησε γιατί οι βολίδες δεν τον τραυματίζουν σε ζωτικά σημεία.
Τον 23χρονο και σοβαρά τραυματισμένο στο κεφάλι, μεταφέρει πριν τις 5 τα ξημερώματα στο Γενικό Νοσοκομείο ο ίδιος ο πατέρας του, ο οποίος φεύγει αμέσως μετά για να πάει στα Αμπελάκια. Λίγη ώρα αργότερα, συλλαμβάνεται και ο ίδιος στα Αμπελάκια και μεταφέρεται στο νοσοκομείο καθότι τραυματισμένος. Το ίδιο βράδυ συλλαμβάνεται στους Αγίους Αναργύρους και ο πατέρας Κίτσιος.
Του Κώστα Γκιάστα