Της Λένας Κισσάβου
«Να ασφαλιστεί το θέατρο». Αυτή ήταν η βασική ανησυχία που εξέφρασε πρόσφατα ο Γάλλος φιλέλληνας και επί χρόνια συνεργάτης ερευνητής επιγραφών, οι οποίες βρέθηκαν στο Αρχαίο Θέατρο Λάρισας κ. Μπρούνο Ελί, σε πρόσφατα συζήτηση για το μνημείο στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Λαρισαίων.
Εννοούσε ότι προέχει η ασφάλεια του μνημείου, πριν προχωρήσουν όλα όσα σχεδιάζονται να γίνουν, μια άποψη που σχολιάστηκε και φαίνεται να υιοθετείται από μεγάλο μέρος ανθρώπων που ασχολούνται, στηρίζουν και παρακολουθούν χρόνια την εξέλιξη εργασιών στο Αρχαίο Θέατρο, όπως παρατηρεί ο δημοτικός σύμβουλος κ. Απόστολος Σουρλαντζής.
Ειπώθηκαν πολλά κατά τη συνεδρίαση στο Δημοτικό Συμβούλιο, για το αρχαίο μνημείο, με το σημαντικότερο όλων όμως να αναδεικνύεται το γεγονός ότι το θέμα βρίσκεται στις προτεραιότητες της πόλης, ακόμη κι αν υπάρχουν διαφωνίες για το... επόμενο βήμα ή για τον χρόνο που θα πρέπει να ξεκινήσει η υλοποίησης φιλόδοξων σχεδίων, όπως αυτό ενός Φεστιβάλ Αρχαίου Θεάτρου στον χώρο του.
Ο κ. Σουρλαντζής, εκφράζοντας και τη θέση της δημοτικής αρχής, αφού τα όσα ανέφερε στη συνεδρίαση για το Αρχαίο Θέατρο, αποτελούσαν εισήγηση της πλειοψηφίας του Δήμου, εξηγεί ότι «λόγω βιασύνης δεν πρέπει να... ξανακαταστρέψουμε το μνημείο», τονίζοντας ότι προέχει η ασφάλειά του και σημειώνοντας ότι «προβλήματα στατικότητας, ενέχουν κινδύνους για την πρόωρη λειτουργία του, βάσει εκτιμήσεων τόσο ειδικών σεισμολόγων όσο και αρχαιολόγων».
Αναλυτικότερα ο κ. Σουρλαντζής μας είπε: «Οι πολίτες έχουν δικαίωμα να ενημερωθούν για την πρόοδο των εργασιών, για τη χρηματοδότηση και για κάποιο χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσής τους καθώς και για τη δυνατότητα λειτουργίας του. Για να μην ακούγονται υπεραπλουστευμένες απόψεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, ούτε να γίνονται για επικοινωνιακούς λόγους εκδηλώσεις που δίνουν ψευδείς εντυπώσεις ότι είναι θέμα χρόνου η λειτουργία του, ούτε να διασπείρονται αβάσιμες φήμες για ενδεχόμενη κωλυσιεργία εξαιτίας της ανάπλασης του λόφου του Φρουρίου. Η δημοτική αρχή συγκάλεσε ως όφειλε τη σύσκεψη με τους ειδικούς για τη σωστή ενημέρωση τόσο της ίδιας όσο και των δημοτών.
Οι ενέργειές μας από δω και μπρος πρέπει να γίνουν μεθοδικά και συστηματικά με την καθοδήγηση πάντα των ειδικών και των θεσμικών οργάνων της πολιτείας. Προβλήματα στατικότητας ενέχουν κινδύνους για την πρόωρη λειτουργία του. Ένας από τους πλέον ειδικούς σ’ αυτά τα θέματα, ο Richardo Caputo,φίλος και συνεργάτης του γνωστού Γάλλου αρχαιολόγου επιγραφολόγου κ. Bruno Helly, επισημαίνει ότι εξαιτίας του ισχυρότατου σεισμού του 7ου αιώνα, το μνημείο έπαθε μεγάλη καταστροφή και δεν αποκλείεται το έδαφος κάτω από τα εδώλια να είναι ασταθές άρα και επικίνδυνο, γι’ αυτό απαιτείται ειδική μελέτη.
Ας μην προχωράμε σε βιαστικές ανακοινώσεις για εκδηλώσεις και παραστάσεις, πριν λυθούν αυτά τα βασικά ζητήματα.
Ας αντλήσουμε την εμπειρία απ’ άλλες πόλεις της Ελλάδας που κατάφεραν να αναδείξουν τα μνημεία τους σε πολύ λιγότερο χρονικό διάστημα από μας, χάρη στις συντονισμένες προσπάθειες όλων των φορέων. Το παράδειγμα του θεάτρου της Μεσσήνης, είναι ένα από τα πλέον εύγλωττα.
