Αναλυτικότερα αναφέρει: «Το τελευταίο διάστημα, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, ύστερα από τις οδηγίες του Υπουργείου για την υποχρεωτικότητα της τοποθέτησης εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα ΔΙΕΚ και παρά τις διαφωνίες μας, τοποθέτησε στα ΔΙΕΚ δεκάδες συναδέλφους, στη συντριπτική πλειοψηφία χωρίς δήλωσή τους και χωρίς ακόμη να γνωρίζουν τα μαθήματα που κλήθηκαν για να διδάξουν.
Πέρα όμως από τα παιδαγωγικά ζητήματα, τοποθέτησης σε μια «μη τυπική δομή εκπαίδευσης» (που είναι πολύ σοβαρά), προκύπτουν εξίσου σοβαρά ζητήματα που έχουν να κάνουν με το εργασιακό καθεστώς που ισχύει σε αυτή τη δομή της εκπαίδευσης
Πιο συγκεκριμένα, τα Δημόσια ΙΕΚ ανήκουν στη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και παρέχουν κατάρτιση, συνεπώς πρέπει να ολοκληρωθούν τα μαθήματα των 15 εβδομάδων, στο εξάμηνο. Αυτό σημαίνει ότι μαθήματα που χάνονται σε ημέρες αργιών (π.χ. 28η Οκτωβρίου), σχολικών εορτών, εκλογές αιρετών αντιπροσώπων, ή με υπαιτιότητα του εκπαιδευτή (π.χ. άδεια), πρέπει να αναπληρωθούν στην εβδομάδα αναπλήρωσης, πριν τη λήξη του εξαμήνου.
Για το τρέχον εξάμηνο, στις ημέρες Πέμπτη και Παρασκευή, της εβδομάδας αναπλήρωσης θα γίνουν οι αναπληρώσεις της Πέμπτης 17 Νοεμβρίου και Παρασκευής 28 Οκτωβρίου. Συνεπώς, αν κάποιος συνάδελφος της δευτεροβάθμιας, ο οποίος διδάσκει στα ΔΙΕΚ, χρειαστεί να κάνει χρήση άδειας, μίας ημέρας που είναι π.χ. Πέμπτη, θα πρέπει να αναπληρώσει αυτήν την Πέμπτη, πέραν της εβδομάδας αναπληρώσεων.
Όλα αυτά ισχύουν γιατί τα ΔΙΕΚ σχεδιάστηκαν για να απασχολούν ωρομίσθιους εκπαιδευτές, όμως καθώς δε λαμβάνεται υπόψη ότι οι καθηγητές που διατέθηκαν είναι μόνιμοι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι υπόκεινται σε άλλο εργασιακό καθεστώς από εκείνο των ωρομισθίων, καταστρατηγούνται τα εργασιακά τους δικαιώματα (άδειες, απεργίες, κλπ).
Μετά την τελευταία παράσταση διαμαρτυρίας στη διεύθυνση των ΙΕΚ, διαπιστώθηκε με τον πιο καθαρό τρόπο, ότι το πρόβλημα δεν προκύπτει τόσο από τη στάση των διευθυντών των ΙΕΚ, όσο από την κείμενη νομοθεσία, καταρρίπτοντας επιχειρήματα που επεδίωκαν να αφήσουν την κυβερνητική πολιτική στο απυρόβλητο.
Για αυτό και ζητάμε να τηρηθούν τα εργασιακά δικαιώματα των συναδέλφων, με αλλαγή της κείμενης νομοθεσίας».