Η συνεργασία της δημοτικής αρχής με τον αρχαιολόγο κ. Θέμελη και τον πρόεδρο του «Διαζώματος» κ. Μπένο, η αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων χρηματοδότησης από την ελληνική πολιτεία, το Ίδρυμα Νιάρχου και τα κοινοτικά προγράμματα έφεραν το ανέλπιστο αποτέλεσμα, να ολοκληρωθούν οι εργασίες αναστήλωσης και ανάδειξης του μνημείου μέσα σε 25 χρόνια!
Η παρούσα δημοτική αρχή θα προσπαθήσει να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες χρηματοδότησης του θεάτρου μας για την πρόοδο των εργασιών της αναστήλωσης και της αποκατάστασης».
Οι προτάσεις του κ. Σουρλαντζή, είναι οι εξής: «Μέχρι τότε δεν θα παραμείνουμε άπρακτοι. Υπάρχει η δυνατότητα αναστρέψιμης ξύλινης κατασκευής, με τη σύμφωνη γνώμη πάντα των αρχαιολόγων μας.
Να αξιοποιηθούν οι κάτω σειρές, που είχαν ξηλωθεί στα ρωμαϊκά χρόνια για τη μετατροπή του σε αρένα και δεν έχουν, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, προβλήματα στατικότητας, καθώς και το πρανές του θεάτρου, όπου μπορούν να κάθονται με ασφάλεια οι θεατές.
Ενδεχομένως θα μπορούσαμε να δανειστούμε και ν’ αξιοποιήσουμε την εμπειρία παρόμοιων παρεμβάσεων που έγιναν, για παράδειγμα, στο θέατρο Διονύσου στην Αθήνα από τον κ. Μπολέτη ή και στα θέατρα της Μακεδονίας, Δίου και των Φιλίππων, από τον κ. Καραδέδο.
Αν μπορούσαμε να έχουμε ένα χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης αυτών των συγκεκριμένων παρεμβάσεων, τότε θα υπήρχε η δυνατότητα προγραμματισμού μιας παράστασης αρχαίου δράματος, που όλοι περιμένουμε εναγωνίως.
Θα μπορούσε και το «Θεσσαλικό Θέατρο» να θυμηθεί τις παλιές του δόξες και ν’ ανεβάσει, εφόσον βέβαια πετύχει μια ικανή χρηματοδότηση, μια παράσταση αξιώσεων πανελλήνιας εμβέλειας.
Το Αρχαίο Θέατρο δεν είναι απλά ένα μνημείο. Θα ήταν άδικο να το δούμε στατικά. Γύρω απ’ αυτό πρέπει ν’ αρχίσει από τώρα μια δραστηριότητα που θα έχει συνάφεια με το θέατρο. Να δημιουργηθεί μια πολιτιστική διαδρομή, που να συνδέει το αρχαίο θέατρο με τα Μουσεία της πόλης και την Πινακοθήκη.
Ν’ αξιοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση το πρόγραμμα ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων με τίτλο «Διαδρομές, ανάδειξη και προβολή Ιστορικού κέντρου μιας πόλης», που είναι τώρα ενεργό στο ΥΠΕΧΩΔΕ.
Απαιτείται επίσης να προσεχτεί ιδιαίτερα η αισθητική του περιβάλλοντος χώρου γύρω από το θέατρο. Αν μπορέσουν να πραγματοποιηθούν όλα αυτά, τότε το Αρχαίο Θέατρο θα αποτελούσε το μεγάλο γεγονός για την πόλη μας, όπως συμβαίνει μ’ όλες τις πόλεις που διαθέτουν τέτοια λαμπρά μνημεία. Δημιουργείται ένας μύθος γύρω από αυτό και αποτελεί πόλο έλξης για χιλιάδες επισκέπτες.
Κάποιες δραστηριότητες μπορούν να αρχίσουν από τώρα. Να γίνονται εκδηλώσεις στο περιφρονημένο β’ θέατρο, που κατασκευάστηκε τον 1ο αι. μ.Χ. αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Σήμερα βρίσκεται στη σκιά του μεγάλου θεάτρου. Κι όμως μια ρεαλιστική πρόταση θα ήταν οι μαθητικές θεατρικές παραστάσεις που γίνονται σ’ αυτό τον χώρο να εξελιχθούν σ’ ένα μαθητικό φεστιβάλ αρχαίου δράματος στο πλαίσιο του νομού ή της Περιφέρειας σε α’ φάση και γιατί όχι αργότερα σ’ ένα πανελλήνιο μαθητικό φεστιβάλ αρχαίας τραγωδίας και κωμωδίας.
Το κεφάλαιο πολιτισμός πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι είναι το σημαντικότερο που διαθέτει ο τόπος μας».